Απορώ με τον εαυτό μου.
Εδώ και 19 χρόνια διακονώ την έδρα. Συνηθίζω να ασκώ αυτοκριτική• απέχω πολύ από το να είμαι αυτός που θα ήθελα να είμαι. Όμως, θα ήθελα το παιδί μου να έχει έναν δάσκαλο σαν κι εμένα. Και ξέρω ότι υπάρχουν κι άλλοι/ες συνάδελφοι/ισσες που πραγματικά δίνουν την ψυχή τους, παρ’ όλες τις αντιξοότητες και τις ανερμάτιστες ή και αντιεκπαιδευτικές πολιτικές που ασκούνται.
Δε ζω σε γυάλα. Ξέρω ότι πολλά παιδιά ανά την επικράτεια μένουν χωρίς καθηγητή/τρια μέχρι τα Χριστούγεννα ή και ακόμη παραπάνω.
Ξέρω ότι οι κτιριακές υποδομές των δημόσιων σχολείων δεν είναι αυτές που ονειρεύεται ένας γονιός για το παιδί του. Ξέρω ότι υπάρχουν πολλά προβλήματα σε όλα τα επίπεδα.
Μολαταύτα υπερασπίζομαι με το έργο μου, όπως –επαναλαμβάνω– και πολλοί άλλοι συνάδελφοι/ισσες, το δημόσιο σχολείο. Για να έχει κάθε παιδί σε κάθε γειτονιά αυτό που θα ήθελα κι εγώ για το παιδί μου: δασκάλους που προσπαθούν.
Θα κρυφτώ πίσω από το δάχτυλό μου. Δεν είναι ο κλάδος άμοιρος ευθυνών. Πάνω εκεί ρίζωσε -ύπουλα αλλά μεθοδικά και συντονισμένα- η μαύρη προπαγάνδα που ασκείται εδώ και χρόνια εναντίον του δημόσιου σχολείου, με αποτέλεσμα τη διαρκή απαξίωσή του.
Σε τι να ελπίζει, λοιπόν, ένας γονιός που δεν έχει τον «τρόπο» να στείλει τα παιδιά του σε ένα «καλό» ιδιωτικό σχολείο; Μα φυσικά! Σε ένα «καλύτερο» δημόσιο σχολείο, αυτό που θα ξεφεύγει από τη γενικευμένη «παρακμή»!
Κάπως έτσι αρχίζει η διάκριση, η κατηγοριοποίηση, η παραμύθα της «αριστείας», όπου τα «προικισμένα» παιδιά θα έχουν τη δυνατότητα να ανελιχθούν, να ξεφύγουν από τον βούρκο της πλέμπας.
Δύο οι καταφυγές στην περίπτωση αυτή: τα πειραματικά και τα πρότυπα σχολεία.
Στα πειραματικά, παρά τον αρχικό σχεδιασμό του υπουργείου παιδείας για εισαγωγή με εξετάσεις, το μέτρο «πάγωσε». Δικαίως, γιατί οι νέες παιδαγωγικές και διδακτικές μέθοδοι θα πρέπει να εφαρμόζονται όχι επί «αρίστων» αλλά επί τυχαίου δείγματος, σε παιδιά με ποικίλες επιδόσεις.
Στα πρότυπα όμως, ναι, εκεί μάλιστα! Εκεί θα επιλέγεται με εξετάσεις η κρεμ ντε λα κρεμ, ο ανθός της μαθητιώσας νεολαίας!
Κάπως έτσι στήθηκε το κόλπο. Πολύμηνη προετοιμασία, φροντιστήρια, μαθήματα κατ’ οίκον, ειδικά συγγράμματα• «μια επένδυση για το μέλλον του παιδιού», με αμφίβολα βεβαίως κέρδη. Και δεν αναφέρομαι τόσο στο οικονομικό σκέλος της υπόθεσης. Ούτε υπονοώ ότι τα πρότυπα σχολεία είναι ανάξια λόγου -κάθε άλλο. Εξάλλου έχω ένα παιδί που φοιτά εκεί.
Έχοντας παρακολουθήσει τον αγώνα και την αγωνία του μικρού μου γιου γι’ αυτές τις εξετάσεις, μια κούρσα που ξεκίνησε ήδη από τον περασμένο Οκτώβριο, έχω να εγείρω, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη γλώσσα την οποία και διδάσκω, σοβαρές ενστάσεις. Η τυπολογία των θεμάτων, ο τρόπος της εξέτασης, το όλο «στήσιμο» δεν αφήνουν περιθώρια για δημιουργική αφομοίωση της ύλης, για πραγματική μάθηση, για ουσιαστική βελτίωση. «Ξερές» γνώσεις, διάσπαρτες λεπτομέρειες χωρίς νόημα, γενικώς μια στείρα διαδικασία που ελάχιστη προστιθέμενη αξία κομίζει.
Για να μη μιλήσω για την εξετασιολαγνεία, τη ρετσινιά της αποτυχίας, τη διάψευση, το διαρκές άγχος, αυτό τον εξευτελισμό της προσωπικότητας εντεκάχρονων και δωδεκάχρονων παιδιών.
Απορώ με τον εαυτό μου.
Που συναίνεσα να μπει το παιδί μου σ’ αυτή τη διαδικασία. Που το υπέβαλα σ’ αυτή την άχρηστη ταλαιπωρία. Που του έδωσα λάθος μηνύματα για τη μόρφωση και τη γνώση• μια μόνο λέξη μπορεί να περιγράψει αυτό που οι δυο τους έχουν να προσφέρουν σε δασκάλους και μαθητές μέχρι τα βαθιά τους γεράματα: ΗΔΟΝΗ.
Συγγνώμη, αγόρι μου.
Κώστας Κουτρουμπάκης, φιλόλογος στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση