Δυσλεξία – “Δυσκολευόμουν πολύ, αλλά δεν ήθελα να στενοχωρήσω τη μαμά μου”

Δυσλεξία

Θυμάμαι εκείνο τον συμμαθητή μου στην ΣΤ’ Δημοτικού που συλλάβιζε κι όλους εμάς τους υπόλοιπους που χαζογελούσαμε και λέγαμε μεταξύ μας. Ούτε να διαβάσει δεν μπορεί. Είχε και λίγα κιλά παραπάνω και είχε την «τιμή» να’χει 2 ταμπέλες: χαζός και χοντρός. Τον θυμάμαι και θέλω να του πω συγγνώμη, αλλά δεν έχω ιδέα ούτε τι κάνει ούτε που βρίσκεται. Ελπίζω μόνο να’ναι καλά και να’χει φτιάξει τη ζωή του μακριά από ταμπέλες και να’ναι ευτυχισμένος.

Όταν ο δάσκαλος του ζητούσε να διαβάσει, διάβαζε όπως ένα παιδάκι Α’-Β’ Δημοτικού. Αργά, ακαταλαβίστικα πολλές φορές, με πολλά λάθη. Σχεδόν πάντα μετά από 2-3 προτάσεις ο δάσκαλος ζητούσε από ένα άλλο παιδί να διαβάσει, το οποίο περήφανο που δεν είχε το ίδιο πρόβλημα, διάβαζε γρήγορα. Ο δάσκαλος έπρεπε να κάνει το μάθημα και δεν είχε χρόνο για τον συμμαθητή μου που διάβαζε αργά. Έτσι είναι το σύστημα. Αν κάποιος είναι διαφορετικός, δεν υπάρχει χρόνος στο σχολείο ν’ασχοληθεί ο δάσκαλος μαζί του. Το πρόγραμμα πρέπει να τηρηθεί…

Το πιθανότερο είναι ότι αυτός ο συμμαθητής μου είχε δυσλεξία.

Ευτυχώς χάρη στις μελέτες που έχουν γίνει και την ευρεία πλέον αποδοχή ότι ο κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός και μαθαίνει διαφορετικά, καθώς και την διάθεση κάποιων ανθρώπων να ασχοληθούν, είναι πλέον ξεκάθαρο ότι ένα παιδί με δυσλεξία μπορεί να προχωρήσει με χαρά και αισιοδοξία στο σχολείο αρκεί να έχει την κατάλληλη υποστήριξη και ένα ευχάριστο και υποστηρικτικό περιβάλλον από τους γονείς και τους οικείους του.

Τί είναι όμως η δυσλεξία; 

Γενικά χαρακτηριστικά

Δυσκολία στην οργάνωση και ταξινόμηση των πληροφοριών, στις αλληλουχίες (μέρες, μήνες, εποχές, προπαίδεια), παρορμητικές απαντήσεις, ανώριμη συμπεριφορά, αταξία στον προσωπικό τους χώρο, άγχος και ένταση, αδύναμη μνήμη, αδεξιότητα, δυσκολία στην γραφή καθ’ υπαγόρευση/αντιγραφή από τον πίνακα (αργούν σε σχέση με την υπόλοιπη τάξη), δυσκολία προσανατολισμού και διαχωρισμού δεξιά/αριστερά.

Δυσκολίες στην ανάγνωση

Αργούν να κατακτήσουν το μηχανισμό λόγω δυσκολίας στην φωνολογική ενημερότητα. Δεν μπορούν να συνδέσουν την εικόνα με τον ήχο του γράμματος. Μπερδεύουν γράμματα που μοιάζουν είτε οπτικά είτε φωνολογικά (γ/χ,3/ε, θ/φ, π/β), κάνουν καθρεφτική ανάγνωση ή αντικαθιστούν λέξεις με συνώνυμες. Δεν χρωματίζουν τη φωνή τους, η κατανόηση κειμένου είναι μειωμένη γι’ αυτό και αποφεύγουν να διαβάζουν και λογοτεχνία, δεν δίνουν σημασία στα σημεία στίξης, χάνουν τη σειρά τους.

Δυσκολίες στη γραφή και την ορθογραφία

Παραλείπουν γράμματα ή συλλαβές, προσθέτουν εκεί που δεν χρειάζεται, αντικαθιστούν γράμματα με ομόηχα όπως και στην ανάγνωση, δεν τονίζουν, δεν βάζουν σημεία στίξης, δεν χρησιμοποιούν κεφαλαία, δεν κρατάνε σωστές αποστάσεις ανάμεσα στις λέξεις, είναι κακογράφοι, δεν έχουν χρονική αλληλουχία, κάνουν λάθη και στις πιο απλές καταλήξεις παρόλο που αν τα ρωτήσεις ξέρουν τον κανόνα, έχουν περιορισμένο λεξιλόγιο ενώ προφορικά μπορούν να το πουν καλυτέρα, δεν γενικεύουν κανέναν κανόνα, δυσκολεύονται να μάθουν την θεματική ορθογραφία των λέξεων.

Η διάγνωση μπορεί να γίνει επίσημα από δημόσιο νοσοκομείο ή από τα ΚΕΕΔΥ που είναι τα κέντρα αξιολόγησης ανά περιοχή. Η αναμονή μπορεί να πάρει έως και δυο χρόνια με αποτέλεσμα οι περισσότεροι γονείς να επισκέπτονται ιδιωτικά κέντρα και ειδικούς παιδαγωγούς για συντομότερη διάγνωση και άρα παρέμβαση.

Η πρώτη συνεδρία περιλαμβάνει πλήρες ιστορικό του παιδιού και των δυο γονιών και συζήτηση σχετικά με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το παιδί. Ρωτάμε πάντα αν έχει παρακαμφθεί και από τη δασκάλα του διότι είναι σύνηθες οι γονείς να παρατηρούν κάτι πριν το δάσκαλο…

Σε μια ή δυο συνεδρίες το παιδί περνά διάφορα σταθμισμένα  διαγνωστικά τεστ και τεστ νοημοσύνης ώστε να εντοπιστούν λεπτομερώς οι δυσκολίες και να σχεδιαστεί το πρόγραμμα παρέμβασης.

Αν μπει αμέσως σε πρόγραμμα μιλάμε για τουλάχιστον δυο ώρες την εβδομάδα με ειδικό παιδαγωγό και άλλες δυο με παιδοψυχολόγο.

Η ηλικία παραπομπής είναι κατά μέσο όρο 7/8 ετών και άνω (Δευτέρα/Τρίτη δημοτικού).

Νωρίτερα δεν δίνεται διάγνωση, αλλά οι ειδικοί μιλούν για στοιχεία δυσλεξίας και προληπτική παρέμβαση. Πολλές φορές αυτό καθυστερεί την πρόοδο του παιδιού γιατί οι γονείς δεν ξεκινούν άμεσα…

Το παιδί μέχρι να φτάσουμε εκεί έχει περάσει πολλές δυσκολίες και είναι απογοητευμένο.

Έχει χαμηλή αυτοπεποίθηση , θεωρεί ότι είναι χαζό, ότι δεν καταφέρνει τίποτα όσο κι αν προσπαθεί. Κλείνεται στον εαυτό του ή αποκτά παραβατική συμπεριφορά.Οι γονείς στην αρχή δείχνουν υπομονή αλλά όσο βλέπουν την εκπαιδευτική απόκλιση του παιδιού τους εκνευρίζονται, χάνουν την υπομονή τους, ρωτούν το δάσκαλο τι να κάνουν και αυξάνουν τον όγκο μελέτης, κάτι το οποίο είναι καταστροφικό.

Αν και όταν τελικά, χάρη στη διάγνωση, το πρόβλημα αποκτήσει όνομα και τρόπο αντιμετώπισης ο ειδικός γίνεται ο άνθρωπος που θα λύσει τα πάντα. Θα διαβάσει το παιδί, θα δώσει οδηγίες στους γονείς, θα απομακρύνει τις τύψεις, θα οργανώσει όλη τη καθημερινότητα της οικογένειας από την αρχή και θα φέρει ισορροπία ξανά στις κλονισμένες σχέσεις. 

Οι γονείς νιώθουν πιο ασφαλείς επειδή ξέρουν τους βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους και είναι συγκεκριμένα πλέον αυτά που θα δουλευτούν. Είναι δύσκολο για τον ειδικό να κερδίσει και τους δυο γονείς. Είναι όμως το κλειδί για την επιτυχία του προγράμματος. Κάθε γονιός θα βάλει το παιδί του πάνω από όλα και μόλις η παρέμβαση αρχίσει να έχει αποτελέσματα θα είναι και εκείνοι πιο συνεργάσιμοι.

Από την εμπειρία μου ως ειδικός έχω παρατηρήσει ότι το παιδί στην αρχή έχει την εντύπωση ότι η ειδική παιδαγωγός είναι άλλη μια δασκάλα που θα το φορτώσει με λέξεις, ανάγνωση, βαρετές πράξεις και απομνημόνευση και δεν είναι πάντα θετικό. Μπορεί να είναι συνεργάσιμο αλλά δεν σε αφήνει να το πλησιάσεις. Φοβάται να απαντήσει μήπως πάλι κάνει λάθη, ντρέπεται και δεν ανοίγεται αν δεν εδραιωθεί πρώτα η σχέση με τον ειδικό. Σιγά σιγά και πάντα με στόχο πρώτα την αύξηση της αυτοπεποίθησης του δουλεύουμε όλους τους τομείς των δυσκολιών του με τις σωστές τεχνικές. Το παιδί αρχίζει να βελτιώνεται, είναι χαρούμενο όταν πάω για μάθημα, μου φτιάχνει ζωγραφιές, μου λέει τα νέα του σχολείου και μοιράζεται ανησυχίες και προβλήματα με γονείς και φίλους.

Δύο μικρές ιστορίες μας εξηγούν πώς μπορεί να βοηθηθεί ένα παιδί στην πράξη

1. “Ένα παιδί που δεν ήθελε να πάει σχολείο, θέλει να σπουδάσει χημικός”

Τον Α. Τον γνώρισα στη Β’ δημοτικού. Η μαμά του με κάλεσε διότι ο μικρός δεν ήθελε να ξαναπάει σχολείο, να ξανά πιάσει μολύβι και να ξανακάνει ανάγνωση. Είχε περάσει μια δύσκολη χρόνια με μια απαιτητική δασκάλα και πολλές απογοητεύσεις. Δυσκολευόταν σε όλα και όπως μου είπε ένιωθε το κεφάλι του να γυρίζει και τα γράμματα να χορεύουν κάθε φορά που προσπαθούσε να διαβάσει. Όταν πήγα δεν ήταν χαρούμενος, “άλλη μια που θα μου βάζει ασκήσεις και θα με βάζει να διαβάζω” σκέφτηκε, όπως μου αποκάλυψε καιρό μετά…

“Όμως κυρία δεν ήταν έτσι, μαζί παίζαμε με τα γράμματα, τα φτιάχναμε με πλαστελίνη, κόβαμε τις δύσκολες λέξεις στην ανάγνωση, διαβάσαμε λίστες με ίδιες περίπου λέξεις,κάναμε αφίσες με τους κανόνες της γραμματικής,ζωγραφίσαμε εικόνες πάνω στα δύσκολα γράμματα για να θυμάμαι την ορθογραφία,γράφαμε με πολλά χρώματα, κάναμε παζλ και χειροτεχνίες και ήμουν πια χαρούμενος. Έμαθα και λίγο ανάγνωση και ορθογραφία, μου αρέσει η ιστορία και τα πειράματα και τώρα με το τάμπλετ μου μπορώ και γράφω μεγάλα κείμενα με διόρθωση λαθών και δεν ντρέπομαι να τα παρουσιάσω.”

Πέμπτη δημοτικού πια, με σχεδόν άριστη επίδοση στην ανάγνωση και τη γραφή αλλά πάνω απ’όλα μ’αυτοπεποίθηση, θέλει να σπουδάσει χημικός. Ένα παιδί που οχτώ ετών δεν ήθελε να ξαναπάει σχολείο…

2. “Δυσκολευόμουν πολύ, αλλά δεν ήθελα να στενοχωρήσω τη μαμά μου”

Ο Κ. είναι μαθητής της Γ’ δημοτικού και η δασκάλα του παρατήρησε ότι αδυνατούσε να διαβάσει ακόμα και τις απλές οδηγίες στις ασκήσεις του βιβλίου της γλώσσας. Ήταν ανορθόγραφος, δεν συμμετείχε στο μάθημα πολύ, αλλά ήταν καλός στα μαθηματικά και τη μουσική. Μετά από αξιολόγηση του και από δημόσιο φορέα και από εμένα ξεκινήσαμε την παρέμβαση. Ήταν ένα πολύ συνεργάσιμο παιδί.

“Ηξερα ότι έχω πολλές δυσκολίες αλλά δεν ήθελα να στενοχώρησω τη μαμά μου. Προσπαθώ να καταλάβω τι λέει το κείμενο, αλλά κουράζομαι να διαβάσω τις λέξεις και μετά ξεχνάω τι έχω διαβάσει. Δεν θυμάμαι και πως γράφονται οι λέξεις. Όταν γράφω τις ιδέες μου θέλω να είμαι ελεύθερος. Όχι να σκέφτομαι όλα τα γράμματα και τα σημάδια (σημεία στίξης) που πρέπει να βάλω. Δεν συμμετέχω στην τάξη, γιατί δεν θυμάμαι τις λεπτομέρειες. Αν και διάβασα πολλές φορές χθες, δεν θυμάμαι και τη σωστή σειρά που έγιναν τα πράγματα.”

“Στο μάθημα με την ειδικό, διαβάζω στίχους! Είναι ωραία να μαθαίνω και ανάγνωση και ωραία τραγούδια. Ζωγραφίζω το θέμα κάθε έκθεσης πρώτα και έτσι βάζω σε σειρά αυτά που θέλω να γράψω. Μου αρέσει που έχω ημερολόγιο και γράφω ελεύθερα χωρίς να με νοιάζει τίποτα, αλλά και στα μαθήματα του σχολείου, τώρα, ελέγχω ό,τι έχω γράψει και προσθέτω αυτά που λείπουν η διορθώνω κάποια λάθη. Με δυσκολεύουν ακόμα οι κανόνες, αλλά σιγά σιγά θα τους μάθω. Για να μάθω καλύτερα την ιστορία βλέπω βιντεάκια, και έμαθα να κάνω σχεδιάγραμμα με τα πιο σημαντικά. Αν με ρωτήσει η δασκάλα ξέρω πως επιτρέπεται να κοιτάξω το χαρτί μου, κι έτσι σηκώνω το χέρι μου τώρα.”

Επιστημονική Επιμέλεια: Γιουλίνα Δούσκα, Med special Educational needs

Post Diploma in Autism spectrum disorders.

Γράφει η Έλφη Κουφογιώργου

Ακολούθησε το TheMamagers στο Instagram

Διαβάστε περισσότερα

Best of network