Σημαντικά οφέλη στην ανάπτυξη της ικανότητας των παιδιών να μαθαίνουν φαίνεται να έχει η ανάγνωση βιβλίων από κοινού με τους γονείς. Σε μια τέτοια διαδικασία, γονείς και παιδιά διαβάζουν μαζί ενώ ο γονέας διατυπώνει ερωτήματα κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης και ενθαρρύνει το παιδί να απαντά ή να σχολιάζει. Από την πλευρά του και το ίδιο το παιδί καθοδηγείται να κάνει ερωτήσεις και να εκφράζει απορίες. Οι εικόνες, τα σχέδια και οι παραστάσεις που απεικονίζονται στις σελίδες του βιβλίου ενισχύουν την κοινή αυτή εμπειρία και η αλληλεπίδραση των μελών της οικογένειας «χτίζει» ουσιαστικά ένα πολύ ευνοϊκό μαθησιακό περιβάλλον που αναπτύσσει τις δυνατότητες του παιδιού και την εξέλιξη της μάθησης.
«Με την ανάγνωση βιβλίων από κοινού δεν εννοούμε την ανάγνωση ενός βιβλίου στη ρουτίνα του ύπνου, αλλά μια ενεργητική ανάγνωση με ανοιχτές ερωτήσεις, στις οποίες το παιδί καλείται να συμπληρώσει κάτι στην ιστορία. Όλο αυτό έχει διαπιστωθεί ότι βοηθάει πολύ στη διαμόρφωση ενός φυσικού οικογενειακού μαθησιακού περιβάλλοντος» εξηγεί, μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο καθηγητής του Τμήματος Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Θανάσης Γρηγοριάδης. Σύμφωνα με τον ίδιο, πρόκειται ουσιαστικά για μια διδακτική ευκαιρία, τον έναν από τους πέντε συνολικά πυλώνες για τη δημιουργία οικογενειακού μαθησιακού περιβάλλοντος, που περιγράφει ο ίδιος καθώς και οι Μαρία Ευαγγέλου – Τσιτιρίδου και Αικατερίνη Κρουσοράτη στο βιβλίο τους «Οικογενειακό μαθησιακό περιβάλλον. Θεωρητικές προσεγγίσεις, μέτρηση ποιότητας και καλές πρακτικές».
Κάθε στιγμή μια ευκαιρία για μάθηση
«Είναι επίσης πολύ σημαντικό να παρέχεται στο οικογενειακό περιβάλλον ένα αναπτυξιακό συνεχές, κάτι που σημαίνει ότι ο καθένας μπορεί να εκμεταλλευτεί οποιαδήποτε στιγμή και εμπειρία από την οποία το παιδί μπορεί να αποκτήσει χρήσιμη γνώση. Για παράδειγμα μπορεί να βοηθάει στην τακτοποίηση των προϊόντων όταν επιστρέφει ο γονιός στο σπίτι από τα ψώνια, μπορεί να αναλάβει την ευθύνη να ταΐζει τον σκύλο ή να τακτοποιεί το δωμάτιό του. Επίσης σε μια διαδρομή, τα μέλη της οικογένειας μπορούν να σχολιάζουν τις πινακίδες που συναντούν μπροστά τους ή στο πλύσιμο των δοντιών μπορούν να ξεκινούν μια συζήτηση για την προσωπική υγιεινή» προσθέτει ο κ. Γρηγοριάδης.
Το παιχνίδι και οι δραστηριότητες αναψυχής είναι ο τρίτος πυλώνας που διευκολύνει την καλλιέργεια του μαθησιακού περιβάλλοντος. Όπως λέει ο καθηγητής του Τμήματος Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, «το παιχνίδι μπορεί να έχει οποιαδήποτε μορφή, να είναι δραματικό ή κοινό, να περιέχει χορό, τραγουδάκια ή αναπαράσταση ενός μανάβικου. Όλα αυτά ενθαρρύνουν τη δημιουργικότητα, την έκφραση, τη φαντασία και ενδυναμώνουν το βαθμό μάθησης».
Από την άλλη πλευρά, στον πυλώνα των ψηφιακών δραστηριοτήτων ή δραστηριοτήτων χρόνου οθόνης είναι απαραίτητο να τίθενται όρια καθώς ένα παιδί δεν μπορεί να βρίσκεται για απεριόριστο χρόνο μπροστά σε ένα τάμπλετ, έναν υπολογιστή ή την τηλεόραση. Την ίδια στιγμή είναι θεμιτή η ταυτόχρονη παρουσία του γονέα ώστε να διαπιστώνει ανά πάσα στιγμή τι προβάλλεται και τι πληροφορίες παρουσιάζονται.
Το οικογενειακό μαθησιακό περιβάλλον συμπληρώνουν οι εξωτερικές δραστηριότητες (μια επίσκεψη σε μουσείο, μια θεατρική παράσταση, οι επισκέψεις στο κολυμβητήριο ή ακόμη μια βόλτα στο δάσος και μια πεζοπορία).
Έμφαση στην ποιότητα των αλληλεπιδράσεων
«Όλα τα παραπάνω οικοδομούν τον σκελετό του μαθησιακού πλαισίου το οποίο μάλιστα ενισχύεται και από την ποιότητα των οικογενειακών αλληλεπιδράσεων. Αυτό σημαίνει ότι οι γονείς οφείλουν να έχουν υπομονή, να ενθαρρύνουν τα παιδιά, να μην εστιάζουν στην αποτυχία αλλά να δίνουν σημασία στην προσπάθεια, προκειμένου και τα παιδιά να έχουν μια θετική μαθησιακή εμπειρία στην οποία να επιθυμούν να επιστρέψουν αργότερα. Στην αντίθετη περίπτωση μια συμπεριφορά αυστηρότητας και ανυπομονησίας από τους γονείς μπορεί να μειώσει τη διάθεση των παιδιών να επανέλθουν» προσθέτει.
Εξάλλου σχολιάζει ότι οι παιδαγωγοί αντιλαμβάνονται «τα παιδιά που είναι περισσότερο ή λιγότερο δουλεμένα από το σπίτι» και, όπως λέει, αυτό δεν σχετίζεται μόνο με τα μαθησιακά αποτελέσματα αλλά κυρίως με τη συναισθηματική αυτορρύθμιση του παιδιού. «Δεν είναι σημαντικό μόνο το ποιοι είναι οι γονείς και το τι κάνουν με τα παιδιά τους αλλά και με ποιον τρόπο το κάνουν αυτό» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Γρηγοριάδης.
Η έλλειψη χρόνου το μεγαλύτερο πρόβλημα των γονέων
Στο ερώτημα ποιες είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι περισσότεροι γονείς, απαντάει «κυρίως η έλλειψη χρόνου» ενώ διευκρινίζει ότι το ζητούμενο δεν είναι να προσφέρει κανείς περισσότερες δραστηριότητες στο παιδί του αλλά να εμπλέκεται ο ίδιος σε δραστηριότητες μαζί του. «Αν οι γονείς το αντιληφθούν αυτό μπορούν να πάρουν πολλές ιδέες, αρκεί να αφιερώσουν περισσότερο ουσιαστικό χρόνο στα παιδιά τους κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ακόμη και μισή ώρα ποιοτικού χρόνου στην οικογένεια μπορεί να επιφέρει μεγάλο κέρδος στην ανάπτυξη των παιδιών, συγκριτικά με την παραμονή τους για αντίστοιχο χρόνο μπροστά σε μια οθόνη» τονίζει.
Υπογραμμίζει, παράλληλα, ότι τα οφέλη μπορεί να είναι πολύ σημαντικά για παιδιά που προέρχονται από ευπαθή οικογενειακά περιβάλλοντα καθώς οι παιδαγωγοί, από την πλευρά τους, μπορούν να υποστηρίξουν την οικογένεια και να προτείνουν δράσεις και υλικό που θα δημιουργήσουν μια πληθώρα ερεθισμάτων απαραίτητων για τη μάθηση και την ανάπτυξη των παιδιών. «Σήμερα οι γονείς διαφέρουμε από τους γονείς των παλαιότερων εποχών που δεν γνώριζαν πολλά πράγματα για το συγκεκριμένο θέμα. Οι νέες γενιές δείχνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τις διαδικασίες της μάθησης και της ανάπτυξης. Το μορφωτικό επίπεδο είναι υψηλότερο και οι γονείς εμπλέκονται περισσότερο» προσθέτει.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ