Μιλούσα προ ημερών με μια φίλη παιδοψυχίατρο. Μου έδωσε πλείστες παραινέσεις για το πώς μπορεί κανείς να επιβιώσει αυτού του ορμονικού τυφώνα που πλήττει το παιδί σου όταν φτάσει στο κατώφλι της εφηβείας. Η συζήτηση μαζί της ήταν λίαν εποικοδομητική, είχε χιούμορ, αυτοσαρκασμό και πρακτικές συμβουλές. Ώσπου αποτόλμησα κάποια στιγμή να τη ρωτήσω αν η ίδια κρατάει πάντα την ψυχραιμία της. Αν υπάρχουν κάποιες στιγμές που τα τέκνα της (ένας γιος και μία κόρη) της «σπάνε» ολοσχερώς τα νεύρα. Γύρισε και με κοίταξε. Νόμιζα ότι θα με έλουζε με ένα κάρο επιστημονικές νουθεσίες, μπολιασμένες με κάμποσο παιδοψυχιατρικό jargon, ώστε να μη με εκθέσει παντελώς ωμά στην ακαταλληλότητά μου ως μητέρα. «Αστειεύεσαι; Κάθε μέρα με εκνευρίζουν. Υπάρχουν βράδια που κλείνομαι στο δωμάτιό μου και απλά κλαίω».
Καλωσήλθατε στη Σκοτεινή Πλευρά της γονεϊκότητας. Εκεί που εύθραυστα νεογέννητα με μικροσκοπικά πατουσάκια καταστρέφουν εκτός από τις θηλές σου, το νευρικό σου σύστημα και τη συζυγική σου γαλήνη. Εκεί που δίχρονα νήπια με ροδαλά μαγουλάκια παθαίνουν tantrums (εκρήξεις οργής) στην ουρά του σουπερμάρκετ και εσύ δεν ξέρεις πού να κρυφτείς. Εκεί που τρίχρονοι γοητευτικοί μπόμπιρες σου πετάνε τουβλάκια Lego στο κεφάλι και οιμώζουν κάθε φορά που αποτολμάς να βγεις μόνη από το σπίτι. Εκεί που υπέροχοι 9χρονοι επιμένουν να παίζουν μπάσκετ μέσα στο σπίτι, ουρλιάζοντας σαν δαιμονισμένοι εάν αποπειραθείς να τους θυμίσεις ότι πρέπει να διαβάσουν για το σχολείο, αν βάλεις, όπως λένε όλα τα εγχειρίδια parenting, «όρια». Εκεί που 12χρονες προέφηβοι σε κοιτάζουν σαν να είσαι το τελευταίο κατακάθι της κοινωνίας και σου δίνουν την εντολή να περάσεις έξω από το δωμάτιό τους.
Όλοι οι γονείς έχουν βρεθεί εκεί, ελάχιστοι το ομολογούν (συγκαταλέγομαι παντελώς απενοχοποιημένα στους δεύτερους). Ίσως γιατί το packaging της μοντέρνας γονεϊκότητας (attachment parenting, τρίκυκλα καρότσια, μαραθώνιοι θεατρικού παιχνιδιού κ.ο.κ.) δεν επιτρέπει μεμψιμοιρίες, γκρίνιες και παράπονα. Πρέπει να εμφανίζεσαι μονίμως χαμογελαστός/ή, ευχαριστημένος/η, πλήρης. Είναι όπως όταν συναντάς στον δρόμο γονείς με διπλό καρότσι. Χαζεύεις τα λαχταριστά διδυμάκια. Το ένα μισοκοιμάται. Στο άλλο ένα δάκρυ στέκει μετέωρο πάνω στο δεξί μάγουλο. Φορούν σικ παιδικά ρούχα που μοσχομυρίζουν. Οι γονείς περήφανοι. Η μητέρα έχει προλάβει να βάλει κι ένα χτυπητό κραγιόν, σαν να έχουν βγει από τηλεοπτικό σποτ της Αμερικής του Αϊζενχάουερ. Εσύ, όμως, μέσα σου ξέρεις τις εργατοώρες που έχουν αυτοί οι άνθρωποι ρίξει, την αϋπνία, τους κολικούς κ.ο.κ. πίσω από αυτό το καρέ ατσαλάκωτης οικογενειακής ευδαιμονίας.
Ναι, η σκοτεινή, πίσσα, πλευρά της γονεϊκότητας δεν είναι ένα παράλληλο σύμπαν. Τα παιδιά εκνευρίζουν, στενοχωρούν, αποδομούν, αποτελούν συχνά πηγή νεύρων, αυτοοίκτου, αναθεωρήσεων, ματαιώσεων, διαψευσμένων προσδοκιών, διλημμάτων, ατελείωτων καλοκαιρινών απογευμάτων με:
– Τώρα που τέλειωσες το σχολείο, θα είσαι όλη μέρα αγκαλιά με το smartphone;
Όπως είχε γράψει προ καιρού η Τζένιφερ Σίνιορ στο «Νew York Magazine», σε ένα άρθρο με υπότιτλο «Γιατί οι γονείς μισούν τη γονεϊκότητα»:
– …Σκέφτηκα μια φίλη που κάποτε έλεγε για το Παιδικό Μουσείο στο Μανχάταν: “Ωραίο μέρος, δεν λέω, αλλά αυτό που πραγματικά χρειάζεται είναι ένα μπαρ”.
Τη σκοτεινή αυτή πλευρά έχουν έρθει τα τελευταία χρόνια να ντύσουν κάμποσες έρευνες (μία από τις πλέον ζοφερές αυτή του Ρόμπιν Σάιμον, κοινωνιολόγου στο Wake Forest University της Βόρειας Καρολίνας, ο οποίος κατέδειξε ότι οι γονείς είναι πιο δυστυχείς από τους μη γονείς, ανεξαρτήτως συνθηκών, είτε δηλαδή είναι παντρεμένοι είτε single, είτε έχουν ένα παιδί είτε τέσσερα). Πολλές οι ερμηνείες που δίδονται. Κάποιοι π.χ. επιμένουν ότι η εμπειρία τού να μεγαλώνεις παιδιά έχει θεμελιωδώς αλλάξει. Έχει εντατικοποιηθεί σε σημείο εξοντωτικό για το well being των γονιών.
Ενδεικτικό το «Changing Rhythms οf American Family Life», ένα compendium στατιστικών δεδομένων από τρεις κοινωνιολόγους (Μπιάνκι, Ρόμπινσον και Μίλκι) στο οποίο αποτυπώνεται πως όλοι οι γονείς περνούν σήμερα περισσότερο χρόνο με τα παιδιά τους σε σχέση με το 1975 (π.χ. οι παντρεμένες μητέρες έχουν σήμερα 5,4 λιγότερες ώρες ελεύθερο χρόνο εβδομαδιαίως).
Η Σκοτεινή Πλευρά δεν επισκιάζει τις άλλες πλευρές. Αρκεί μόνο να βγαίνει και αυτή καμιά φορά στο φως.
Γράφει η Λένα Παπαδημητρίου