– Απομόνωση ή κοινωνικά προβλήματα.
Τα παιδιά προτιμούσαν να μένουν μόνα. Ήταν μυστικοπαθή. Κατσούφιαζαν πολύ συχνά. Δεν ήταν ενεργητικά. Ένιωθαν δυστυχισμένα. Ήταν υπερβολικά εξαρτημένα.
– Άγχος και κατάθλιψη:
Τα παιδιά αισθάνονταν μοναξιά. Είχαν πολλούς φόβους και ανησυχίες. Ήθελαν να είναι τέλεια. Πίστευαν πως δεν τα αγαπούν. Ένιωθαν νευρικά ή λυπημένα και καταπιεσμένα.
– Προβλήματα στη συγκέντρωση προσοχής ή στη σκέψη:
Δεν ήταν σε θέση να προσέξουν και να μείνουν ακίνητα. Ονειροπολούσαν. Ενεργούσαν χωρίς να σκεφτούν πρώτα. Ήταν υπερβολικά νευρικά για να συγκεντρωθούν. Δεν τα πήγαιναν καλά στο σχολείο. Δεν μπορούσαν να ξεκολλήσουν από μια σκέψη.
– Εγκληματικότητα και επιθετικότητα:
Συναναστρέφονταν με παιδιά που έμπλεκαν σε φασαρίες. Έλεγαν ψέματα και εξαπατούσαν τους άλλους. Απαιτούσαν την προσοχή. Κατέστρεφαν τα πράγματα των άλλων. Έδειχναν ανυπακοή στο σπίτι και στο σχολείο. Ήταν ξεροκέφαλα και κατσούφικα. Μιλούσαν πάρα πολύ. Κορόιδευαν πάρα πολύ. Ήταν θερμόαιμα.
Ενώ κανένα από αυτά τα προβλήματα μεμονωμένα δεν προκαλεί έκπληξη, αν τα εξετάσουμε όλα μαζί σαν ομάδα, θα διαπιστώσουμε ότι μεταβάλλονται σε βαρόμετρα μιας αναστροφής των συνθηκών, ενός είδους τοξικότητας που διατρέχει και δηλητηριάζει την εμπειρία των παιδικών χρόνων, και που σηματοδοτεί σαρωτικά μειονεκτήματα στις συναισθηματικές ικανότητες των μετέπειτα ενηλίκων.
Παιδιά που νιώθουν πως δεν έχουν φίλους, στρέφονται σε άλλους κοινωνικά απόβλητους, αφοσιώνονται στην περιθωριακή ομάδα τους και ζουν αψηφώντας το νόμο: είναι πέντε φορές πιο πιθανό να το σκάνε από το σχολείο, να πίνουν και παίρνουν ναρκωτικά, να διαπράττουν παραβάσεις, όπως ληστείες σε καταστήματα, κλοπές και διακίνηση ναρκωτικών ή τρομοκρατικές ενέργειες. Σημαντική διαπίστωση είναι ότι τα αντικοινωνικά κορίτσια στην εφηβεία δεν επιδίδονται στη βία αλλά στο σεξ, με όλες τις ακόλουθες συνέπειες.
Στις ΗΠΑ έχουν εφαρμοστεί προγράμματα όπως ειδικές μετασχολικές τάξεις για μαθητές που παρουσίαζαν ήπια κατάθλιψη. Παρόλο που οι συνεδρίες ήταν μόνο οκτώ, τα μαθήματα έμοιαζαν να έχουν μειώσει κατά το ήμισυ τον κίνδυνο της κατάθλιψης. Αυτό που μαθαίνει ένα παιδί σ’ αυτές τις ειδικές τάξεις είναι ότι οι διαθέσεις όπως το άγχος, η θλίψη και ο θυμός δε σε κατακλύζουν έτσι, χωρίς εσύ να έχεις οποιονδήποτε έλεγχο πάνω τους, αλλά ότι μπορείς, με αυτό που σκέφτεσαι, να αλλάξεις τον τρόπο που νιώθεις.
Σε κάποια άλλη ειδική τάξη, τα παιδιά μάθαιναν να ενεργούν με τρόπους που συναντάμε στα πιο δημοφιλή παιδιά. Για παράδειγμα προτρέπονταν να σκεφτούν εναλλακτικές προτάσεις και συμβιβαστικές λύσεις (αντί να τσακώνονται) αν διαφωνούσαν με τους κανόνες.
Να μην ξεχνούν να πιάνουν κουβέντα και να κάνουν ερωτήσεις στο άλλο παιδί στη διάρκεια του παιχνιδιού.
Να ακούν με προσοχή και να παρακολουθούν το άλλο παιδί για να δουν πώς πηγαίνει. Να κάνουν κάποιο ευγενικό σχόλιο όταν ο άλλος πηγαίνει καλά. Να χαμογελούν και να προσφέρουν τη βοήθειά τους, τις προτάσεις και την ενθάρρυνσή τους.
Αυτός ο μικρός αγώνας δρόμου για να «συγκροτηθούν» είχε ένα αξιοσημείωτο αποτέλεσμα: ένα χρόνο αργότερα, τα παιδιά που είχαν εξασκηθεί – τα οποία ας σημειωθεί, είχαν επιλεγεί επειδή ακριβώς ήταν τα λιγότερο αγαπητά στην τάξη τους- ήταν τώρα δημοφιλή, ευρισκόμενα περίπου στο μέσο όρο από άποψη δημοτικότητας. Κανένα τους δε βρισκόταν στο περιθώριο.
Τα παιδιά που είχαν υποβληθεί σε πιο ουσιαστική εκπαίδευση – η οποία περιλάμβανε άσκηση σε συναισθηματικές και κοινωνικές δεξιότητες – ήταν πολύ περισσότερο σε θέση να υπερασπίσουν τον εαυτό τους απέναντι στον κίνδυνο της θυματοποίησης. Ο κατάλογος των βασικών δεξιοτήτων που ομάδα ερευνητών συμπέρανε ότι έπρεπε να καλυφθούν, ανεξάρτητα από το είδος του προβλήματος που έπρεπε ν’ αντιμετωπιστεί, ίδιος με τον κατάλογο των στοιχείων της συναισθηματικής νοημοσύνης.
Οι συναισθηματικές δεξιότητες περιλαμβάνουν αυτεπίγνωση, αναγνώριση, έκφραση και χειρισμό συναισθημάτων, έλεγχο της παρόρμησης και υπομονή για την ανταμοιβή και, φυσικά, αντιμετώπιση του άγχους και του στρες.
Μια βασική ικανότητα, που πρέπει να’χει κανείς για να ελέγξει τις παρορμήσεις του, είναι το να μπορεί να διακρίνει τη διαφορά ανάμεσα στα συναισθήματα και στις πράξεις και να μάθει καλύτερες συναισθηματικές αποφάσεις:
– πρώτα ελέγχοντας την παρόρμηση για δράση,
– ύστερα βρίσκοντας εναλλακτικούς τρόπους δράσης και τέλος,
– σταθμίζοντας τις συνέπειες πριν από την ανάληψη της συγκεκριμένης ενέργειας.
Πολλές δεξιότητες αφορούν διαπροσωπικές σχέσεις:
– το να αναγνωρίζει κανείς τα κοινωνικά και συναισθηματικά σήματα,
– να ακούει με προσοχή,
– να είναι σε θέση να αντισταθεί σε αρνητικές επιρροές,
να μπαίνει στη θέση των άλλων και
– να καταλαβαίνει ποια συμπεριφορά είναι αποδεκτή σε κάποια συγκεκριμένη περίσταση.
antikleidi.com, απόσπασμα