Η πειθαρχία συχνά μπαίνει σε δεύτερη μοίρα στις οικογένειες. Οι πολυάσχολοι γονείς νιώθουν ήδη ενοχές για τον ελάχιστο χρόνο που περνάνε με τα παιδιά τους. Πόσο μάλλον να θέλουν να “σπαταλήσουν” αυτόν τον λίγο χρόνο με αντιπαραθέσεις και θυμό. Για αυτό, πολύ συχνά δεν έχουν κανένα πρόβλημα να προσπεράσουν ζητήματα πειθαρχίας.
Οι περισσότεροι από μας προσπαθούμε να ασκούμε πειθαρχία με μία σχετική μετριοπάθεια. Στο γραφείο μου, οι γονείς έρχονται και ρωτούν ξανά και ξανά ποιες “παραβάσεις” των παιδιών αξίζουν πειθαρχικές ενέργειες. Θα πρέπει να πειθαρχήσω το παιδί μου επειδή είναι αγενές, επειδή δεν διαβάζει τα μαθήματά του, λέει ψέματα για το βαθμό που πήρε στο τεστ, αργεί να γυρίσει στο σπίτι ενώ έχει χρονικό όριο;
Ενώ αυτά τα ερωτήματα σαφώς και είναι σημαντικά, λίγοι γονείς έχουν την αντοχή να αξιολογούν μεμονωμένα και καθημερινά τα “παραπτώματα” του παιδιού τους. Είναι ευκολότερο, τόσο για τους γονείς όσο και για τα παιδιά, οι γονείς να αναπτύσσουν μια γενική στρατηγική πειθαρχίας, που είναι σταθερή, δίκαιη κι ευέλικτη και που θέτει τέλος στις ατέρμονες συζητήσεις σχετικά με το τι επιτρέπεται και τι όχι στο σπίτι.
Το σημαντικότερο είναι να θυμάστε πως η πειθαρχία λαμβάνει χώρα μέσα στην σχέση γονιού – παιδιού.
Η στοργική σχέση μεταξύ γονιού και παιδιού αποτελεί την βάση και παρέχει τις σταθερές που θα χρειαστούν τα παιδιά μας για να αντιμετωπίσουν τα σκαμπανεβάσματα της ζωής, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων στη σχέση τους με εμάς. Επίσης, μια καλή σχέση μας διευκολύνει πολύ ώστε να πειθαρχούμε αποτελεσματικά τα παιδιά μας. Μπορούμε να μάθουμε κάθε είδους τεχνική πειθαρχίας, αλλά σίγουρα θα αποτύχουμε αν δεν έχουμε μια βαθιά, ζεστή σχέση με το παιδί μας. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν θα έχουμε στιγμές μεγάλης απογοήτευσης ή θυμού. Αυτό θα συμβεί σίγουρα. Θα υπάρξουν στιγμές που θα μισήσουμε τον ρόλο του “κακού”, του γονιού που επιβλέπει, θέτει όρια, επιβάλλει συνέπειες και στην πορεία προκαλεί τον θυμό των παιδιών του. Όμως είναι κι αυτό μέρος της “δουλειάς” και το τίμημα του να είσαι γονιός και προκειμένου να διατηρήσουμε την ψυχική μας υγεία, είναι απαραίτητο να αναγνωρίσουμε πόσο απαιτητικός και δύσκολος μπορεί να γίνει αυτός ο ρόλος.
Αποφασιστικότητα: Ξεκάθαρα όρια
Πολλές μελέτες έχουν δείξει πως ο αποφασιστικός γονικός έλεγχος συνδέεται με παιδιά που μπορούν να φροντίσουν τον εαυτό τους, είναι επιτυχημένα στο σχολείο, παρουσιάζουν σωστή συναισθηματική ανάπτυξη κι είναι πιο ευτυχισμένα. Ίσως οι γονείς που μπορούν να διατηρήσουν αποφασιστικό έλεγχο έχουν μέσα τους λιγότερες αμφιβολίες σχετικά με την άσκηση γονικής εξουσίας, και καταφέρνουν καλύτερα να διατηρούν ξεκάθαρα και μη αμφιλεγόμενα όρια μεταξύ γονιού και παιδιού.
Αυτή η σαφήνεια των ρόλων, των προσδοκιών και των συνεπειών είναι εξαιρετικά χρήσιμη, καθώς τα παιδιά και οι έφηβοι καλούνται να λάβουν αποφάσεις μη έχοντας εμπειρία για τις καταστάσεις που αντιμετωπίζουν. Παρά τη φαινομενικά ανεξάντλητη αντιδραστικότητα των εφήβων, όταν οι γονείς είναι ξεκάθαροι σχετικά με τις προσδοκίες τους και όταν προσδιορίζουν με σαφήνεια τη συνέπεια για τις μη αποδεκτές συμπεριφορές, τότε οι έφηβοι είναι πολύ πιο ικανοί να ανταποκρίνονται στα πρότυπα των γονιών τους.
Ο αποφασιστικός έλεγχος πρέπει να εγκαθιδρυθεί νωρίς στη ζωή ενός παιδιού. Αν πείτε “Δεν μπορείς να κάνεις ποδήλατο με τους φίλους σου σήμερα γιατί ήσουν απρόσεκτος χθες”, θα πρέπει να το εννοείτε. Οι γονείς είναι συχνά παραχωρητικοί στις “παρασπονδίες” των παιδιών τους για διάφορους λόγους, όπως επειδή “κατά τα άλλα είναι τόσο καλό παιδί” ή “ήδη φαίνεται στενοχωρημένη, δεν μπορώ να την δυσκολέψω άλλο” ή απλά επειδή είναι και οι ίδιοι πολύ εξαντλημένοι ή πολύ δυστυχισμένοι για να μπουν σε μάχη με το έφηβο παιδί τους. Ανεξαρτήτως των λόγων, τα παιδιά βιώνουν την έλλειψη ορίων και επίβλεψης από πλευράς των γονιών τους ως έλλειψη ενδιαφέροντος.
Απόσπασμα από το βιβλίο “Το τίμημα της αφθονίας”, εκδ. Μάρτης