Παλιά Αθήνα του 1960. Άλλοι άνθρωποι, άλλες εικόνες. Τότε που δεν έβγαζες εισιτήριο σε μηχάνημα ή κάρτα διαδρομών για να επιβιβαστείς στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Τότε που έπαιρνες το λεωφορείο και έπρεπε να έχεις ψιλά πάνω σου γιατί «έκοβες» μέσα το εισιτήριο.
Τα λεωφορεία στην παλιά Αθήνα δεν είχαν σχέση με τα σημερινά. Το μόνο κοινό που είχαν ήταν το μπλε τους χρώμα. Τότε ο εισπράκτορας καθόταν στην πίσω πόρτα και έκοβε τα εισιτήρια. Θυμάμαι ότι κρατούσε κερματοδέκτη για να εισπράττει κέρματα και να δίνει τα ρέστα και ένα μικρόφωνο, από το οποίο μας ενημέρωνε τον κόσμο για τις στάσεις. Αυτό ειδικά το μικρόφωνο, με μάγευε σαν παιδί, καθώς στα μάτια μου έμοιαζε καλλιτέχνης αυτός ο απλός άνθρωπος με το καπελάκι με το γείσο σε χρώμα ποντικί.
Τότε, δεν υπήρχε ενιαίο εισιτήριο όπως σήμερα. Κάθε διαδρομή είχε την δική της τιμή που μπορεί να κυμαινόταν από 1 έως δύο δραχμές. Ο εισπράκτορας σε κάθε τερματική στάση ανακοίνωνε ότι τελείωνε το δικαίωμα των εισιτηρίων. Αν κάποιος είχε πληρώσει 1.20, θα έπρεπε να κατέβει στην στάση της αντίστοιχης τιμής.
Τον χειμώνα η καλύτερη θέση ήταν στο κουβούκλιο της μηχανής, κοντά στον οδηγό, γιατί ζεσταινόταν τόσο το κορμί και τα πόδια σου, που αψηφούσες τον βρηχυθμό που έβγαινε από τα έγκατά της.
Τα καλοκαίρια πάλι, που τα λεωφορεία κυριολεκτικά αγκομαχούσαν μαζί με τους στριμωγμένους επιβάτες, άνοιγαν όλα τα παράθυρα και οι κυρίες επιστράτευαν τις βεντάλιες που τις κουνούσαν ρυθμικά για να δροσιστούν.
Ναι, τα λεωφορεία του τότε, ήταν σκέτη ταλαιπωρία σε σύγκριση με τα σημερινά. Αλλά είναι αλήθεια πως κάθε τι παλιό μας γεμίζει με νοσταλγία. Και εντέλει, αυτό που αναπολούμε δεν είναι εκείνες τις σιδερένιες σακαράκες, αλλά την εποχή που ήμασταν ακόμα παιδιά και το μπλε λεωφορείο ήταν για εμάς κάτι μαγικό. Σαν τρενάκι του λούνα παρκ που μας πήγαινε βόλτες στην πόλη των θαυμάτων.
Έλενα Θάνου