Το έχω ακούσει πολλές φορές. Απ’ όταν ήμουν παιδί ακόμη, συγγενείς και φίλοι, το έλεγαν με καμάρι στα οικογενειακά τραπέζια, «εμένα η μάνα μου ήταν ηρωίδα, όλα τα άντεξε», «έκανε για μας αυτό, εκείνο, το άλλο…» και στη συνέχεια αράδιαζαν ένα σωρό ιστορίες που σχεδόν πάντα έδειχναν τη μάνα να υπομένει και να πονά.
Τότε, δεν ήμουν σίγουρη γιατί δεν μου άρεσε να το ακούω, αλλά θυμάμαι έντονα πως ένιωθα άσχημα όταν κάποιος ακουμπούσε τη μητέρα μου στοργικά στην πλάτη και της έλεγε «εσύ είσαι ηρωίδα!». Δεν καταλάβαινα γιατί χρειαζόταν να ειπωθεί αυτό, γιατί ήταν ηρωίδα και αν ήταν εκείνη ηρωίδα, ποιοι ήταν οι δικοί μας ρόλοι;
Θυμάμαι σαν χθες, τη μέρα που τη ρώτησα αν ένιωθε έτσι. Ήμουν έγκυος στην κόρη μου και πάνω στην κουβέντα, την ρώτησα αν θεωρεί πως είναι μια μαμά – ηρωίδα. Η απάντησή της ήταν καταφατική. Τα έχασα. Δεν ξέρω, ίσως απ’ την μεριά της, είχε δίκιο. Εγώ όμως, ένιωσα άσχημα. Για την ακρίβεια, με κυρίεψε μια αλλόκοτη θλίψη και μια επιθυμία να γυρίσω τον χρόνο πίσω και να γίνουν όλα αλλιώς. Πιο εύκολα. Πιο βατά. Πιο δίκαια. Να μην χρειαστεί κανείς να γίνει ήρωας. Κανείς να μην μείνει στη σκιά. Κανείς να μην σηκώσει στις πλάτες του όλους τους άλλους. Ένιωσα μια απέραντη θλίψη για την μάνα μου. Για την ζωή της. Γι αυτό που έβλεπα στα δυο της μάτια την ώρα που μου ψέλλισε «ξέρεις πόσα άφησα εγώ για σας;»
Αναρωτήθηκα πολλές φορές αν θα μπορούσαν να ναι όλα αλλιώς. Αν γίνεται στις δύσκολες καταστάσεις το βάρος να μοιραστεί έτσι που κανείς να μη θαφτεί, να μη λυγίσει, να μη σπάσει.
Και τότε ακριβώς, κατάλαβα ότι δεν θέλω ποτέ να γίνω μια μαμά – ηρωίδα για τα παιδιά μου. Δεν θέλω να σκεφτώ ότι θα έρθει μια στιγμή που θα με θυμούνται έτσι. Που θα νιώσουν για μένα τη θλίψη που νιώθω εγώ τώρα για τη μητέρα μου, αυτό το μικρό τσίμπημα της ευθύνης που με «τρώει» χωρίς να πρέπει.
Δεν θέλω τα παιδιά μου να με θυμούνται ως τη μαμά που στάθηκε σαν ηρωίδα. Στους γονείς μας δεν πρέπει να στήνουμε αγάλματα. Δεν χρειάζονται υστεροφημία και αναγνώριση μετά θάνατον. Δεν πρέπει να γίνονται θυσία. Δεν πρέπει να γίνονται θυσία γιατί εκτός απ’την ζωή τους που χάνεται, μας αφήνουν πίσω και μια πίκρα που δεν μπορέσαμε να κάνουμε τίποτε για να τους σώσουμε – και πώς άλλωστε; Πώς ένα παιδί μπορεί να σώσει έναν γονιό που γίνεται θυσία για εκείνο;
Σήμερα, έχω δύο κόρες και δεν έχω νιώσει ούτε για μια στιγμή πως θυσιάζω κάτι από εμένα για την οικογένειά μου. Ξέρω καλά ότι αυτό, εκτός από ένα δώρο προς τον εαυτό μου, είναι ένα δώρο και για τα παιδιά μου. Για να με θυμούνται όπως πρέπει. Χαρούμενη, ευτυχισμένη και κυρίως ολοκληρωμένη. Χωρίς κενά. Χωρίς μπαλώματα. Χωρίς απωθημένα. Χωρίς χτυπήματα στην πλάτη και φωνές που με αποκαλούν «ηρωίδα» ενώ δεν θα μπορούσα ποτέ να είμαι. Και δεν θέλω να είμαι.