Η εξάντληση γίνεται ο μόνιμος σύντροφός μας. Αν και πολλές από εμάς αγαπάμε τη δουλειά μας, υπάρχει μια συνεχής αγωνία πως δεν τα καταφέρνουμε και τόσο καλά προσπαθώντας να συνδυάσουμε καριέρα, οικογένεια και προσωπικές ανάγκες. Όταν κάτι απ όλα αυτά θα πρέπει να μείνει πίσω, συνήθως είναι οι δικές μας ανάγκες, αυξάνοντας έτσι το αίσθημα απομόνωσης, πικρίας και ενοχής. Το αμερικανικό όνειρο τού «έχω τα πάντα», οικογένεια, καριέρα, χρήματα και ευκαιρίες, παίρνει δυσάρεστη μάλλον παρά ικανοποιητική μορφή, καθώς οι φιλόδοξες γυναίκες με υψηλές προσδοκίες, τόσο από τον εαυτό τους όσο και από τους άλλους, νιώθουν ότι πνίγονται. Καταφεύγοντας ακόμα περισσότερο στη δουλειά δημιουργούνται περισσότερα οικογενειακά προβλήματα, ενώ αφήνοντας τη δουλειά πίσω περιορίζονται οι ευκαιρίες για πρόοδο.
Οι περισσότερες γυναίκες, τόσο πελάτισσές μου όσο και φίλες ή συνάδελφοί μου, έχουν παντού ανοιχτά μέτωπα προκειμένου να κάνουν τα διαφορετικά κομμάτια της ζωής τους -από τα οποία το καθένα μόνο του προσφέρει ικανοποίηση – ένα ικανοποιητικό σύνολο.
Οι μητέρες που επιλέγουν να μείνουν στο σπίτι και να μεγαλώσουν τα παιδιά τους αντιμετωπίζουν διαφορετικές προκλήσεις. Είναι οι μαμάδες στις οποίες απευθύνονται όλοι οι υπόλοιποι.
Θυμάμαι στην αρχή κάθε σχολικής χρονιάς, όταν βρισκόμουν αντιμέτωπη με ένα σωρό χαρτιά από το σχολείο, έπρεπε να αναφέρω ένα «πρόσωπο επικοινωνίας», για την περίπτωση που δεν μπορούσαν να με βρουν σε κάποια έκτακτη ανάγκη. Επέλεγα μία από τις μαμάδες της γειτονιάς που δεν δούλευαν. Το ίδιο έκαναν και όλες οι άλλες εργαζόμενες μητέρες.
Οι μαμάδες που δεν εργάζονταν κατέληγαν να παίρνουν τα άρρωστα παιδιά των εργαζόμενων μητέρων από το σχολείο. Να τα πηγαινοφέρνουν στις εξωσχολικές τους δραστηριότητες και να αντιμετωπίζουν ένα σωρό ερωτήσεις κάθε βδομάδα για το τι ώρα θα γίνει η τάδε εκδήλωση για τη νέα σχολική χρονιά από εμάς που δεν καταφέρναμε να συντονίσουμε με επιτυχία το σχολικό ημερολόγιο με την ηλεκτρονική μας ατζέντα. Υπάρχει υψηλή αίσθηση εθελοντισμού και πολλές από αυτές τις γυναίκες τελικά εργάζονται τόσες ώρες όσες και οι εργαζόμενες μητέρες προκειμένου να πηγαίνουν τα παιδιά στις δραστηριότητες, να οργανώνουν τις σχολικές επιτροπές ή να ασχολούνται με φιλανθρωπικές δράσεις.
Ορισμένες γυναίκες που άφησαν την καριέρα τους για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους ανακαλύπτουν στην πορεία πως τους λείπει η παρέα, το ενδιαφέρον και η εκτίμηση που έπαιρναν από τη δουλειά τους. Πολλές σκοπεύουν να επιστρέψουν στη δουλειά τους όταν τα παιδιά τους μεγαλώσουν. Αλλά οι περισσότερες από τις γυναίκες με τις οποίες έχω μιλήσει και οι οποίες αποφάσισαν να μείνουν σπίτι και να είναι μαμάδες «πλήρους απασχόλησης» είναι ευχαριστημένες με την απόφασή τους. Ενίοτε νιώθουν πως οι εργαζόμενες μητέρες τις υποτιμούν ή πως τα μέσα ενημέρωσης τις αγνοούν, καθώς επικεντρώνονται κυρίως στα προβλήματα των εργαζόμενων μητέρων.
Μια γρήγορη έρευνα στο Amazon.com αποκαλύπτει πως υπάρχουν ακριβώς τα διπλάσια βιβλία σχετικά με «εργαζόμενες μητέρες» σε σχέση με τις «μητέρες στο σπίτι». Αυτό μπορεί να συμβαίνει επειδή οι εργαζόμενες μητέρες αντιμετωπίζουν περισσότερα διλήμματα και ενοχές για τον διττό τους ρόλο κι έτσι αγοράζουν περισσότερα βιβλία. Ή απλά μπορεί να αντανακλά το γεγονός πως ακόμα και στις οικονομικά ευκατάστατες οικογένειες, οι περισσότερες γυναίκες εργάζονται εκτός σπιτιού.
Επικεντρωνόμαστε στη λάθος ερώτηση όταν ρωτάμε «Θα έπρεπε οι μητέρες να εργάζονται εκτός σπιτιού;». Η σωστή ερώτηση είναι: «Πώς ισορροπούμε ανάμεσα στις ανάγκες των παιδιών μας και τις δικές μας ανάγκες, ώστε να είμαστε αποτελεσματικές μητέρες και γεμάτες, ευτυχισμένες γυναίκες;».
Προφανώς, αυτές οι δύο ανάγκες δεν αποκλείουν η μία την άλλη.
Η πρώτη ερώτηση μπορεί να απαντηθεί με ευκολία. Ναι, οι μητέρες θα πρέπει να εργάζονται εφόσον το επιθυμούν. Εάν η εργασία τους τις γεμίζει και τονώνει την αίσθηση που έχουν για τον εαυτό τους. Θα πρέπει να εργάζονται εάν το επιπλέον εισόδημα που προσφέρουν δίνει την ευκαιρία για πολύτιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες και για εμπειρίες ζωής τις οποίες θεωρούν σημαντικές για τις ίδιες και για τα παιδιά τους.
Ωστόσο, η δεύτερη ερώτηση είναι πολύ πιο σύνθετη.
Απόσπασμα από το βιβλίο “Το τίμημα της αφθονίας”, εκδόσεις Μάρτης