Έκανα παιδί στα 28 και από σύμπτωση ήμουν η μόνη μητέρα στην παρέα μου. Οι φίλες μου βρίσκονταν ακόμα στη φάση που ήμουν εγώ δύο χρόνια πριν: Που θα πάμε; Ποιον θα φλερτάρουμε; Τι θα φορέσουμε; Αυτό δεν σημαίνει ότι ήμασταν ένα μάτσο χαζοβιόλες, απλά όταν δεν έχεις παιδί τα ενδιαφέροντά σου, εκτός από τη δουλειά σου και τα ως προς το ζην επικεντρώνονται στο πως θα περάσεις εσύ καλά. Δεν υπάρχει πιο φυσιολογική και ανθρώπινη περίοδος από αυτήν, την οποία αναπολώ, και καλό είναι να τη ζήσει κανείς ώστε να έχει στις αποσκευές του πολλές αναμνήσεις ανεμελιάς που, θέλει δεν θέλει, χάνονται ή τέλος πάντων μειώνονται δραματικά όταν γίνεσαι γονιός.
Όταν έγινα λοιπόν μάνα, φρόντισα με νύχια και με δόντια να διατηρήσω αυτές τις φιλίες, να μην τις χάσω με τίποτα, καθώς είχαμε πολλά άλλα κοινά που μπορούσαν να κρατήσουν αυτή τη σχέση ετών ζωντανή και δεν πίστευα ποτέ ότι ένα παιδί θα μπορούσε να είναι εμπόδιο.
Τελικά δεν ήταν το παιδί εμπόδιο, αλλά η άποψη που είχαν στο τι σημαίνει να έχεις παιδί. Ήταν φορές που βγαίναμε όλες μαζί για καφέ κι εγώ είχα μαζί μου τον μπόμπιρα. Ο μικρός σαν παιδί φυσικά άπλωνε τα χέρια του σε οτιδήποτε του κινούσε τη περιέργεια. Έτσι δεν δίσταζε να σκουπίζει με τις παλάμες του το δάπεδο κάθε καφετέριας η εστιατορίου που καθόμασταν. Αμέσως εγώ τον μάζευα από κάτω, του σκούπιζα τα χέρια και του τα έπλενα με το γνωστό αντισηπτικό τζελ που είχα πάντα στη τσάντα μου για τέτοιες περιπτώσεις. Τότε άρχισαν οι ειρωνείες από την ομήγυρη “έλα μωρέ πως κάνεις έτσι, παιδί είναι”, “μην το πιέζεις, άστο να εξερευνήσει τον κόσμο” και ένα σωρό ανόητες παρατηρήσεις που κυριολεκτικά μου έσπαγαν τα νεύρα.
Μπαίναμε στο αυτοκίνητο για να πάμε όλες μαζί βόλτα και η μία επέμενε να πάρει το παιδί αγκαλιά, στο πίσω κάθισμα. Κάθε φορά έδινα μάχη να εξηγώ τα αυτονόητα. Ότι το παιδί πρέπει να καθίσει πίσω, στο κάθισμα, δεμένο με τη ζώνη του και όχι σε αγκαλιές. “Μα θα φοράω εγώ ζώνη” απαντούσε η ανίδεη φίλη. Πραγματικά είχα κουραστεί να επαναλαμβάνομαι και να λέω ότι ακόμα κι αν εσύ βάλεις ζώνη, με ένα απότομο φρενάρισμα μπορεί το παιδί να σου φύγει από τα χέρια.
Πηγαίναμε διήμερα στο σπίτι της μιας φίλης και εγώ τηρούσα πάντα ένα σχετικό ωράριο στο πρόγραμμα του μικρού, γιατί όλοι ξέρουμε πως σε αυτές τις ηλικίες, μιλάμε για 3 ετών, τα παιδάκια αποσυντονίζονται αν δεν φάνε ή δεν κοιμηθούν την ώρα που δεν έχουν συνηθίσει και τότε δεν θα περάσει κανείς καλά. Τα σχόλια έδιναν και έπαιρναν, μεταξύ αστείου και σοβαρού και ήταν φορές που ένιωθα ότι είχα προσγειωθεί σε έναν άλλον πλανήτη. Ήταν στιγμές που αναρωτιόμουν “τι δουλειά έχω εγώ εδώ με αυτές;”.
Είμαι η πρώτη που λέω ότι όλοι έχουν άποψη για τα παιδιά των άλλων. Πολλές φορές μάλιστα οι τρίτοι, είναι πιο ψύχραιμοι και πιο αντικειμενικοί και μπορούν να σου κάνουν σημαντικές υποδείξεις. Ποτέ μου δεν ακολούθησα το μόττο “όταν θα κάνεις παιδί θα καταλάβεις”, “δεν έχεις παιδί, μην μιλάς”. Όμως με τον καιρό κατάλαβα ότι όταν δεν έχεις παιδί, είναι καλό να σκέφτεσαι πριν μιλήσεις.
Δεν έχω κανένα άγχος να σκοράρω στην πανελλήνια κλίμακα βαθμολόγησης της παναγίας και αδιαιρέτου μητρότητας. Δεν διεκδικώ φωτοστέφανα ούτε έχω σκοπό να προσκομίσω σε κανέναν αποδείξεις αφοσίωσης και λίστες με θυσίες. Όμως, μας αρέσει δεν μας αρέσει, ακόμα και όταν γελάμε με αυτό, πάντα τα μικρά θα χρειάζονται μια ζακέτα, να τρέξεις από πίσω τους για να προλάβεις την στραβή που παραμονεύει στη γωνία και γενικά μια έξτρα φροντίδα στο τι θα φάνε και τι θα πιουν καθώς αναπτύσσονται.
Αν το πώς είμαι εγώ σαν μαμά δεν “κουμπώνει” με την εικόνα που έχει φτιάξει ο καθένας που είναι “έξω από το χορό” με αυτή που έχει πλάσει για τον εαυτό του ή που έχει μάθει από το σπίτι του, δεν με αφορά.
Θα παρακαλούσα λοιπόν τις φίλες μου, επειδή όντως τις αγαπώ και επειδή πραγματικά δεν θέλω να είμαι μια “αποστειρωμένη” μάνα που συναναστρέφεται αποκλειστικά με μαμάδες, να μην με κριτικάρουν στον καινούριο ρόλο μου, ειδικά όταν δεν έχουν περάσει από αυτόν. Γιατί τελικά το να μιλάς για άλλους γονείς είναι εύκολο, το να είσαι γονιός όχι και τόσο.
Γράφει η Λίνα Παπαδοπούλου
Διαβάστε επίσης:
«Εσύ δεν έχεις παιδί, άρα μην μιλάς»