Όταν ξεκινάει η ζωή μας με το παιδί, όταν γίνεται πιο interactive, όταν μπορείς πια να συνεννοείσαι, και η επικοινωνία μαζί του δεν περιορίζεται στα “αγκού” και στα παιχνίδια, τότε επαναπροσδιορίζεσαι και αρχίζεις να ακολουθείς τον χάρτη που είχες χαράξει πριν καν ακόμα γεννήσεις. Μία από τις βασικές μου μαμαδίστικες αρχές, από αυτές που είχα ορκιστεί στον εαυτό μου ότι θα τηρώ, ήταν ότι θα είμαι μια μαμά που δεν θα λέει ποτέ ψέματα.
Μια μαμά που θα λέει πάντα την αλήθεια, όσο κι αν πονάει. Που δεν θα κρύβεται. Που δεν θα δίνει υποσχέσεις που δεν μπορεί να τηρήσει. Μια μητέρα με συνέπεια στην αλήθεια, που θα χτίσει μια σχέση εμπιστοσύνης με το παιδί της.
Δεκάδες εγχειρίδια και συζητήσεις με μητέρες μου έδειχναν το αντίθετο. Η αλήθεια είναι θεμιτή, αλλά όχι σε όλες τις περιπτώσεις.
Υπάρχουν τα λευκά ψέματα, τα κατά συνθήκη ψέματα κ.λ.π.
Μια σειρά ψεμάτων, δηλαδή, με επικάλυψη σοκολάτας, που για μένα δεν τα κάνει λιγότερο ψέμματα. Χωρίς καθόλου φόβο και πάθος ακολούθησα τον δρόμο της αλήθειας και μετά από 2 χρόνια μπορώ να πω πως είναι το καλύτερο που μπορεί να κάνει κάθε γονιός για το παιδί του.
Ο γιος μου ξέρει από μικρός πως όταν φεύγω πηγαίνω στη δουλειά, ότι η δουλειά μου, μου αρέσει και δεν είναι μια μορφή θυσίας για να μην του λείψει τίποτα. Ξέρει πως αν δεν είμαι σπίτι το βράδυ, θα το κάνω γιατί έχω ανάγκη να βγω με τις φίλες μου ή με τον πατέρα του και όχι γιατί έχω ένα σοβαρό meeting.
Ξέρει πως όταν κλαίω δεν μπήκε ένα σκουπιδάκι στο μάτι μου, αλλά πονάω στ’αλήθεια γιατί κάτι ή κάποιος μ’έχει πληγώσει. Ξέρει ότι ο οδοντίατρος μπορεί να τον πονέσει, ότι το εμβόλιο είναι ένα δυσάρεστο τσίμπημα, αναγκαίο όμως.
Ξέρει ότι η γάτα μας πέθανε και δεν χάθηκε και ότι κάποια στιγμή πεθαίνουμε κι εμείς.
Μέσα από αυτήν την διαδικασία, η οποία δεν είναι εύκολη, ο μικρός έχει μάθει να με εμπιστεύεται. Έχει μάθει να ρωτάει, γνωρίζοντας πως αυτό που θα του πει η μαμά είναι πέρα για πέρα σωστό. Έχει καταλάβει ότι σέβομαι την προσωπικότητά του και δεν τον παραμυθιάζω ή δεν υποτιμώ τη νοημοσύνη του.
Ξέρει ότι κρατάω τον λόγο μου κι έτσι μαθαίνει να κρατάει τον δικό του.
Ξέρει ότι είναι ανθρώπινο να έχεις νεύρα. Να κλαις. Να θες να μείνεις για λίγο μόνος σου για να σκεφτείς και μαθαίνει κι εκείνος να εκφράζει τα συναισθήματά του, τις ανάγκες του και να μην τα κρύβει.
Με τα χρόνια οι υποσχέσεις και οι αλήθειες που πρέπει να ξεστομίσεις ή να παραδεχτείς είναι όλο και πιο δύσκολες, καθώς οι ερωτήσεις που σου απευθύνουν τα παιδιά γίνονται όλο και πιο βαθιές. “Όταν πεθαίνουμε που πάμε;”, “Όταν κάποιος σου κάνει κακό τον συγχωρείς;”, “Εχθές το βράδυ γιατί τσακώθηκες με τον μπαμπά;”.
Οι απαντήσεις μου είναι πάντα η αλήθεια, με τρόπο κατανοητό, ανθρώπινο, χωρίς στολίδια αλλά ούτε και ωμότητες.
Τα παιδιά το εκτιμούν αυτό.
Τα παιδιά ξέρουν μέσα τους πότε τους λέμε ψέμματα.
Και επίσης ξέρω βαθιά μέσα μου πως είναι καλύτερα να τους λέω εγώ την όποια αλήθεια, από το να την μάθουν από κάποιον άλλον. Και υπάρχουν πολλοί καλοθελητές εκεί έξω.