Κάθε φορά που μου λες «άει παράτα μας» σκέφτομαι πως είσαι παιδί και οφείλεις στον εαυτό σου να με αποδομήσεις, να με κάνεις σκόνη, χαρτοπόλεμο για να μπορέσεις να χτίσεις το «εγώ» σου από τις στάχτες μου. Γνωρίζω πως επιτίθεσαι για να αποτρέψεις τις επιθέσεις, τρομοκρατείς για να μην γίνεται διάφανος ο φόβος σου για όσα δεν ξέρεις.
Όλες αυτές τις στιγμές της έντασης μεταξύ μας, φαντάζομαι τον εαυτό μου στην ηλικία σου, να χτυπάω πόρτες δυνατά στα μούτρα των γονιών μου, να κλείνομαι στο δωμάτιό μου και να θέλω να φάω τους τοίχους, τα σίδερα, τα κάγκελα. Να νιώθω παντοδύναμη και οργισμένη με όσους τολμούν να αμφισβητούν την παντοδυναμία μου.
Ξέρω πως σε ζορίζω με εκνευριστικούς κανόνες, που σου στερούν την εσωτερική σου ελευθερία, με «πρέπει» που δεν είναι στη φύση σου, με νουθεσίες για το ότι έτσι είναι ο κόσμος, η κοινωνία, οι άνθρωποι και «δεν μπορούμε να κάνουμε ότι θέλουμε όποτε το θέλουμε».
Συχνά νιώθω ένοχη που σε πιέζω να διαβάσεις τη στείρα γνώση, να υποκύψεις στην μη δημιουργικότητα. Να σκοτώσεις την φαντασία σου με τα ίδια σου τα χέρια για 8 ώρες καθημερινά.
Κάθε φορά που επαναλαμβάνω «δεν είναι καιρός για έρωτες, παθιασμένα μηνύματα και ονειροπολήσεις, αλλά να δεις το μέλλον σου», αμφισβητώ τον εαυτό μου, γιατί μέσα μου ξέρω, ότι τώρα είναι καιρός, ακριβώς γι΄αυτό. Για όνειρα, έρωτες, πιασμένα χέρια, δειλά αγγίγματα και πρώτα φιλιά που η μνήμη τους θα σου θυμίζει ότι «έζησες».
Και όποτε που μου λες «αμάν πια ρε μάνα» γιατί γκρινιάζω που δεν με πήρες τηλέφωνο και ανησύχησα, γιατί δεν έφαγες ούτε σήμερα σαλάτα, γιατί δεν έστρωσες το κρεβάτι σου, ξέρω ότι αν ΔΕΝ στα έλεγα θα αναρωτιόσουν αν νοιάζομαι. Απλώς δεν θέλεις να απαντήσεις «ναι», για να μην χάσεις την ταυτότητα του «αντιδραστικού» που έχεις χτίσει με τόσο κόπο. Γι’ αυτό και στο τέλος της ημέρας, μαζεύεις το βομβαρδισμένο δωμάτιο, και μασουλάς άκεφα λίγο βρασμένο μπρόκολο.
Κάθε φορά που μου λες «φτάνει πια» μετά από ένα σωρό συζητήσεις για το τι είναι σωστό και τι όχι, τα βάζω με τον εαυτό μου που προσπαθώ να σε προλάβω από τα λάθη σου, που δεν θέλω να κάνεις τα δικά μου λάθη, που προσπαθώ να σε βοηθήσω να «κόψεις δρόμο» από τις δυσκολίες και τις απογοητεύσεις. Ξεχνώ πως η εμπειρία δεν μεταδίδεται, πρέπει να χωθείς στα σκατά μέχρι το λαιμό για να μάθεις. Και θα ήθελα να μπορέσω να ανοίξω το κεφάλι σου με επέμβαση και να ρίξω μέσα όλα όσα ξέρω, όλα όσα έμαθα, όλα όσα μου κόστισαν για να καταφέρω να πορεύομαι και μετά να μην ξαναμιλήσουμε για τέτοια θέματα. Να συζητάμε μόνο για ταινίες, χοροεσπερίδες, διακοπές, το όμορφο κορίτσι που μετακόμισε δίπλα μας και για μουσική.
Κάθε φορά που μου μιλάς απότομα σκέφτομαι πως μεγάλωσα ένα γαϊδούρι. Και μόλις πάω να θυμώσω, προσγειώνεται ένα φιλί στο μάγουλό μου και ένα βιαστικό «συγγνώμη για πριν».
Κάθε φορά που μου λες «άει παράτα μας» σου απαντώ «θα σε παρατήσω και να δω τι θα κάνεις χωρίς εμένα» και γελάς και λες «έβαλες πάλι την κασέτα» και συνειδητοποιώ ότι γίνομαι η μάνα μου τελευταία… Και τότε θέλω να σου πω ότι δεν σκοπεύω να σε παρατήσω σύντομα.
Βασικά, θα είμαι εδώ για όσο με χρειάζεσαι.
Αλλά δεν στο λέω. Θα γίνουμε μελό. Και άλλωστε, τι να λέμε, τα ίδια; Το ξέρεις.
Γράφει η Χρύσα Καρβέλη
Διαβάστε επίσης:
«Μαμά χτύπησα» – Δεν χρειάζεται πανικός! Sofargen χρειάζεται!