Όλοι οι άντρες έχουμε περάσει την ασθένεια, την λεγόμενη «μαμακίαση», την άκρως μεταδοτική αυτή ασθένεια από μητέρα σε γιο. Κάποιοι πέρασαν ξυστά και δεν τους άγγιξε, κάποιοι γλύτωσαν μετά από μακροχρόνια κι επίπονη θεραπεία και κάποιους άλλους τους θρηνήσαμε. Εμβόλιο ακόμα δεν υπάρχει.
Γι’αυτό, αγαπητή μαμά, πρέπει να την αντιμετωπίσεις όταν ο γιος σου είναι σε πολύ μικρή ηλικία. Να την κατατροπώσεις όταν ακόμα πιστεύει ότι δεν μπορεί να έχουν εξαφανισθεί όλοι οι δεινόσαυροι. Ναι, δηλαδή τώρα. Πρέπει να σταθείς μπροστά της και να αναμετρηθείς μαζί της, σε καθημερινό επίπεδο. Αν σε νικήσει οριστικά κι αμετάκλητα, ο γιος σου θα περάσει μια ζωή… χαρισάμενη!
Καταρχάς θα ζήσει δωρεάν, χωρίς το άγχος του ενοικίου, για πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα της ζωής του, τρώγοντας ζεστό φαγητό κι έχοντας σιδερωμένα πουκάμισα. Θα αναζητά σχέσεις που σου μοιάζουν, το οποίο δεν είναι απαραίτητα κακό, γιατί είσαι μία καταπληκτική μητέρα.
Δεν ξέρω αν γνωρίζεις το (υπέροχο) βιβλίο «Ο Θεός των μικρών πραγμάτων», αλλά ουσιαστικά καλείσαι να γίνεις ακριβώς αυτό. Να προσέξεις κάθε μικρό πράγμα. Να μπαλανσάρεις, συνέχεια, συναίσθημα και λογική και να παρεμβαίνεις στη ζωή του γιου σου για να την κάνεις πιο … δύσκολη!
Πρέπει να πιάσουμε, όμως, τα πράγματα από την πολλή αρχή. Έκανες τον γιο σου, γιατί γιος σου είναι. Σίγουρα κι εμείς ως μπαμπάδες, βοηθήσαμε με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, αλλά εννέα μήνες εσύ τον είχες μέσα σου. Ανέπνεε από σένα, έτρωγε από σένα, σε κλωτσούσε, σ’εκνεύριζε, σε ηρεμούσε. Κι εννοείται ότι αυτό είναι από τα πρώτα στάδια της μαμακίασης. Και τώρα πρέπει να τον μεγαλώσεις. Σωστά; Λάθος. Τώρα, πλέον, πρέπει να τον μεγαλώσετε. Κι αν τυγχάνει να είσαι μόνη σου, τότε και πάλι πρέπει να τον μεγαλώσετε, μαζί με την αντρική σου πλευρά. Αυτή που κάθε γυναίκα έχει μέσα της και δυστυχώς την θάβει. Αυτήν την πιο αυστηρή, αλλά τρυφερή, την πιο σκληρή, αλλά γεμάτη αγάπη, την πιο κυνική, αλλά γεμάτη συναίσθημα πλευρά.
Γιατί η ισορροπία στη ζωή ενός μικρού παιδιού, τεσσάρων-πέντε χρονών, είναι μεν να του παρέχεις κάθε μέρα κι ένα καινούριο, ζεστό φαγητό αλλά και να του πεις να το αδειάσει μόνο του στα σκουπίδια και να το βάλει στο νεροχύτη. Ναι, κάθε μέρα ή πολύ συχνά, τέλος πάντων. Γιατί αυτή η τόσο μικρή λεπτομέρεια, αλλά παράλληλα τόσο σημαντική, θα γραφτεί στον εγκέφαλό του σαν μία κίνηση σχεδόν μηχανική. Κι όταν το παιδί αυτό μεγαλώσει και κάνει τη δική του οικογένεια, θα μαζεύει τα πιάτα όλης, πλέον, της οικογένειας, χαμογελώντας στη γυναίκα του, η οποία χάρη σ’αυτόν, δεν θα τρέχει πανικόβλητη, απλά θα χαζολογά, ενίοτε, με τα παιδιά της στο τέλος μιας κουραστικής μέρας.
Και την ημέρα που σου φώναξε από το σαλόνι:
«Μαμά, πεινάω, φέρε μου το φαγητό εδώ, να δω τηλεόραση» η απάντηση δεν είναι:
«Κλείσε την αμέσως και έλα στην κουζίνα να φας». Είναι όμως “έλα πάρτο μόνο σου”.
Γιατί τη μαμακίαση την νικάς απαντώντας του: «Έλα πάρτο μόνος σου».
Και αυτό θα πρέπει τώρα να το διαχειριστεί. Κι αν είσαι συνεπής και δεν κουνηθείς από την κουζίνα, σε λιγότερο από δέκα λεπτά θα έρθει να το πάρει. Ή θα μείνει νηστικός. Πιστέψέ με, θα ζήσει.
Τη μαμακίαση την ισοπεδώνεις δείχνοντάς του ότι έχει άπλετο χώρο να «κάνει το δικό του», αλλά ότι είναι ο ίδιος υπεύθυνος να το διαχειριστεί σωστά.
Άλλωστε οι σπόροι της μαμακίασης κρύβονται σε τόσο μικρές, καθημερινές ρουτίνες, όπως το φαγητό ή το ντύσιμο. Η λογική του: “Θα ανακατέψω όλες τις ντουλάπες για πάρτη μου”, αποθηκεύεται στον εγκέφαλο, υποσυνείδητα. Η βολή του: “Έχω μια καταπληκτική μαμά να με υπηρετεί και να μου κάνει όλα τα χατίρια καθημερινά” διαβρώνει το αίσθημα της αυτοσυντήρησης και της διαχείρισης καταστάσεων. Κάνει το παιδί μαλθακό. Η λογική του τίποτα δεν μου αρέσει, θέλω κι άλλα, θα γίνει δεύτερη φύση του. Κι όταν μεγαλώσει και δημιουργεί σχέσεις, θα επιλέγει πάντα την υπάκουη γυναίκα-υπηρέτρια. Συνταγή για δυστυχία.
Και κάτι ακόμα. Μάθε του να μαγειρεύει. Από πολύ μικρός. Στην αρχή να ρίξει λίγο αλάτι. Μετά, ίσως, να ανακατέψει κάτι. Στη συνέχεια, φωνάξέ τον να’ναι δίπλα σου όταν θα φτιάχνεις το πιο δύσκολο (κι ίσως αγαπημένο του) φαγητό για να βοηθήσει λίγο. Θα το λατρέψει. Και θα δει τη μαγεία του να ανακατεύει υλικά. Θα πάρει την ικανοποίηση της δημιουργίας. Κυρίως, όμως, θα εκτιμήσει τις ατελείωτες ώρες που περνάς στην κουζίνα. Και όταν, πια, μεγαλώσει κι είναι εργένης εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά σου, θα σ’ευγνωμονεί.
Ναι, ναι, θα κάνει την κουζίνα σου χάλια και ποιος μαζεύει μετά. Αν είσαι από τις τυχερές, ο άντρας σου.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Βενετάκος