Ήταν στην Τρίτη δημοτικού όταν η μικρή μου κόρη μου ζήτησε να κοιμηθεί σε μια φίλη της.
Η αλήθεια είναι ότι εκ πρώτης, δεν ενθουσιάστηκα με την ιδέα, και η πρώτη ενστικτώδης σκέψη μου ήταν να της πω ένα μεγαλοπρεπές «όχι». Αν και γνώριζα αρκετά καλά τους γονείς της φίλης της, και πολύ καλά τη συμμαθήτριά της, είχα τις επιφυλάξεις μου. Ίσως ήταν δική μου ανασφάλεια και με ζόριζε η συνειδητοποίηση ότι η μικρή ήταν έτοιμη να αποχωριστεί το κρεβάτι της και να για πρώτη φορά να μείνει μακριά από το σπίτι της, που μέχρι τώρα ήταν καταφύγιο γι’ αυτήν. Ίσως να μην της είχα εμπιστοσύνη ότι θα έχει μια κόσμια συμπεριφορά, πράγμα απαράδεκτο από την πλευρά μου, καθώς αν μη τι άλλο, με όλες τις δυσκολίες είχα μάθει στο παιδί μου πώς να φέρεται στον έξω κόσμο.
Κατάλαβα ότι σκεφτόμουν πολύ εγωιστικά από τη μία και υποτιμητικά για το ίδιο μου το παιδί από την άλλη. Το να κοιμηθεί σε μια φίλη της στην ουσία δεν ήταν κάτι κακό, αντιθέτως αποτελούσε έναν ασφαλή τρόπο για να περάσει καλά με μία φίλη της. Επίσης το να δοκιμάσει να «λειτουργήσει» σε ένα άλλο σπίτι με διαφορετικούς κανόνες και επίσης να αναγκαστεί να συμμορφωθεί σε αυτούς θέλει δεν θέλει –αυτό το τελευταίο με εξίταρε ιδιαίτερα ομολογώ – μόνο καλό θα της έκανε.
Από την άλλη το είδα σαν ένα μέσο ανεξαρτητοποίησης του παιδιού μου. Ήταν μια καλή ευκαιρία να αναλάβει την ευθύνη του εαυτού της, να δοκιμαστεί μόνη της εκτός σπιτιού χωρίς να έχει τη «μαμά» διαρκώς από πίσω της να της υποδεικνύει διαρκώς «κάνε εκείνο ή κάνε το άλλο» ή να της υπενθυμίζει τις υποχρεώσεις της. Έτσι λοιπόν είπα το μεγάλο «Ναι» και περίμενα να δω τα αποτελέσματα. Η μικρή θα έμενε στο σπίτι της φίλης της όλη την Κυριακή , θα κοιμόταν εκεί το βράδυ και το πρωί ο πατέρας της συμμαθήτριάς της θα τις πήγαινε μαζί στο σχολείο.
Εννοείται ότι της εξήγησα ότι στο σπίτι που θα πάει θα πρέπει να ακολουθήσει το πρόγραμμα της οικογένειας, ακόμα κι αν έχει αντιρρήσεις. Ότι θα πρέπει να ζητήσει άδεια για να ανοίξει το ψυγείο, να ζητήσει ευγενικά φαγητό, πετσέτα ή οτιδήποτε θελήσει και της τόνισα ότι θα πρέπει να μην δημιουργήσει ακαταστασία. Να μην πετάει τις παντόφλες της και τα ρούχα της από δω κι από κει, όπως κάνει εδώ και είναι ο μόνιμος καυγάς μας, να καθαρίσει τον νιπτήρα από τα ίχνη οδοντόπαστας που ενδέχεται να αφήσει, να διπλώσει την πετσέτα της να στρώσει το κρεβάτι της κ.λ.π Να κάνει δηλαδή όσα δεν κάνει εδώ και με βγάζει κυριολεκτικά εκτός εαυτού.
Την Κυριακή το πρωί, σηκώθηκε νωρίτερα από τις υπόλοιπες μέρες και μου ζήτησε ένα σακ βουαγιάζ για να βάλει τα πράγματά της. Της πρότεινα να την βοηθήσω αλλά μου είπε ότι θα τα καταφέρει μια χαρά μόνη της. Χωρίς να της υποδείξω εγώ πάρε εκείνο ή πάρε το άλλο, έβαλε μέσα τις πιτζάμες της, την οδοντόβουρτσά της, τις παντόφλες της και όλα όσα πίστευε ότι θα χρειαστεί. Επίσης ετοίμασε την τσάντα της για το σχολείο ώστε να είναι έτοιμη την επόμενη μέρα και διάλεξε και τα ρούχα που θα φορέσει στο σχολείο. Όλα αυτά έγιναν μέσα σε μισή ώρα, τακτικά, περιποιημένα και ήρεμα, όταν καθημερινά για το ντύσιμο του σχολείου γίνεται μάχη μέσα στο σπίτι, γιατί καθυστερεί να διαλέξει τι θα φορέσει ή δεν βρίσκει που είχε βάλει τα ρούχα της. Και λογικό, καθώς όταν ανοίγεις την ντουλάπα της τα ρούχα πέφτουν στη μούρη σου σαν μια άμορφη μάζα.
Την Κυριακή με έτρωγε το χέρι μου να πάρω τηλέφωνο να ρωτήσω πως πάνε τα πράγματα, αλλά δεν το έκανα. Σκέφτηκα πως η υπερβολική ανησυχία δεν οδηγεί πουθενά. Άλλωστε είχαμε συνεννοηθεί πως αν ήθελε να γυρίσει σπίτι και γενικά για οτιδήποτε χρειαζόταν θα μου τηλεφωνούσε και θα ήμουν δίπλα της σε ένα λεπτό. Τίποτα από όλα αυτά δεν συνέβη. Η μικρή δεν με πήρε τηλέφωνο όλη μέρα, πράγμα που μου έδειξε ότι περνάει καλά.
Την επόμενη, μίλησα με την μητέρα της φίλης της, η οποία την χαρακτήρισε «υπόδειγμα τάξης και ευγένειας» , λέγοντάς μου ότι δεν δημιούργησε απολύτως κανένα πρόβλημα, καμία ακαταστασία, δίπλωσε μόνη της τα πράγματά της και αυτοεξυπηρετήθηκε τέλεια. Μάλιστα προθυμοποιήθηκε να πλύνει τα πιάτα μετά το φαγητό!!!
Ομολογώ πως εντυπωσιάστηκα που η ακατάστατη κόρη μου ήταν μια μικρή κυρία στο ξένο σπίτι και νομίζω ότι πέρασε το τεστ με μεγάλη επιτυχία. Όταν η μικρή γύρισε από το σχολείο τη ρώτησα για την εμπειρία της. Μου είπε ότι ήταν μια αξέχαστη Κυριακή για εκείνη και θα ήθελε πολύ να της επιτρέψω το ξανακάνει. Μου περιέγραψε σχολαστικά το σπίτι της φίλης της. Μου είπε ότι της άρεσε που έχουν σκύλο, ενώ εμείς δεν έχουμε, ότι θα ήθελε κι εκείνη ένα συγκεκριμένο φωτιστικό στο δωμάτιό της, ότι η μαμά της μαγειρεύει καταπληκτικό σνίτσελ και ότι εκεί το πρωί δεν τρώνε κορν φλεικς αλλά τηγανίτες. Μου είπε ότι ήταν άψογη, ότι έστρωσε το κρεβάτι της και τακτοποίησε τα πράγματά της χωρίς να αφήσει τίποτα στη μέση.
Όταν τελείωσε η συζήτηση μας αυτό το «υπόδειγμα τάξης και ευγένειας» κατευθύνθηκε στο δωμάτιό της έβγαλε τα παπούτσια της και πέταξε το ένα στην Ανατολή και το άλλο στη Δύση…
Διαβάστε επίσης: