Όταν είσαι χωρισμένη, έχεις παιδί και new entry γκομενικό παίρνεις PhD στην κατασκοπεία και μπορείς να κάνεις την Άννα Τσάπμαν να βάλει τα πιστόλια της εκεί που ξέρει.
Κι αυτό, γιατί το παιδί τον μυρίζει τον άτιμο το γκόμενο, όπως ο σκύλος τη μπριζόλα.
Από την άλλη τώρα, ο άντρας ο σωστός, ο παντελονάτος, δεν ξενερώνει με το γεγονός ότι έχεις παιδί. Αντίθετα, το ότι έκανες και ένα πέρασμα από το Λητώ, του ξυπνά όλα τα ένστικτα μαζί, τα οποία συμπυκνώνονται στην αθάνατη γκουσγκουνική φράση «τι σου κάνω μάνα μου;».
Τυχερή.
Επειδή όμως, σε αυτή τη ζωή δεν μπορείς να τα έχεις όλα, αδυνατείς να απολαύσεις στο φουλ τον ξαφνικό έρωτά σου, γιατί έχεις να ντιλάρεις εντός σου με δύο θέματα: την «αφοσιωμένη μανούλα» από τη μία και την «επιτέλους γυναίκα» από την άλλη.
Το πρωί είσαι η μυρωδάτη μάνα της διαφήμισης που φτιάχνει κολατσιό στην απαστράπτουσα κουζίνα της και αργά το βράδυ σέρνεις τη γιαγιά με τη λουλουδάτη ρόμπα και την τσοχέ παντόφλα στο σπίτι να κρατάει το παιδί και ξεπορτίζεις χωρίς να λες πού πας.
Το αυστηρό βλέμμα της, που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «Με-ποιον-πας-να-βγάλεις-τα-μάτια-σου-να-ήξερα-ντροπή-σου-είσαι-και-μάνα!», σε ακολουθεί ως την πόρτα και σε γεμίζει ενοχές που θα εξατμιστούν για λίγες ώρες. Μέχρι, δηλαδή, τα ξημερώματα που μπαίνεις στις μύτες στο σπίτι, ρετάλι σαν να δούλευες σε εξόρυξη και με πόνο καρδιάς εξαφανίζεις τα πειστήρια του εγκλήματος.
Γρήγορα-γρήγορα ξεβγάζεις κάτω από το νερό την καυτή νύχτα που πέρασες, παραχώνεις το στρινγκ και ό,τι αμαρτωλό κότσαρες πάνω σου, στον πάτο των άπλυτων, πετάς τα προφυλακτικά στο πάνω- πάνω ντουλάπι του υπνοδωματίου και γίνεσαι πάλι μαμά.
Γιατί το δύσκολο part της επιχείρησης και με την προϋπόθεση ότι το έτερον ήμισυ έχει κατανόηση Έβερεστ, είναι να παίξεις κρυφτό με το παιδί.
Το μικρό όμως, που πιάνει πουλιά στον αέρα, μυρίζει στην ατμόσφαιρα πως κάτι τρέχει με τη μαμά και δεν ξέρει πώς να το κάνει λέξεις αφού διαβάζει μόνο τις εικόνες: η μαμά τραγουδάει καψουροτράγουδα όταν πλένει τα πιάτα. Η μαμά φοράει όλο μίνι τελευταία. Η μαμά δεν τσαντίζεται όπως παλιά. Η μαμά όταν μιλάει στο τηλέφωνο κοκκινίζει σαν παντζάρι. Η μαμά χασκογελάει χωρίς λόγο. Η μαμά χάζεψε…
Ο επτάχρονος «κοριός», που λατρεύεις όσο τίποτα, τα ξέρει όλα. Γνωρίζει πολύ καλά πως “η μαμά έχει φίλο”.
Κι ας κρύβεσαι για να τον προστατέψεις χωρίς να ξέρεις ακριβώς από τι.
Ίσως από την ψευδαίσθηση ότι η σωστή η μάνα πρέπει να είναι μόνη της.