Ίσως να μην είμαι ο κλασικός άντρας. Ή αυτός που μου έμαθαν να είμαι. Αυτός που όρισε η κοινωνία. Αλλά όταν γνώρισα τη γυναίκα μου, ήταν αυτή με την οποία ήθελα να κάνω τα παιδιά μου. Και της το είπα. Τρία χρόνια μετά. Και ξαφνιάστηκε ευχάριστα.
Αυτό, συνήθως το έχω ακούσει από γυναίκες προς τους άντρες τους. “Θέλω να κάνω παιδί μαζί σου“. Και τις καταλάβαινα απόλυτα, γιατί στο δικό μου μυαλό τουλάχιστον, ένα παιδί είναι προέκταση του εαυτού σου. Και όσο εγωιστικό κι αν ακούγεται, βλέπεις σε αυτό εσένα, και μετά τον άντρα, ή την γυναίκα, τον άνθρωπο που αγάπησες και το καταπληκτικό αποτέλεσμα αυτής της μοναδικής ένωσης.
Κι εγώ αυτά βλέπω στα παιδιά μου.
Στον γιο μου βλέπω τα μάτια της, που είναι βελούδινα και μελαγχολικά. Και που γελάνε. Γιατί η γυναίκα μου γελάει πρώτα με τα μάτια. Τα φρύδια κάνουν ένα τόξο, μικρές γραμμούλες σχηματίζονται στις δύο άκρες και μετά τα βλέφαρα σαν να σπάνε από κάτω, σαν να υποκλίνονται, κατεβαίνουν και μετά ακολουθεί αυτό το γάργαρο γέλιο που αγαπώ. Έτσι και ο γιος μου. Γελάει με τα μάτια, και κάθε φορά που μου γελάει είναι σαν να μου γελάνε και οι δυο μαζί. Η κόρη μου από την άλλη, αν και υποτίθεται ότι θα έμοιαζε σε εμένα, είναι η κόπια της. Ίδιες κινήσεις, ίδια ομιλία, ίδια χροιά φωνής. Και μέσα της, μια καρδιά τρυφερή, έτοιμη να δώσει, να μοιραστεί, να αγαπήσει χωρίς “γιατί” και “πώς”. Στοιχεία και αυτά της γυναίκας μου.
Όμως πέρα από το αν μου θυμίζουν τα παιδιά εκείνη, είναι σημαντικό να αγαπάς τον άνθρωπό σου, γιατί αυτή η αγάπη είναι αυτή η πρώτη ύλη με την οποία ζυμώνονται παιδιά ήρεμα, ισορροπημένα, χαρούμενα. Λένε πολλοί “μεγάλωσα σε ένα σπίτι γεμάτο αγάπη”. Και το βλέπεις στα πρόσωπά τους, στον τρόπο που σκέφτονται. Αντανακλούν ψυχική υγεία αυτοί οι άνθρωποι που βγήκαν από γονείς αγαπημένους, από γονείς με νοιάξιμο, με έρωτα που μετουσιώθηκε σε ένα συναίσθημα τόσο ενωτικό, και παράλληλα απελευθερωτικό.
Έζησα σε μια οικογένεια με αυτή την αγάπη των γονιών μου, που νίκησε το χρόνο, τις δυσκολίες και νιάτα που έφευγαν. Όσο έφευγαν τα νιάτα τους, τόσο δυνάμωνε η τρυφερότητα. Το πάθος μπορεί να μην υπήρχε, αν και εγώ το έβλεπα μπροστά μου ολοζώντανο κάθε φορά που αποκαλούσε τη μαμά μου “κορίτσι μου”. Και το κάνει μέχρι και σήμερα.