Ο έφηβος δεν θα πει “μαμά, θέλω τη βοήθειά σου“. Θα θυμώσει, θα νιώσει μοναξιά, θα προσπαθήσει να το λύσει μόνος του. Θα πιστεύει ότι δεν θα τον καταλάβεις. Αλλά θέλει να τον καταλάβεις, Για αυτό θα στο δείξει κι ας μην το συνειδητοποιεί. Θα ουρλιάξει “κανείς δεν με καταλαβαίνει” με την ελπίδα ότι θα ακούσεις. Και μετά θα χτυπήσει δυνατά την πόρτα πίσω του, φωνάζονας έτσι “δεν είμαι καλά”.
Ο έφηβος θα πει “δεν έχω φίλους”, θα κάνω παράπονα για το σχολείο πως “δεν αντέχω” και δεν θα ακολουθεί τους κανόνες για να ταράξει τα νερά. Θα φωνάξει με όλη του τη συμπεριφορά ότι θέλει τη βοήθειά σου, τη στήριξή σου, την αγκαλιά σου κι ας μην είναι αγκαλιά. Ακόμα μας έχουν ανάγκη, απλά με διαφορετικό τρόπο.
Οι γονείς είναι εύκολο να πάρουμε προσωπικά αυτή τη συμπεριφορά. Να πούμε ότι “δεν με ακούει” ή ότι “έχει επαναστατήσει”.
Αν δούμε, όμως, αυτή τη συμπεριφορά ως τον δικό του τρόπο για βνα μας ζητήσει βοήθεια, τότε πραγματικά μπορούμε να βοηθήσουμε.
Κάθε φορά που παραπονιέται, κάθε φορά που ξεφεύγει από τα όρια, κάθε φορά που χτυπάει την πόρτα ή βρίζει, μας λέει “θέλω βοήθεια”. Κάθε ειρωνία, κάθε σχόλιό του είναι μια πρόσκληση που μας κάνει για να τον καταλάβουμε. Κι εμείς πρέπει να αρπάξουμε την ευκαιρία για να δείξουμε κατανόηση και να δούμε λίγο τον δικό του κόσμο. Τι τον τρομάζει, τι τον ανησυχεί, τι τον προβληματίζει; Όλα μας τα λέει αλλά με τον τρόπο του.
Κι όσο πιο πολύ τον καταλαβαίνεις, τόσο πιο πολύ θα ανοίγεται. Κι όταν μια μέρα θα θέλει βοήθεια δεν θα χτυπήσει την πόρτα. Θα ξέρει σε ποιον πρέπει να πάει, ποιος περιμένει μια κουβέντα του για να βρουν μια λύση. Γιατί ήσουν πάντα στο πλευρό του, ακόμα κι όταν δεν ήταν εύκολο. Κι αυτό το ξέρει πολύ καλά.