Η ιδέα για ένα βιβλίο που να αφορά την κουλτούρα του πορνό ήρθε στον Κέβιν Σκοτ (Kevin Scott) τη μέρα που η κόρη του αποφάσισε πως έπρεπε απαξάπαντος να αποκτήσει ένα πόνι «Μπρατζ». Επί μήνες το πεντάχρονο κορίτσι τον παρακαλούσε να της πάρει μία κούκλα «Μπρατζ» -με τακούνι-στιλέτο, δικτυωτό καλτσόν, μίνι φούστα, και πελώρια κουταβίσια μάτια στο υπερμέγεθες κεφάλι. Αλλά το βλέμμα της κούκλας φαινόταν στον Σκοτ κάπως υπερβολικά σέξι για ένα προνήπιο. Έτσι, αποφάσισαν με τη σύζυγό του να πάρουν στην κόρη τους μία άλλη κούκλα, που ικανοποίησε τη μικρή μια χαρά. Μόνο που λίγους μήνες αργότερα, η «Μπρατζ» έβγαλε τη σειρά της «μωρά Μπρατζ».
«Αν οι κούκλες Μπρατζ έμοιαζαν με εκπορνευόμενες Μπάρμπι, αυτά τα “μωρά” έμοιαζαν επίσης να εκπορνεύονται!» ξεσπάει ο Σκοτ.
Για μία ακόμα φορά κατάφερε να πείσει την κόρη του να της πάρει ένα «μικρό μου πόνι» και προς στιγμή, κάθε σχετική συζήτηση σταμάτησε. Έως ότου, όπως ήταν αναμενόμενο, η Μπρατζ έβγαλε τα «πόνι Μπρατζ».
Και τότε, λέει ο Σκοτ, που είναι καθηγητής αγγλικών σε ένα μικρό κολέγιο της Τζόρτζια, «συνειδητοποίησα πως η πορνο-κουλτούρα και εγώ βρισκόμαστε σε αγώνα μέχρι θανάτου για την ψυχή της κόρης μου».
Σε μία αγορά που πουλάει ψηλοτάκουνες γόβες για μωρά και τάνγκα για προέφηβες, δεν χρειάζεται να είναι κανείς μεγαλοφυΐα για να δει πως το σεξ -για να μην πούμε το πορνό- εισβάλει στις ζωές μας.
Είτε το θέλουμε, είτε όχι, η τηλεόραση το μεταφέρει στα σαλόνια μας και το διαδίκτυο στις κρεβατοκάμαρές μας. Σύμφωνα με μία έρευνα του πανεπιστημίου της Αλμπέρτα του 2007, το 90% των αγοριών και το 70% των κοριτσιών ηλικίας 13-14 ετών έχουν ήδη έρθει τουλάχιστο μια φορά σε επαφή με ρητά σεξουαλικά περιεχόμενα.
Το πρόβλημα του Σκοτ όμως δεν είναι μόνο το σεξ.
Αυτό που τον ενδιαφέρει περισσότερο είναι γιατί η δυτική κουλτούρα υιοθετεί με τόση προθυμία τις πλέον αισχρές και έκφυλες εκδοχές του σεξ, που συχνά έλκουν την καταγωγή τους απ’ ευθείας από την πορνογραφία. Στο βιβλίο του «πορνοποίηση της Αμερικής» που συνέγραψε με τη συνάδερφό του Κάρμιν Σαρακίνο (Carmine Sarracino), καθηγήτρια αγγλικής φιλολογίας, το δίδυμο επιχειρηματολογεί πως διαμέσου καταναλωτικών αγαθών σαν τις κούκλες Μπρατζ κ.ά., η επιρροή του πορνό στην κυρίαρχη κουλτούρα επηρεάζει την αυτοαντίληψη και τις συμπεριφορές μας σχεδόν στα πάντα, από τη μόδα έως τις αντιλήψεις για το σώμα μας ή τη σχέση με τη σεξουαλικότητά μας.
Είναι πολύ νωρίς για να εκτιμήσει κανείς πώς ακριβώς θα επηρεάσει μακροπρόθεσμα τα παιδιά μας η ανατροφή τους σε αυτό το υπερσεξουαλικό περιβάλλον. Αλλά ο Σκοτ και η συνεργάτης του διατυμπανίζουν πως στα σίγουρα δεν είναι αρκετά νωρίς να σημάνει κάποιος το κουδούνι του συναγερμού και να αντιμετωπίσει κριτικά όλη αυτή τη σεξουαλικότητα στην οποία εκτιθέμεθα καθημερινά.
Μολοταύτα, οι συγγραφείς δεν ζητούν να ξαναγυρίσει το πορνό στην παρανομία. Είναι αμφότεροι παιδιά της γενιάς που διαδήλωνε για σεξουαλική απελευθέρωση. Και παραδέχονται ευχαρίστως πως το πορνό συνέβαλε στη σεξουαλική αυτή απελευθέρωση. Η διαφορά μεταξύ του τότε και του τώρα είναι πως κάπως έγινε και το πορνό -ή η θεματολογία του- υπερέβησαν τα όρια της ψυχαγωγίας «μόνο για ενήλικους» και εισέβαλαν σε κάθε σχεδόν πλευρά της καθημερινής λαϊκής κουλτούρας.
Οι Σαρακίνο και Σκοτ ορίζουν ως «πορνοποίηση» την υιοθεσία απ’τη διαφήμιση αλλά και ολόκληρη την κοινωνία ορισμένων κεντρικών θεμάτων της αμερικανικής πορνογραφίας:
Το σεξ ως διασκέδαση, η απερίφραστη εκδήλωση της σεξουαλικότητας κι η εξιδανίκευση των «κακών» κοριτσιών και των «βρώμικων» αγοριών. Η «στενή» αντίληψη για το περιεχόμενο των σχέσεων μεταξύ ανδρών και γυναικών, η κυριαρχία και η υποταγή.
Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στις φωτογραφίες που αναρτούν οι έφηβοι στα social media:
Αν δε μιμούνται σκηνές πορνό που’χουν δει, μιμούνται στα σίγουρα εμπνευσμένες απ’το πορνό εικόνες και πόζες που αφθονούν αλλού:
Δερμάτινα εσώρουχα, κορσέδες και φανταχτερές γόβες-στιλέτο, που άλλοτε αποτελούσαν σήμα κατατεθέν των πορνοστάρ, αφθονούν σήμερα στα γυμνάσια και τα λύκεια.
Μία διαφήμιση για αποσμητικό, που απευθύνεται σε έφηβα αγόρια, χρησιμοποιεί το σλόγκαν «πώς καθαρίζουν τα βρώμικα αγόρια». Η «Μπάρτον» μια εταιρεία κατασκευής σκέιτμπορντ, συνεργάστηκε με το «πλειμπόι» για να παράγει μια νέα σειρά σανίδων, που ονομάστηκε «λαβ», με σήμα αισθησιακά κόκκινα χείλη καταμεσής στο παιχνίδι.
Πάνω στα σκέιτμπορντ γράφεται το σύνθημα: «μου αρέσει να κυλιέμαι στα πάρκα.
Μου αρέσουν τα μακριά, σκληρά παιχνίδια στα παγκάκια, ιδίως αν ακολουθούνται από ένα ωραίο, ζεστό τρίψιμο».
Σ’ένα απ’τα πιο δημοφιλή παιδικά βιντεοπαιχνίδια, απεικονίζονται ψηφιακοί αστέρες του ροκ, ενώ πίσω τους μία στριπτισέζ λικνίζεται σ’ένα στύλο. Οι στριπτισέζ είναι «εντάξει», σε βαθμό να περνούν σχεδόν απαρατήρητες.
Διάβασε τη συνέχεια στην επόμενη σελίδα