Πάνε λίγες μέρες που αναπολώ εκείνα τα πρωινά, τα ξέγνοιαστα κι ανέμελα. Με τα παιδιά που πήγαιναν σχολείο, η φωλιά άδειαζε στις 07:30 ακριβώς. Κι εγώ έμενα στο σπίτι, ένας ευτυχισμένος κούκος, έτοιμος να απολαύσει τις χαρές της μοναξιάς του. Απανωτά καφεδάκια. Ατελείωτο χαζολόγημα στην TV. Δίωρα αφρόλουτρα. Ένας μικρός υπνάκος για να φρεσκαριστεί το πρόσωπο. Ένας περίπατος με γρήγορο βήμα για να σφίξουν οι γλουτοί. Μια βολτίτσα στα μαγαζιά για τα «απαραίτητα». Μερικά, επίσης απαραίτητα, τηλεφωνήματα (στην μητέρα μου και στην πεθερά μου για να ελέγξω από ποια θα προμηθευόμουν το μεσημεριανό φαγητό) και, λίγο πριν την επιστροφή των παιδιών, ένας γρήγορος καφές με την κολλητή μου στη βεράντα, όπου παρηγορούσαμε η μία την άλλη για το βάρβαρο πρωινό μας ξύπνημα. (Τόσο κουρασμένες γυναίκες ήμασταν. Γιατί δεν κάνανε κάτι για το ωράριο του σχολείου; Εδώ μελέτες έδειξαν πως ο άνθρωπος δεν αποδίδει πριν τις 10:00, κλπ).
Στις 15:00 υποδεχόμουν τα παιδιά με ενθουσιασμό κι αφού σέρβιρα με διπλό ενθουσιασμό το φαγητό της μαμάς / πεθεράς στα πιάτα, έτρεχα με τριπλό ενθουσιασμό να υποδεχτώ την μάνα μου που θα κρατήσει τα παιδιά. Δεν ξέρω αν το ανέφερα, δουλεύω τα απογεύματα, 15:00-21:00.
Στις 21:00 γυρνούσα κατάκοπη στο σπίτι κι ανέθετα τη βραδινή προετοιμασία των παιδιών στον μπαμπά τους. Δεν ξέρω αν το ανέφερα, ο άντρας μου έχει πρωινή δουλειά-διότι είχα ξύπνημα στις 07:00 κι έπρεπε να ξαπλώσω νωρίς. Ξάπλωνα στο κρεβάτι ευτυχισμένη (αν και κατάκοπη) χαζεύοντας τις βραδινές εκπομπές. Κάνοντας αγνά σχέδια για το πού θα ξόδευα το πρωινό μου 8ωρο μετά το βάρβαρο πρωινό ξύπνημα.
Γιατί, ναι, ήταν βάρβαρο αυτό το ξύπνημα. Ας σταματούσε επιτέλους…
Δακρύζω τώρα από νοσταλγία. Έτσι είναι ο άνθρωπος. Εκτιμά μόνο αυτά που χάνει. Αλλά είναι γνωστό σε όλους πως τον γκρινιάρη τον άνθρωπο, δεν τον αγαπάει ούτε ο Θεός. Πολύ περισσότερο δε, τον γκρινιάρη τον άνθρωπο που δεν έχει διαβάσει Κοέλιο (διότι είναι υπερεκτιμημένος και γεμάτος τσιτάτα). Γιατί αν είχα διαβάσει Κοέλιο, όπως όλοι, θα ήξερα πως όταν ευχηθείς κάτι, το σύμπαν συνωμοτεί να στο φέρει. Και το σύμπαν είπε: Όχι πια αγουροξυπνήματα σε αυτήν την ταλαιπωρημένη γυναίκα!
Κι εκεί άρχισαν όλα… Δακρύζω πάλι. Τι χάλια είναι αυτά; Μόλις ευχηθείς κάτι, τσουπ, τρέχουν τα σύμπαντα να το κάνουν! Πίτσα παραγγέλνεις και κάνει περισσότερη ώρα να ‘ρθει! Κι έτσι ήρθαν οι καλοκαιρινές διακοπές γρήγορα, πολύ γρήγορα, σαν παραγγελία…
Ναι, από δω και πέρα ξυπνάω στις 10:00 κι εδώ τελειώνουν τα καλά νέα. Τους παλιούς καλούς καιρούς εκείνη την ώρα έπαιρνα το αφρόλουτρο μου. Τώρα, τα παιδιά με υποχρεώνουν να τηγανίσω αυγά, να στύψω πορτοκάλια, να αλείψω φρυγανιές. Στις 11:00 (την ώρα του beauty sleep) πλένω, πλέον, πιάτα και τηγάνια.
Διάβασε τη συνέχεια στην επόμενη σελίδα