Κανένα παιδί δεν είναι καημένο.
Έχω ακούσει πολύ συχνά τη φράση αυτή είτε ειπωμένη με μια συμπονετική παθητικότητα είτε με μια ειρωνική ψυχρότητα.
Σε κανένα παιδί δεν αξίζει να καταδικάζεται στην ήττα. Κάθε παιδί που ετικετοποιείται ως “καημένο” παγιδεύεται στο ρόλο που του όρισαν εγκαταλείποντας τις προσπάθειες του. Το κάθε παιδί έχει ένα δικό του τρόπο να μαθαίνει. Το ζήτημα είναι αν θέλουμε και αν μπορούμε να το βοηθήσουμε.
Τις περισσότερες φορές είμαστε καταδικασμένοι να τρέχουμε το χρόνο, να βαθμολογούμε τα λάθη, να παραβλέπουμε τα σωστά, να απαιτούμε να μάθουν όλα τα παιδιά με τον δικό μας τρόπο, στο δικό μας χρόνο και με τον ίδιο βαθμό ευκολίας. Όταν ένα παιδί δυσκολεύεται σημαίνει πως υπάρχει κάποιο εμπόδιο σωματικής, συναισθηματικής ή νοητικής φύσης. Αυτό το εμπόδιο αν το εντοπίσουμε μπορούμε ανοίγοντας το πέρασμα να το επιλύσουμε.
Στην ουσία ένα παιδί που δεν μαθαίνει με τον ίδιο τρόπο που μαθαίνουν άλλα παιδιά χρειάζεται χρόνο, προσοχή και ενέργεια. Άραγε, θέλουμε να επενδύσουμε περισσότερο χρόνο, προσοχή και ενέργεια;
Ένα παιδί για να αναπτυχθεί νοητικά χρειάζεται να ενδυναμώσει την προσοχή, την ομιλία, την αφαιρετική του ικανότητα, τη μιμητική του συμπεριφορά, το συμβολικό παιχνίδι, την μνήμη και την ανάμνηση και την ικανότητα του να ρωτάει.
Από τη στιγμή που κολλάμε την “ετικέτα” σε ένα παιδί αυτό τείνει να προσαρμόζεται στην προκατειλημμένη εικόνα που του επέβαλαν. Η μνήμη μας δεν εμπεριέχει μόνο λεκτικές αναμνήσεις στηρίζεται στην παράλληλη συνεργασία των αισθήσεων. Άρα το παιδί χρειάζεται να αλληλεπιδρά, να παρακινείται, να νιώθει, να αισθάνεται, να συγκινείται για να θυμάται, να σκέφτεται, να βρίσκει νόημα σε αυτά που κάνει, να μιλά και να εκφράζεται…
Χρειάζεται να ευνοήσουμε την αυτόνομη σκέψη των παιδιών μας. Πολλές φορές τα παιδιά κάνουν περίτεχνες ερωτήσεις που μας φέρνουν σε αμηχανία. Αυτή η αμηχανία εκνευρίζει τους περισσότερους από μας. Γιατί όμως; Εκνευριζόμαστε γιατί μας αμφισβητούν, γιατί απειλούν το κύρος μας. Κακώς. Αν αξιοποιούσαμε τις περίτεχνες αυτές ερωτήσεις των παιδιών μας θα τα βοηθούσαμε να αναπτύξουν την αυτόνομη σκέψη τους.
Αρχικά λοιπόν μετά από μια τέτοια ερώτηση προσπαθούμε να μην φέρουμε το παιδί σε δύσκολη θέση, κατόπιν κάνοντας ανοικτές ερωτήσεις στο ίδιο ερώτημα του παιδιού το προκαλούμε να σκεφτεί το ίδιο πιθανές απαντήσεις.Ένας άλλος τρόπος εξάσκησης της αυτόνομης σκέψης είναι το να μετατρέπουμε τη βεβαιότητα σε ερώτηση. Πολύ συχνά τα παιδιά απομονώνουν ένα στοιχείο της πραγματικότητας τους και βγάζουν γενικά συμπεράσματα. Αυτή η κατάσταση τα ωθεί στο να είναι βέβαια για αυτό που πιστεύουν και να μην δέχονται την αναίρεση της πεποίθησης τους. Κάνοντας ανοικτή ερώτηση στην ίδια την πεποίθηση που έχουν τα βοηθάμε να αναρωτηθούν τα ίδια για την αξιοπιστία της πεποίθησης τους.Έχουμε όλοι μας αμέτρητες επιλογές για το τι θα φάμε, τι θα φορέσουμε, που θα πάμε ωστόσο το τι θα επιλέξουμε τελικά να κάνουμε είναι ένα ζήτημα το οποίο μας κοστίζει σε χρόνο και ενέργεια.
Λέμε στα παιδιά: “Σήμερα έχει αρκετή ζέστη, μπορείς να φορέσεις κάτι πιο ανάλαφρο. Αποφάσισε λοιπόν εσύ: ποιο από τα δύο σορτσάκια θες να βάλεις;”. Όταν τα παιδιά νιώθουν ότι είναι σεβαστές οι προτιμήσεις τους ακόμη κι αν διαφέρουν από τις προτιμήσεις των γονιών τους αρχίζουν να εκτιμούν τους εαυτούς τους αλλά μαθαίνουν να εκτιμούν και τις δικές μας προτιμήσεις. Αξιολογώντας την ηλικία τους, το επίπεδο σκέψης τους, την ωριμότητα τους, τον χαρακτήρα και τα κίνητρα τους τους δίνουμε επιλογές.
Μπορούμε να γράψουμε μια λίστα με τηλεοπτικά προγράμματα που μπορούν να δουν τα παιδιά και δίπλα να προσθέσουμε τα χρονικά πλαίσια που μπορούν να παρακολουθούν τηλεόραση κατόπιν να δώσουμε στα παιδιά την ελευθερία να επιλέξουν ποιο τηλεοπτικό πρόγραμμα της λίστας μας θέλουν να δουν.
Η σιγουριά μας για τη ζωή, η δύναμη μας, η πίστη στον εαυτό μας πηγάζει από τις αναμνήσεις μας, την αυτεπίγνωση, τις αξίες, τις εμπειρίες, τα παθήματα κ.ά. Χρειάζεται να γνωρίζουμε το παρελθόν μας, τη διαδρομή.
Χρειάζεται να έχουμε σημεία αναφοράς άρα χρειάζεται να παρακινούμε τα παιδιά μας να ρωτούν να μάθουν για το παρελθόν τους. Έτσι θα μπορούν να στηρίξουν το μέλλον τους.
Δεν θα μπορούσε αυτό το άρθρο να κλείσει καλύτερα από τη δήλωση του μικρού Αντρέα που κοιτώντας με στα μάτια μου είπε: “Η μαμά μου μου είπε πως όταν μεγαλώσω θα καταλάβω. Ναι, αλλά τι θα καταλάβω;”
Γράφει η Δρ. Αριστονίκη Θεοδοσίου-Τρυφωνίδου
Ψυχολόγος Σχολικής-Εξελικτικής κατεύθυνσης