8. Δυσκολεύονται να κατανοήσουν και να αποδεχθούν ότι τα παιδιά τους μπορεί να έχουν διαφορετικές επιθυμίες,
ενδιαφέροντα και ανάγκες από τους ίδιους. Είτε αυτό αφορά σε διατροφή και παιχνίδι στις μικρές ηλικίες. Είτε σε αντιλήψεις και ενδιαφέροντα μετέπειτα.
9. Δυσκολεύονται να αποδεχθούν τις ανάγκες εξάρτησης των βρεφών και των νηπίων.
Προσπαθούν έτσι πολύ νωρίς, να τ’απογαλακτίσουν με κάθε τρόπο, πρακτικά και ψυχολογικά, «για να μην εξαρτηθούν υπερβολικά απ’αυτούς». Τα μωρά έχουν έντονες ανάγκες εξάρτησης κι αν αυτές δεν ικανοποιηθούν από τους γονείς θα ικανοποιηθούν από τρίτους. Ή, στη χειρότερη περίπτωση, το κενό θα «καλυφθεί» με ουσίες εξάρτησης. Ή θα παραμείνει και θα εκδηλωθεί με διάφορους άλλους αρνητικούς τρόπους στην ενήλικη ζωή τους, όπως το χρόνιο στρες, η κατάθλιψη, οι ψυχαναγκασμοί και άλλα.
10. Δυσκολεύονται να αποδεχθούν και να βοηθήσουν στην ανάγκη αυτονόμησης των παιδιών τους,
που αποτελεί κύριο αναπτυξιακό ζήτημα στη νηπιακή και μετέπειτα στην εφηβική ηλικία. Για παράδειγμα, συνεχίζουν να φροντίζουν ένα νήπιο ως βρέφος (παθητικό άλλαγμα, τάισμα και άλλα) είτε από έλλειψη υπομονής κι επιμονής να το βοηθήσουν ν’αυτονομηθεί είτε από μια άρνηση να δεχθούν ότι το παιδί τους δεν είναι πια βρέφος. Ή απορρίπτουν τους έφηβους που επαναστατούν και επιμένουν να τους αντιμετωπίζουν ως παιδιά. Αρνούμενοι ν’αντιληφθούν ότι το παιδί μεγάλωσε κι έχει διαφορετικές, φυσιολογικές ανάγκες κι αντιμετωπίζει τώρα άλλα αναπτυξιακά ζητήματα.
11. Χρησιμοποιούν τα παιδιά για να ξεπεράσουν δικές τους ανεπάρκειες.
Για παράδειγμα, χρησιμοποιούν, ασυναίσθητα, τα παιδιά ως μαριονέτες διασκέδασης για να προσελκύουν προσοχή. Ή αναθέτουν, υποσυνείδητα, ρόλους συντρόφου, γονέα και φίλου στα παιδιά τους. Κλασικό παράδειγμα της δεύτερης περίπτωσης αποτελεί η αντιστροφή ρόλων, όπου το παιδί φροντίζει τον καταθλιπτικό γονέα ή αναλαμβάνει τη θέση ενός εκλιπόντα γονέα.
12. Αντιμετωπίζουν το γονεϊκό τους ρόλο με επιπολαιότητα:
θεωρούν ότι τα παιδιά «μεγαλώνουν μόνα τους» και δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία οι πράξεις ή παραλείψεις τους. Θεωρούν για παράδειγμα ότι τα βρέφη, απλά, κλαίνε και δε χρειάζεται να προσπαθούν ιδιαίτερα να τα ηρεμήσουν. Τα παιδιά, γενικά, δε χρειάζονται πολλή σημασία. Αν φάνε ξύλο «δε θα πάθουν τίποτα». Ούτε αν γίνονται μάρτυρες τσακωμών και άλλων εκδηλώσεων επιθετικότητας.
Όλα αυτά είναι αποδεδειγμένο ότι βλάπτουν τον ψυχισμό των παιδιών κι επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη και το χαρακτήρα τους. Οι γονείς, όμως, που δεν είναι αρκετά ψυχικά ώριμοι για αυτό το ρόλο δε σκέφτονται πολύ τέτοια πράγματα και προτιμούν να αφιερώνουν την ενέργεια και τον ελεύθερο τους χρόνο στην ενασχόληση με πράγματα έξω από αυτούς. Δεν επιδιώκουν, δηλαδή, να μαθαίνουν περισσότερα για τον εαυτό τους, τις σχέσεις τους και την ανάπτυξη των παιδιών τους, ώστε να βελτιωθούν, αλλά προτιμούν να ασχολούνται π.χ. με την πολιτική, το ποδόσφαιρο, τη ζωή καλλιτεχνών, κοινωνικές δραστηριότητες και άλλα. Ακόμα και στη περίπτωση που αντιληφθούν ότι κάνουν κάποιο λάθος, θεωρούν ότι η επιθυμία, από μόνη της – χωρίς συγκεκριμένη προσπάθεια – είναι αρκετή για να μην επαναληφθεί.
13. Έχουν συνήθως μια «μαυρόασπρη», περιορισμένη αντίληψη των πραγμάτων, όπου όλα είναι καλά ή κακά, χωρίς ενδιάμεσους χρωματισμούς.
Έτσι, αν σε κάποια θέματα συμπεριφέρονται σωστά ή κατά περιόδους, θεωρούν ότι δε χρειάζεται να αλλάξουν κάτι ιδιαίτερο. Αν, όμως, κάποιος τους πει κάτι αρνητικό για τη συμπεριφορά τους, θεωρούν ότι υπερβάλλει και ίσως, το εκλάβουν ως προσωπική επίθεση, αντί ως μια ευκαιρία για αυτοκριτική και αυτοβελτίωση.
Συνέπειες στο παιδί από την ψυχική ανωριμότητα ενός γονέα
Κάθε παιδί έχει τη δική του προσωπικότητα και ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ δέχεται σίγουρα επιδράσεις και από άλλους παράγοντες. Ο βαθμός ωριμότητας των γονέων, όμως, επιδρά καθοριστικά στη συμπεριφορά των παιδιών. Μερικές από τις συνέπειες είναι:
● Πολύ αντιδραστικά ή / και παθητικά παιδιά
● Παιδιά που παλινδρομούν συχνά, καθυστερεί πολύ η συναισθηματική τους ανάπτυξη ή μένουν αναπτυξιακά στάσιμα, χωρίς να υπάρχει οργανική αιτία
● Παιδιά που αργούν ή και αδυνατούν να ωριμάσουν ως ενήλικες και ν’αναλάβουν ικανοποιητικά το γονεϊκό ρόλο όταν γίνουν γονείς
● Παιδιά με χαμηλή αυτοεκτίμηση, ψηλό βαθμό άγχους και κατάθλιψη, αφού νιώθουν συναισθηματική ανασφάλεια και αβεβαιότητα για την αξία τους. Συχνά αισθάνονται ότι για τους γονείς τους οι προσωπικές τους ανάγκες είναι σημαντικότερες από τις δικές τους. Κάτι το οποίο στη συνέχεια γενικεύουν θεωρώντας ότι τα δικά τους συναισθήματα και ανάγκες είναι πάντα τα λιγότερο σημαντικά.
Αντιμετώπιση του προβλήματος
Είναι πολύ σημαντικό να σημειωθεί ότι η πορεία αυτή είναι αναστρέψιμη και όσο νωρίτερα γίνουν κάποιες παρεμβάσεις, τόσο καλύτερα είναι συνήθως και τα αποτελέσματα. Παρόλο που η ψυχική ανωριμότητα ενός γονέα μπορεί να είναι ψυχικά επώδυνη και τραυματική εμπειρία για ένα παιδί, οι αρνητικές συνέπειες μπορούν να αποφευχθούν σε σημαντικό βαθμό αν ο ένας γονιός είναι ψυχικά ώριμος και αντισταθμίζει όσο μπορεί το κενό του άλλου. Επιπλέον, η εμπλοκή τρίτων πιο ώριμων ενηλίκων σε σημαντικό βαθμό, όπως συγγενών και φίλων, μπορεί να είναι καταλυτική.
Τέλος, και σημαντικότερο, αν οι γονείς αναγνωρίσουν το πρόβλημα και ζητήσουν επαγγελματική βοήθεια για να ξεπεράσουν τα δικά τους ελλείμματα, π.χ. αυτοεκτίμησης, προσοχής κλπ, θα μπορέσουν να ωριμάσουν ικανοποιητικά για να ανταποκριθούν με περισσότερη επάρκεια και να βοηθήσουν στην υγιή συναισθηματική ανάπτυξη και ευτυχία των παιδιών τους.
Λουΐζα Θεοφάνους, Συμβουλευτική Ψυχολόγος