Οι μέθοδοι εκπαίδευσης στον ύπνο και οι επιπτώσεις τους
Η φυσιολογία του βρεφικού ύπνου διαφέρει αρκετά από αυτήν των ενηλίκων, κυρίως ως προς τη χρονική διάρκεια και τη συχνότητα των κύκλων REM – non-REM. Ο ύπνος των βρεφών χαρακτηρίζεται από συχνά ξυπνήματα, τα οποία είναι απαραίτητα για την επιβίωση του βρέφους, το οποίο, ως ατελής οργανισμός, έχει ανάγκη από:
- συχνή σίτιση,
- επαφή δέρμα με δέρμα (για λόγους συναισθηματικής, ψυχολογικής αλλά και οργανικής ανάπτυξης),
- συναισθηματική επανασύνδεση με γονέα (ιδίως στο σύγχρονο τρόπο ζωής),
- βέλτιστη ανάπτυξη εγκεφάλου,
- αποφυγή μεγάλων περιόδων σε non REM, με στόχο τη βέλτιστη ανάπτυξη του εγκεφάλου, αλλά και
- προστασία από ΣΑΒΘ, που έχει συσχετιστεί με μακρές περιόδους ύπνου στα βρέφη.
Αυτή είναι η φυσιολογική κατάσταση στα μωρά μας, όμως πολλές οικογένειες δεν το γνωρίζουν και θεωρούν τα ξυπνήματα των βρεφών ως «πρόβλημα» – παρανόηση που, δυστυχώς, μεγεθύνουν οι διαφημίσεις, οι παροτρύνσεις από διάφορους «ειδικούς» και μη, κτλ. Αντιθέτως, περιμένουν ότι τα βρέφη και τα μωρά κοιμούνται πολλές συνεχόμενες ώρες τη νύχτα, όπως και οι ενήλικες… και μάλιστα τις ώρες που βολεύει τους εργαζόμενους γονείς τους. Ένα βασικό ερώτημα για πάρα πολλές Ελληνικές οικογένειες είναι ποιος είναι ο φυσιολογικός ύπνος, «πόσο» πρέπει να κοιμάται ένα μωρό και πώς λύνουμε το «πρόβλημα» του μη συνεχόμενου ύπνου.
Αναζητώντας με αγωνία και αρκετό άγχος οι νέοι γονείς μια απάντηση στη «πόσο» ΠΡΕΠΕΙ να κοιμάται το μωρό τους, καταφεύγουν σε τυποποιημένες απαντήσεις, όπως αυτές που δίνονται από τους γνωστούς πίνακες της χρονικής διάρκειας του ύπνου.
Αυτό που δεν γνωρίζουν είναι ότι οι πίνακες αυτοί ΔΕΝ δείχνουν πόσο πρέπει να κοιμούνται τα μωρά, ούτε ότι τα στοιχεία βασίζονται σε συγκεκριμένα δείγματα βρεφών και όχι σε ιατρικά ευρήματα ή μελέτες για το τι είναι «φυσιολογικό», αλλά πόσο έχουν κοιμηθεί κάποια μωρά σε συγκεκριμένα δείγματα σε συγκεκριμένες συνθήκες.
Επίσης, ξεχνούν ότι δεν είναι όλα τα μωρά ίδια, ούτε και οι συμπεριφορές και ανάγκες τους στον ύπνο είναι ίδιες –
ο χρονότυπος, δηλαδή το μοτίβο της εναλλαγής των κιρκάδιων ρυθμών του οργανισμού μπορεί να διαφέρει σημαντικά από βρέφος σε βρέφος… όπως άλλωστε και η οικογενειακή συνθήκη, αλλά και η ιδιοσυγκρασία κάθε μωρού.
Οι διάφορες σχολές ύπνου
Το 1950 θεωρείται φυσιολογικό το μωρό να κοιμάται μόνο του στην κούνια, ενώ το 1960 εντείνονται οι εκστρατείες προώθησης υποκατάστατων μητρικού γάλακτος, ενώ παράλληλα όλο και περισσότερες γυναίκες «βγαίνουν» από το σπίτι για να εργαστούν, και γρήγορα σχηματίζεται η έννοια του «καλού μωρού», που πίνει το γάλα του με το μπιμπερό και κοιμάται ήσυχο όλη τη νύχτα μόνο του στο κρεβατάκι του, στο δικό του δωμάτιο.
Φτάνουμε σιγά σιγά στη δεκαετία του 1980 όπου το 1985 ο παιδίατρος Ferber, εκδίδει το βιβλίο του Solve your child’s sleep problems το οποίο προτείνει στους γονείς τεχνικές «εκπαίδευσης στον ύπνο», γνωστές και ως «μέθοδοι ελεγχόμενου κλάματος». Με δυο λόγια, η γενική μέθοδος συνιστάται σε μωρά από 6 μηνών και πάνω και αποτελείται από διακριτά βήματα. Η μέθοδος δεν απαιτεί από το μωρό να παραμείνει μόνο του και να κλαίει μέχρις ότου εξαντληθεί και το πάρει ο ύπνος (ή λιποθυμήσει)… αλλά το αφήνει να κλαίει για ορισμένη χρονική περίοδο, την οποία ορίζει ο ειδικός και όχι η μητέρα ή το μωρό, μέχρις ότου ο γονιός να πάει κοντά στο παιδί του για να το ηρεμήσει.
Η γενική προσέγγιση «άστο να κλαίει» βασίζεται στην υπόθεση ότι το να αποκοιμιέται ένας άνθρωπος μόνος του είναι μια δεξιότητα όπως οποιαδήποτε άλλη που αναπτύσσει στη ζωή του και ότι το μωρό σας μπορεί να κατακτήσει αυτή τη δεξιότητα, εφόσον του δώσετε την ευκαιρία να το κάνει. Η κεντρική ιδέα είναι ότι αν το παιδί σας συνηθίσει να αποκοιμιέται ενώ εσείς το λικνίζετε στην αγκαλιά σας ή στην κούνια του ή θηλάζοντας το, τότε, δεν θα μάθει ποτέ να κοιμάται μόνο του. Και όταν θα ξυπνά μέσα στη νύχτα, τότε δεν θα μπορεί να ξανακοιμηθεί μόνο του. Αν το μωρό μάθει να «παρηγορείται» μόνο του τότε δεν θα σας χρειάζεται όταν ξυπνήσει.
Το ίδιο το κλάμα δεν αποτελεί στόχο της μεθόδου αλλά αναπόφευκτη «παρενέργεια» της προσπάθειας ενός μωρού να μάθει να κοιμάται μόνο του.
Οι υπέρμαχοι της πρακτικής αυτής θεωρούν ότι λίγα δάκρυα και λίγος (ελεγχόμενος) «πόνος» για μικρό χρονικό διάστημα (κατά την «εκπαίδευση») εξισορροπείται και με το παραπάνω από τα μακροπρόθεσμα οφέλη που απολαμβάνει ένα παιδί που έχει μάθει να πέφτει με ευκολία χαρούμενο για ύπνο και αφήνει και τους γονείς του να ξεκουραστούν.
Φαίνεται πως σκοπός της μεθόδου είναι να διαμορφώσει παιδιά που δεν είναι ενοχλητικά για τους γονείς τους, δηλαδή δεν ζητούν βοήθεια όταν αντιμετωπίζουν δυσκολίες στον ύπνο αλλά αναλαμβάνουν μόνα τους την ευθύνη του εαυτού τους. Η μέθοδος δεν διδάσκει στα παιδιά ΠΩΣ ΝΑ αποκοιμιούνται μόνα τους αλλά απλώς τους αποστερεί την πρόσβαση στους γονείς τους ώστε να λύσουν μόνα τους το πρόβλημα τους όπως μπορούν καλύτερα.
Έτσι οι γονείς δεν ασχολούνται με το πώς κοιμάται το παιδί τους – ούτε και με το πώς αισθάνεται…
Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, οι γονείς που «υποκύπτουν» στα αιτήματα των παιδιών τους για φροντίδα ενισχύουν την προβληματική συμπεριφορά… άρα η λύση είναι να τα βάζουν ξύπνια στο κρεβάτι τους και να τα αφήνουν μόνα τους. Το σημαντικό, είναι οι γονείς να επιμείνουν και να μην ενδώσουν στα κλάματα των παιδιών τους πριν δουν βελτίωση στη συμπεριφορά τους διότι, ιδίως τις πρώτες νύχτες, η συμπεριφορά θα χειροτερέψει, δηλαδή με πιο έντονες αντιδράσεις, ουρλιαχτά ή οργή. Δεν επιτρέπεται παρέκβαση από το πλάνο. Σε περίπτωση εμετού οι γονείς πρέπει να μαζέψουν τις ακαθαρσίες γρήγορα και μετά να ξαναφύγουν από το δωμάτιο και να συνεχίσουν την εκπαίδευση.
Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι αυτό δεν είναι εκπαίδευση αλλά κακοποίηση. Είναι βίαιη πράξη κατά του βρέφους το να το αφήνεις να κλαίει αβοήθητο. Διαβάζοντας και σε ελληνικές μεταφράσεις αρκετά τέτοια βιβλία, και μην εντοπίζοντας κανένα τίτλο στην ελληνική βιβλιογραφία που να καταδεικνύει την βιαιότητα αυτής της μεθόδου, αποφάσισα, βασιζόμενη σε ξένη βιβλιογραφία, να γράψω ένα τέτοιο βιβλίο εγώ. (Τα μωρά είναι άνθρωποι της νύχτας)
Διαβάστε τη συνέχεια στην επόμενη σελίδα