«Δεν είναι τίποτε, δεν είναι τίποτε, θα τα μαζέψω εγώ».
Το να συγχωρείτε τα πάντα δεν διδάσκει τίποτε. Το να εξαφανίζετε τις συνέπειες εμποδίζει το παιδί να μάθει. Παρ’ όλο που είναι φυσιολογικό να κάνουμε τα πάντα για ένα βρέφος, από τη στιγμή που το παιδί είναι σε ηλικία να κάνει κάτι μόνο του, είναι σημαντικό να του επιτρέπουμε να το κάνει, ώστε να μην του διδάξουμε ότι:
– είναι ανίκανο
– οι πράξεις του δεν έχουν συνέπειες και, άρα, δεν χρειάζεται να είναι προσεκτικό,
– οι άλλοι βρίσκονται στην υπηρεσία του.
Όλα αυτά δεν θα το βοηθήσουν να είναι ευτυχισμένο στη ζωή του στο μέλλον.
Επίσης, έτσι το αφήνετε μέσα στην αταξία και στην έλλειψη δύναμης. Θα το κρύψει όταν του χαμογελάτε, αλλά καθώς δεν θα έχει δοκιμάσει την υπερηφάνεια να διορθώσει τα πράγματα μόνο του, θα συντηρήσει μέσα του αυτά τα επώδυνα συναισθήματα και θα κρύψει βαθιά μέσα του.
Οπότε, πώς πρέπει να αντιδράσετε όταν κάνει κάποια «ανοησία»;
Ας σκεφτούμε με εκπαιδευτική διάθεση:
Τι θα θέλαμε να δούμε στο μέλλον αν του ξανασυμβεί κάτι παρόμοιο;
Θα θέλαμε να τον δούμε να σηκώνεται για να καθαρίσει αυτό που έκανε. Δηλαδή, να συνειδητοποιήσει τις συνέπειες των πράξεών του και να μάθει να διορθώνει τα λάθη του. Αισθάνεται, όμως, ανίσχυρος και μη καταρτισμένος ενώπιον αυτού που του συνέβη. Ας του δείξουμε ποια κατεύθυνση πρέπει να πάρει και, κυρίως, ας τον αφήσουμε να το κάνει μόνος του.
Φυσικές ή λογικές συνέπειες, διορθωτικές κυρώσεις
Παράδειγμα:
«Ω! Έπεσε το ποτήρι. Χρειαζόμαστε ένα σφουγγάρι. Υπάρχει ένα σφουγγάρι στο νεροχύτη».
Αν το παιδί είναι σε ηλικία που μπορεί να κατανοήσει ότι η πράξη του δημιούργησε το πρόβλημα, η κύρωση συχνά έχει ήδη δημιουργηθεί, είναι η φυσική ή λογική συνέπεια της συμπεριφοράς του παιδιού, είναι διδακτική καθώς κάνει το παιδί υπεύθυνο επιτρέποντάς του να υπολογίσει την έκταση των πράξεών του και του διδάσκει έναν τρόπο για να επανορθώσει.
Για να καθορίσουμε τη στάση μας, ας σκεφτούμε τα συναισθήματα του παιδιού. Όπως κι εσείς, αν σας πέσει το φλιτζάνι με το τσάι σας ή το ποτήρι με το κρασί σας στο σπίτι ενός φίλου, έτσι και το παιδί βιώνει την αταξία και την έλλειψη δύναμης. Άρα, έχει την ανάγκη να κάνει κάτι χρήσιμο για να διορθώσει την αταξία που δημιούργησε και να ανακτήσει την εικόνα που έχει για τον εαυτό του.
Χωρίς να διατάξει, βέβαια, γιατί έτσι κινδυνεύει να χάσει τα οφέλη της επανόρθωσης, ο γονέας μπορεί να δώσει οδηγίες για το τι πρέπει να γίνει.
Από την ηλικία κιόλας των τριών ετών, το παιδί θα μπει στη διαδικασία να λύσει το πρόβλημα που προκάλεσε.
Προφανώς, αν υπάρχουν γυαλιά στο πάτωμα, ο γονέας θα μαζέψει το ποτήρι, αλλά γιατί το παιδί να μην πάει να φέρει τη σκούπα και το φαράσι; Όταν η πράξη δεν έχει φυσικές συνέπειες, ο γονέας εφαρμόζει τις λογικές συνέπειες.
Για παράδειγμα:
«Πέταξες το φορτηγάκι, θα το πάρω».
Είναι σημαντικό να προσαρμόζετε το χρονικό διάστημα που το παιδί δεν μπορεί να έχει το αντικείμενο ανάλογα με την ηλικία του, ώστε η συνέπεια να είναι αποτελεσματική: όχι περισσότερο από πέντε λεπτά για ένα παιδί δύο ετών και όχι περισσότερο από μία ώρα στην ηλικία των τεσσάρων ετών.
Για να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να μεγαλώσουν καλύτερα πρέπει να επικεντρωθούμε στις λύσεις και όχι στα προβλήματα.
Απόσπασμα από το βιβλίο της Ιζαμπέλ Φιλιοζά, Τα δοκίμασα όλα
Διαβάστε επίσης:
Ιζαμπέλ Φιλιοζά | Αν μπορούσε ένα μωρό 18 μηνών να μιλήσει, να τι θα έλεγε