Ο Χάτσικο ήταν ένας λευκός σκύλος ράτσας Ακίτα ο οποίος γεννήθηκε στις 10 Νοεμβρίου του 1923, στην πόλη Οντάτε της Ιαπωνίας. Έγινε διάσημος για την αξιοθαύμαστη αφοσίωση στον κύριό του, στον οποίο έμεινε πιστός για όλη του την ζωή.
Ο Χιντεσάμπουρο Ουένο δίδασκε στο πανεπιστήμιο του Τόκιο και ζούσε μοναχικά στα περίχωρα της πόλης. Μεγάλωνε τον Χάτσικο σαν πραγματικό φίλο και σύντροφο. Οι δύο τους είχαν δημιουργήσει ένα μικρό τελετουργικό: Καθημερινά περπατούσαν μαζί μέχρι τον σιδηροδρομικό σταθμό της Σιμπούγια, όπου ο καθηγητής έπαιρνε το τρένο για να πάει στο πανεπιστήμιο. Ο Χάτσικο ήταν τόσο έξυπνος, που έβρισκε μόνος του το δρόμο της επιστροφής στο σπίτι αλλά το απόγευμα ξαναγύριζε στον σταθμό, όπου περίμενε τον κύριο του να γυρίσει στο σπίτι.
Τον Μάιο του 1925 ο Χάτσικο συνόδευσε όπως πάντα τον καθηγητή στον σταθμό του τρένου και γύρισε σπίτι. Ο καθηγητής όμως δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά στον σταθμό διότι κατά την διάρκεια μιας διάλεξης στο πανεπιστήμιο πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία. Ο Χάτσικο ξαναγύρισε στον σταθμό, περιμένοντας στο ίδιο σημείο τον κύριό του κάθε μέρα, για το υπόλοιπο της ζωής του.
Ο Χάτσικο πέθανε τον Μάρτιο του 1935, σ’ ενα δρομάκι κοντά στο σταθμό της Σιμπούγια. Οι πρώτες ενδείξεις έκαναν λόγο πως είχε καταπιεί τέσσερα γιακιτόρι (ιαπωνικά σουβλάκια), όμως αυτά δεν φάνηκε πως έβλαψαν το στομάχι του. Σύμφωνα με πορίσματα των γιατρών, ο Χάτσικο πέθανε από καρκίνο. Σήμερα, τα όργανα του διατηρούνται στη φορμόλη στο ερευνητικό κέντρο του Πανεπιστημίου του Τόκιο δίπλα σε μία προτομή του ιδιοκτήτη του.