Κάθε Ιούνιο στην Ελλάδα δίνουν πανελλήνιες και οι γονείς. Στο μάθημα της ψυχραιμίας. Δύσκολο, όσο και αν πέφτουν πάντα τα SOS. Μου συνέβη. Ούτε τη βάση δεν πιάνω. Υπήρξα, κατά γενική ομολογία φίλων, μια cool μαμά. Μέχρι που το παιδί μπήκε σε τροχιά Γ’ Λυκείου και μεταλλάχθηκα. Τα σημάδια του επερχόμενου “συνδρόμου της άδειας φωλιάς” ήρθαν πρόωρα. Φάνηκαν από την αρχή της σχολικής χρονιάς. “Αχ, τελευταία πρώτη μέρα του σχολείου”. “Βαχ, τελευταία δεύτερη/τρίτη/τέταρτη μέρα του σχολείου”. Έτσι το πήγαινα.
Οι πανελλήνιες ήταν το αποκορύφωμα. Το πρωί που βρέθηκα έξω από το σχολείο όπου διεξάγονταν οι εξετάσεις ήταν σαν να αναβόσβηναν μπροστά μου με νέον γράμματα οι λέξεις “τέλος εποχής”. Το τελειωτικό χτύπημα ήταν τα πηγαδάκια με τους υπόλοιπους γονείς. Ένα πολλαπλό déjà vu αυτά τα πηγαδάκια. Είχα την τύχη να συμπλεύσω τα χρόνια του σχολείου με τον ίδιο κύκλο ανθρώπων. Εκείνο το πρωί ήταν σαν να είχαμε μπει σε μια χρονομηχανή που μας πηγαινoέφερνε στον χωροχρόνο σαν roller coaster. Πού ήμασταν στ’ αλήθεια; Έξω από έναν παιδότοπο σε παιδικό πάρτι στο νηπιαγωγείο ή στην αίθουσα της δασκάλας στην Γ’ Δημοτικού την ημέρα “ενημέρωσης γονέων”; Στο θέατρο την ημέρα της γιορτής στην έκτη; Ή έξω από το κλαμπ στην πρώτη βραδινή έξοδο στο γυμνάσιο;
Αν όλο αυτό ήταν τηλεοπτική σειρά, τώρα στο μυαλό μου έπαιζαν σε γρήγορο μοντάζ επεισόδια από διάφορες σεζόν. The one with the kindergarten play, the one with the first clubbing ever και πάει λέγοντας. Όλα γύρω μας άλλαζαν και κυρίως τα ίδια τα παιδιά. Τα πηγαδάκια μ’ εμάς έμεναν όμως πάντα σταθερά. Κάτι έκανε ευχάριστη εκείνη την πρώτη “ψαρωμένη” μέρα των εξετάσεων και αυτό ήταν η επιστροφή στον κόσμο των συζητήσεων των μαμάδων. Ένας μικρόκοσμος που κάποτε αποτελούσε σταθερό σημείο αναφοράς στην καθημερινότητά μας. Μέχρι τις πρώτες τάξεις του γυμνασίου. Μια εφηβεία, μια ενηλικίωση και δύο καραντίνες μετά, το φαινόμενο της σύναξης μαμάδων είχε εκλείψει. Και δεν είχα καταλάβει πόσο μου είχε λείψει.
Το πιάσαμε ακριβώς από εκεί όπου το είχαμε αφήσει. Ο πλούτος πληροφοριών από 15 γυναίκες 45+ που βρίσκονται μαζί γύρω από ένα τραπέζι είναι αδιανόητα τεράστιος και περιλαμβάνει μια ευρεία γκάμα θεμάτων. Σε λίγα λεπτά είχαν απαντηθεί, για παράδειγμα, ερωτήσεις όπως: Πού έχει τα πιο σωστά μεγαλωμένα βιολογικά αβγά; Πού βρίσκεις Earl Grey τσάι ντεκαφεϊνέ; Ποια θεωρείται η καλύτερη σύμβουλος στον επαγγελματικό προσανατολισμό; Με ποιο ανθοΐαμα του Bach καταπολεμάς το στρες; Ποιο νησί των Κυκλάδων θα είναι του χρόνου “σούπα” και προλαβαίνεις δεν προλαβαίνεις να πας; Και πού γίνεται το πιο οικονομικό, αλλά με σούπερ εξελιγμένο μηχάνημα λέιζερ αποτρίχωσης;
Η αστείρευτη αυτή σκυταλοδρομία γνώσεων εναλλασσόταν με γενναίες δόσεις αθεράπευτης νοσταλγίας. Κράτησε τέσσερα τρίωρα, όσο και ο συνολικός εξεταστικός χρόνος. Δεν ήθελα να το χάσω. Ήθελα να παραταθεί. Με τα μυαλά και τα μάτια στα κάγκελα, περνούσε αργά και βασανιστικά το τελευταίο μισάωρο των πανελληνίων. Η διαδικασία έχει ως εξής: Γονέας/κηδεμόνας περιμένει παιδί/παιδιά. Παιδί/παιδιά βγαίνουν επιτέλους από σχολείο. Γονέας/κηδεμόνας συνοδεύει παιδί/παιδιά προς αυτοκίνητο χαμογελώντας και προφέροντας μονορούφι τη φράση “Καλά-αποτελέσματα-ευχαριστούμε-επίσης”. Αποχωρούν. Μετά από δύο ημέρες φτου κι από την αρχή. Η μέρα της μαρμότας επί τέσσερα.
Disclaimer. Το άγχος των γονιών για το οποίο μιλάω δεν έχει να κάνει με μια ενδεχόμενη αποτυχία των παιδιών. Η μη επιθυμητή επίδοση στις πανελλήνιες δε σήμαινε ποτέ και δε θα σημαίνει ποτέ κάτι. Η όλη φάση είναι όμως ορόσημο. Έχει τον συμβολισμό της. Φέρνει μαζί της την επόμενη σελίδα στη ζωή όλων, μικρών και μεγάλων. Και εκεί ακριβώς οφείλεται η φόρτιση που δε θα κάνει ποτέ κανέναν γονιό να τα πάει άριστα στις δικές του πανελλήνιες, στο μάθημα της ψυχραιμίας.
Από την Ελένη Στασινοπούλου, εκδότρια της Madame Figaro