“Δούλα έχω γίνει”, “όλα περνάνε από το χέρι μου”, “μην πατάς έχω σφουγγαρίσει”, “αχούρι είναι το δωμάτιό σου”, “όλη μέρα καθαρίζω και δεν ακούω ούτε ένα ευχαριστώ”. Αν δεν τα έχεις πει στο παιδί σου, σίγουρα τα έχεις ακούσει από τη δική σου μητέρα. Είναι φράσεις που λέγονται καθημερινά, που ουσιαστικά, αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της οικογενειακής ζωής, και δεν τις παίρνουμε και πολύ στα σοβαρά. Ωστόσο πίσω από την εμμονή με την τάξη και την καθαριότητα της μητέρας συχνά κρύβονται πολλά θέματα που μπορεί κανείς να “διαβάσει” μόνο στα ψιλά γράμματα.
Η μητέρα που ασχολείται ψυχαναγκαστικά με την καθαριότητα, δεν συνειδητοποιεί το πλήθος των ψυχικών μικροβίων που καλλιεργεί στην καθημερινή ζωή της οικογένειας. Τη στιγμή που διαμαρτύρεται για το ρόλο της ως υπηρέτριας, που πιστοποιείται από τη συνεχή ενασχόλησή της με τον καθαρισμό του σπιτιού, δεν συνειδητοποιεί ότι έχει γίνει ένας δικτάτορας που ενοχοποιεί τη ζωή.
Θεωρεί ότι ταλαιπωρείται εξαιτίας των παιδιών της και δεν συνειδητοποιεί ότι αυτή ταλαιπωρεί αφόρητα, με το να τους στερεί το δικαίωμα να είναι φυσιολογικά παιδιά και όχι προγραμματισμένα ρομπότ. Συχνά και χωρίς να το καταλαβαίνει συμπεριφέρεται λες και τα άψυχα αντικείμενα του σπιτιού έχουν προτεραιότητα έναντι των έμψυχων όντων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο παραιτείται από το δικαίωμά της να είναι η οικοδέσποινα που δημιουργεί το θερμό κλίμα του σπιτικού και περιορίζεται στο να είναι ο φύλακας του άψυχου σπιτιού.
Εκείνος που εκνευρίζεται με τους άλλους που δεν τηρούν τους κανόνες της καθαριότητας, τους οποίους έχει ο ίδιος θέσει, τύπου “καθαρίζω και ούτε ένα ευχαριστώ δεν ακούω”, δεν συνειδητοποιεί ότι στην πραγματικότητα και αυτός θα επιθυμούσε να δραπετεύσει από την πεντακάθαρη φυλακή του. Γι’ αυτό και οργίζεται με εκείνους που το τολμούν. Εξάλλου, αυτό που στην πραγματικότητα προσπαθεί να τακτοποιήσει δεν είναι τις λερωμένες επιφάνειες των επίπλων, αλλά τις “ενοχλητικές’’ σκέψεις, που της λένε ότι με κάτι άλλο θα ήθελε να ασχοληθεί.
Οι μητέρες αυτές, θυμίζουν εκείνα τα παιδιά που ασταμάτητα διαβάζουν προκειμένου να είναι συνεπείς μαθητές στις σχολικές υποχρεώσεις τους. Φθονούν τους συμμαθητές τους που παίζουν ξέγνοιαστοι και εύχονται να τους προκύψει μια αιφνιδιαστική εξέταση για να τιμωρηθούν. Είναι όπως εκείνοι που στο φαγητό τους αφήνουν για το τέλος αυτό που τους αρέσει περισσότερο, αλλά με ζήλεια και αγωνία παρατηρούν ότι οι άλλοι ήδη ευχαριστιούνται το δικό τους.
Μία γυναίκα που ασχολείται διαρκώς με τις οικιακές εργασίες, κατά τρόπο εξουθενωτικό για την ίδια και βασανιστικό για την οικογένειά της, είναι καλό να αναρωτηθεί: τι θα έκανε αν ήταν ελεύθερη να ασχοληθεί όχι με ό,τι πρέπει αλλά με ό,τι θα ήθελε; Τότε πιθανόν να αναστατωνόταν συνειδητοποιώντας ότι έχει ξεχάσει να επιθυμεί.
Απόσπασμα από κείμενο του omada-aerostato.com με τίτλο “μικρές δικτατορίες”