Η Ιερή Ώρα
Όλοι μπορούμε να αναγνωρίσουμε στην ζωή μας κοινωνικά ή προσωπικά την δύναμη που έχει η πρώτη εντύπωση, η πρώτη αίσθηση, η πρώτη ματιά μπροστά σε μια καινούργια εμπειρία.
Δυσκολευόμαστε όμως κοινωνικά να αναγνωρίσουμε την σπουδαιότητα της σημαντικότερης πρώτης εμπειρίας, που δεν είναι άλλη από την γέννηση ενός ανθρώπου, από το πέρασμα του από την μήτρα στο εξωτερικό περιβάλλον.
Ο τρόπος που εισαχθήκαμε σε αυτόν τον κόσμο χρωμάτισε από το πρώτο δευτερόλεπτο αυτού του περάσματος την αντίληψη μας για αυτόν τον κόσμο, για την ζωή ως ένα δύσκολο ή ευχαριστιακό νέο τόπο, εχθρικό ή ειρηνικό, οδυνηρό ή ανακουφιστικό, απειλητικό ή ασφαλές, κρύο και μοναχικό ή ζεστό και ευπρόσδεκτο.
Οι εμπειρίες που μας συνόδευσαν κατά την γέννηση μας μπορούν εν δυνάμει να μας επηρεάσουν εγκαθιστώντας ασυνείδητα τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τους σημαντικούς άλλους, το περιβάλλον μας και την θέση μας στον κόσμο.
Μετά ίσως από την εμπειρία του θανάτου, η γέννηση είναι ίσως το δεύτερο πιο σπουδαίο μυστήριο της ζωής, που όμως το σώμα μας μπορεί να ανακαλέσει ασυνειδήτως ενώ το ψυχικό του αποτύπωμα ερευνάται κλινικά εδώ και δεκαετίες.
Ακριβώς επειδή η πρώτη ώρα της γέννησης είναι τόσο σπουδαία ως ολοκλήρωση μια μετάβασης, ονομάζεται και «Ιερή Ωρα»(Phillips,2013).
Ανθρωπολογικά κάθε πολιτισμός έχει τα δικά του διαβατήρια έθιμα, που αφορούν εμπειρίες μετάβασης από μια συνθήκη σε μια άλλη, η γέννηση, ο θάνατος, ο γάμος, το πέρασμα στην ενηλικίωση αποτελούν σπουδαία γεγονότα της ζωής.
Το γεφύρωμα από τη μια κατάσταση στην επόμενη αποτελεί την συνθήκη του μετεωρισμού και θεωρείται τόσο ιερή που έχει μυσταγωγικό χαρακτήρα, ώστε να ολοκληρωθεί το πέρασμα.
Σκεφτείτε τις διάφορες τελετές μύησης ιστορικά. Κανείς δεν σκέφτεται να διακόψει την μυσταγωγία ενός μυστηρίου γάμου για να δώσει ταξιδιωτικές οδηγίες στο ζευγάρι για το ταξίδι του μέλιτος καθώς όλοι αναγνωρίζουν κοινωνικά ότι αυτή η πληροφορία μπορεί να περιμένει την λήξη της τελετής.
Με τον ίδιο τρόπο θα μπορούσαμε να αναλογιστούμε την διαβατήρια τελετή της γέννησης ως ίσως το πιο ιερό μυστήριο της ζωής. Ένας νέος άνθρωπος έρχεται στη γη και οι γονείς του είναι εκεί για να τον καλωσορίσουν στην αγκαλιά τους.
Παρόλο αυτά σε πολλά μαιευτικά πλαίσια σήμερα, αυτή η μοναδική εμπειρία στη ζωή ενός ανθρώπου, διακόπτεται ασεβώς με λεπτομέρειες και οδηγίες, με παρεμβάσεις και φωνές, με ξένα χέρια που επιτελούν μηχανιστικές λειτουργίες, στιγματίζοντας και υποτιμώντας την ιερότητα της στιγμής.
Πως μπορεί να είναι αυτές οι πρώτες στιγμές μετά την γέννα για ένα νεογέννητο άνθρωπο;
Αν το έμβρυο ήταν αρκετά τυχερό θα πέρασε τουλάχιστον 266 μέρες στην μήτρα της μητέρας του και όλες οι αναδυόμενες αναπτυξιακές του ανάγκες θα καλύφθηκαν. Το ενδομήτριο περιβάλλον θα περιέβαλε με ζεστασιά, προστασία και θρέψη το έμβρυο ενώ του επέτρεπαν να είναι σωματικά κοντά με την καρδιά της μητέρας και την φωνή της.
Το ενδομήτριο περιβάλλον είναι το φυσικό περιβάλλον για το έμβρυο και επομένως μετά την γέννα το σώμα και το στήθος της μητέρας υποκαθιστούν τις λειτουργίες της μήτρας και του πλακούντα στην παροχή θαλπωρής, προστασίας, θρέψης.
Το να βρίσκεται σε επαφή δέρμα με δέρμα με τη μητέρα του είναι το μόνο φυσικό περιβάλλον που μπορεί να αναγνωρίσει ως οικείο του το βρέφος και το μόνο μέρος που θα έπρεπε να βρίσκεται μετά την γέννηση του.
Αυτό το γεγονός ισχύει για όλα τα θηλαστικά και μπορούμε να το παρατηρήσουμε παντού στον φυσικό κόσμο. Όπου και να κοιτάξουμε στη φύση μητέρα και νεογέννητο μένουν όσο πιο κοντά γίνεται μετά την γέννα. Η φύση είναι σοφή και τα φυσικά ένστικτα των πλασμάτων που την κατοικούν αφορούν συμπεριφορές σχεδιασμένες πάνω στην επιβίωση τους.
Σήμερα η επιστήμη έχει αποδείξει την σοφία αυτών των ενστίκτων και τα πολλαπλά οφέλη της επαφής δέρμα με δέρμα που είναι:
Η oργανική σταθερότητα:
Έχει αποδειχθεί επιστημονικά πως η επαφή δέρμα με δέρμα σταθεροποιεί την αναπνοή και την οξυγόνωση το βρέφους τα πρώτα λεπτά μετά τη γέννηση, αυξάνει τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα(μειώνοντας τον κίνδυνο για υπογλυκαιμία), ζεσταίνει το βρέφος, μειώνει τις ορμόνες του στρες από την γέννα, ρυθμίζει την αρτηριακή πίεση, μειώνει το κλάμα και ενεργοποιεί ορμονολογικά και νευρολογικά την συνθήκη ηρεμίας για το βρέφος.
Επίσης η θερμική συγχρονία είναι ένα φαινόμενο που αφορά την θερμική ρύθμιση που γίνεται αυτόματα στο σώμα της γυναίκας στο σημείο του στέρνου ανάλογα με την ανάγκη του βρέφους, αυξάνεται για να ζεστάνει ένα μωρό που κρυώνει και μειώνεται για να δροσίσει ένα μωρό που ζεσταίνεται.
Ενώ αυτό το φαινόμενο έχει αναδειχθεί κυρίως για την ευεργετική του δράση στις μονάδες φροντίδας πρόωρων βρεφών έχει αποδειχθεί εξίσου σημαντικό για όλα τα νεογέννητα βρεφάκια που αμέσως μετά την έξοδο από το ζεστό ενδομήτριο περιβάλλον βιώνουν αμέσως την αλλαγή στη θερμοκρασία και όντας βρεγμένα από το αμνιακό υγρό επιτείνεται η αίσθηση του κρύου.
Σε μια μελέτη που εστίασε στα βρέφη που γεννήθηκαν με καισαρική τομή αποδείχθηκε ότι όσα βρέφη είχαν δέρμα με δέρμα επαφή με έναν από τους δύο γονείς, εμφάνισαν αμέσως υψηλότερη θερμοκρασία στο σώμα τους καθώς και υψηλότερα επίπεδα γλυκόζης σε σύγκριση με τα βρέφη που τοποθετήθηκαν μακριά από τους γονείς τους.
Η ενίσχυση του συναισθηματικού δεσμού με την μητέρα:
Ο συναισθηματικός δεσμός είναι τόσο σημαντικός για την επιβίωση των νεογέννητων θηλαστικών που η φύση κάθε άλλο παρά στην τύχη του το έχει αφήσει. Οι ορμόνες που εμπλέκονται στον συναισθηματικό δεσμό αυξάνονται με την επαφή δέρμα με δέρμα. Η ωκυτοκίνη γνωστή και ορμόνη της αγάπης αυξάνει την χαλάρωση, ανάγκη για σύνδεση και την ικανότητα αναγνώρισης προσώπων και επομένως την παροχή φροντίδας από την μητέρα στο νεογέννητο θηλαστικό. Από την μεριά του βρέφους η αύξηση της ωκυτοκίνης συμβαίνει με την επαφή δέρμα με δέρμα με την μητέρα του και μέσω της αφής στο στήθος της μητέρας τα πρώτα λεπτά μετά τη γέννα.
Η προστασία από τα αρνητικά αποτελέσματα του αποχωρισμού:
Τα βρέφη γεννιούνται με έμφυτη την ικανότητα να αλληλεπιδρούν με την μητέρα τους για αυτό και βρίσκονται σε κατάσταση ισχυρής αντίληψης και αυξημένης εστίασης στην αναζήτηση του προσώπου της μητέρας τους. Μέχρι και το κόψιμο του λώρου μητέρα και βρέφος αποτελούν ένα βιολογικό οργανισμό, μήνες μετά την γέννηση μητέρα και βρέφος εξακολουθούν και αποτελούν ένα ψυχοβιολογικό οργανισμό.
Από την οπτική του βρέφους ο αποχωρισμός από τη μητέρα του σημαίνει απειλή για την ζωή του.Παντού στη φύση τα νεογέννητα θηλαστικά βιώνουν το ν αποχωρισμό από την μητέρα τους σε δυο φάσεις: πρώτα έντονη διαμαρτυρία, μέσω του έντονου κλάματος και της έντονης σωματικής κινητικότητας για να προσελκύσουν την μητέρα τους και έπειτα απόγνωση.
Και ενώ τα παραπάνω τα συναντάμε κυρίως στο κόσμο των ζώων , οι ίδιες ενστικτώδεις συμπεριφορές υπάρχουν και στα ανθρώπινα βρέφη. Σε μια από τις πρώτες έρευνες που μελέτησαν το θέμα το 1995 (Christensson et al.) βρέθηκε ότι τα βρέφη που αποχωρίστηκαν μετά τη γέννηση τους από τις μητέρες τους σε σχέση με εκείνα που βρέθηκαν αμέσως σε επαφή δέρμα με δέρμα, εμφάνισαν 10 φορές πιο συχνό κλάμα και 40 φορές μεγαλύτερη διάρκεια.
Και καθώς στον ανεπτυγμένο κυρίως δυτικό κόσμο ο αποχωρισμός στη γέννα αποτελεί πολιτισμική νόρμα, και το κλάμα του βρέφους αναπαρίσταται ως μια μόνο μια φυσιολογική λειτουργία, το σπαρακτικό κλάμα που συναντάμε στα βρέφη που αποχωρίζονται για μεγάλη διάρκεια την μητέρα τους κάθε άλλο παρά ευεργετικό και φυσιολογικό είναι.
Συγκεκριμένα φαίνεται πως επιβαρύνει την λειτουργία των πνευμόνων, αυξάνει την ενδοκρανιακή πίεση, βάζει σε κίνδυνο την ολοκλήρωση του κλεισίματος του μεσολκοπικού ελλείματος στην καρδιά του βρέφους, ενώ αυξάνει κατακόρυφα τις ορμονολογικές απαντήσεις του στρες.
Εάν ο αποχωρισμός συνεχιστεί για μεγαλύτερο διάστημα, το νεογέννητο θηλαστικό απαντά με απόγνωση. Το βρεφικό κλάμα εν τέλει αποδυναμώνει έως ότου σταματήσει, απενεργοποιείται η λειτουργία έντονης μυοσκελετικής δραστηριότητας και το βρέφος ακινητοποιείται-τα παρατάει.
Αυτή η συνθήκη αποτελεί μια ενστικτώδης συμπεριφορά για αποφυγή προσέλκυσης θηρευτών-δηλαδή το νεογέννητο θηλαστικό γνωρίζει βιολογικά πως η μητέρα του είναι πολύ μακριά για να το ακούσει και το κλάμα του μπορεί να του κοστίσει τη ζωή τελικά, παρά να το σώσει.
Η επαφή δέρμα με δέρμα ενισχύει την ανάπτυξη του εγκεφάλου:
Ο εγκέφαλος του νεογέννητου δεν έχει νευρολογικά ολοκληρωθεί, ο ανθρώπινος βρεφικός εγκέφαλος αποτελεί μόνο το 25% του συνολικού όγκου του μέχρι να φτάσει στην ενήλικη ηλικία και ενώ όλα τα εγκεφαλικά κύτταρα είναι στη θέση του η μυελίνωση και οι συναπτική εξέλιξη δεν έχουν ολοκληρωθεί.
Στην έρευνα του Schore (2001) για το δεσμό και την συσχέτιση του με την εγκεφαλική ανάπτυξη βρέθηκε ότι η ανάπτυξη της αμυγδαλής είναι καθοριστική τους δύο πρώτους μήνες ζωής του βρέφους. Η αμυγδαλή βρίσκεται στο κέντρο του εγκεφάλου αποτελεί μέρος του λιβιδικού συστήματος που εμπλέκεται στην συναισθηματική μάθηση, στη μνήμη και στην ενεργοποίηση του συμπαθητικού νευρικού συστήματος.
Η επαφή δέρμα με δέρμα βρέθηκε ότι ενεργοποιεί τις λειτουργίες της αμυγδαλής μέσω του πρωμετοπιαίου λοβού και επομένως συμμετέχει στην ωρίμανση των ζωτικών εγκεφαλικών λειτουργιών. Ο James Prescott(1974,1975) ήταν ο πρώτος νευροεπιστήμονας που συνέδεσε με την μελέτη του πως το χάδι και η κίνηση είναι καθοριστικής σημασίας παράγοντες για την φυσιολογική νευρωνική ολοκλήρωση της παρεγκεφαλίδας, του μεταιχμιακού και προμετωπιαίου φλοιού.
Σε συνέχιση της έρευνας του μελέτησε τις έρευνες παρατήρησης από μια ομάδα ανθρωπολόγων ερευνητών πάνω στην κουλτούρα πρωτόγονων πολιτισμών.Αφού αξιολόγησε τα δεδομένα που συλλέχθηκαν από 49 πολιτισμούς, ο Prescott ήταν σε θέση να κάνει μια πρόβλεψη για το ποιοι πολιτισμοί ήταν περισσότεροι ειρηνικοί από άλλους με μια μόνο παρατήρηση.
Έτσι λοιπόν φάνηκε πως οι πολιτισμοί που είχαν στην κουλτούρα τους να κουβαλούν τα μωρά τους σε μαρσιππους όλο τον πρώτο χρόνο της ζωής τους αποτελούσαν πιο ειρηνικές κοινότητες σε σύγκριση με εκείνες που δεν το έκαναν.
Ο Prescott υποστηρίζει ότι η βρεφική ηλικία είναι μια εξαιρετικά ευαίσθητη περίοδος για την εγκεφαλική ανάπτυξη όπου το τρυφερό χάδι σε συνδυασμό με την κίνηση είναι απαραίτητοι και προστατευτικοί παράγοντες για την αποφυγή επιθετικών συμπεριφορών ή την ανάπτυξη καταθλιπτικών διαταραχών.
Την ίδια θεωρία επιβεβαίωσε και ο John Bowlby (1979) που μελέτησε σε βάθος το συναισθηματικό δεσμό μεταξύ μητέρας και βρέφους από την πρώτη ώρα της γέννησης.
Η δυαδική διάδραση μεταξύ μητέρας και βρέφους αποτελείται από την επαφή πρόσωπο με πρόσωπο, φωνής και ακοής, βλέμμα με βλέμμα, και δέρμα με δέρμα.
Δεν αποτελεί μόνο μια ευχαριστισιακή στιγμή μεταξύ μητέρας και βρέφους αλλά ενεργοποιεί ένα σύνολο εγκεφαλικών λειτουργιών.
Κατουσίαν η μητέρα οδηγεί και ενεργοποιεί απαλά τις αισθήσεις του βρέφους, συντονίζοντας την αναπνοή του στην αγκαλιά της και προστατεύοντας με αυτό τον τρόπο το μωρό της από το νέο περιβάλλον που συνήθως έχει θορύβους, φώτα και καινούργια άγνωστα πρόσωπα για το βρέφος, μέχρι εκείνο να ανακουφιστεί και να βεβαιωθεί πως είναι ασφαλές.
Αυτή η ρυθμιστική λειτουργία της μητέρας θα βοηθήσει αργότερα το φροντισμένο βρέφος να ηρεμεί όταν βρίσκεται σε αντίστοιχα περιβάλλοντα έχοντας εσωτερικεύσει ψυχικά αλλά και νευρολογικά αυτήν την αγκαλιά.
Τέλος, η επαφή δέρμα με δέρμα αυξάνει τα ποσοστά και την χρονική διάρκεια του θηλασμού:
Όλα τα θηλαστικά έχουν μια σειρά από αλληλουχίες συμπεριφορών αμέσως μετά την γέννηση τους και όλες αφορούν ένα σκοπό, τον θηλασμό δηλαδή την τροφή τους. Αυτό που έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον είναι πως το βρέφος ενεργοποιεί τον θηλασμό και όχι η μαμά του. Από την άλλη το βρέφος νιώθει ζεστασιά και ασφάλεια που συνδέεται άμεσα με την αίσθηση ότι βρίσκεται στο σωστό μέρος και αυτό το μέρος είναι η αγκαλιά της μητέρας του. Όλα τα θηλαστικά ξέρουν πώς να θηλάσουν και πώς να οδηγήσουν το σώμα τους στο στήθος της μητέρας τους όταν βρεθούν σε επαφή δέρμα με δέρμα μαζί της.
Ο Widstrom (2011) έκανε μια μελέτη παρατήρησης σε νεογέννητα υγιή βρέφη και τις ενστικτώδεις συμπεριφορές του όταν βρεθούν αμέσως μετά την γέννηση τους στο σώμα της μητέρας τους.
Κατέληξε σε εννέα ενστικτώδεις κοινές συμπεριφορές:
1) το κλάμα της γέννησης 2) την ηρεμία 3) την εγρήγορση 4) την κινητοποίηση 5) την ξεκούραση 6) το έρπισμα πάνω στο σώμα της μητέρας 7) την αναγνώριση και την οικειοποίηση του στήθους 8) τον θηλασμό 9) τον ύπνο. Κατά την διάρκεια όλων των παραπάνω σταδίων αυτό που υπογραμμίζουν οι μελετητές είναι πως το βρέφος κινείται με αποφασιστικότητα αλλά χωρίς βιάση.
Αυτή είναι και η πραγματική πρόκληση για όλους τους υπόλοιπους που παρακολουθούν ή φροντίζουν τη γέννηση του βρέφους, να αφήσουν αυτή τη μαγική πρώτη ώρα να ξετυλίξει μπροστά τους όλο το θαύμα της ζωής.
Να εμπιστευτούν την φυσική διαδικασία της γέννησης.
Να προστατεύσουν αυτήν την σπουδαία διάβαση.
Τον ιερό τόπο, όπως γράφει ο Leboyer όπου ο χρόνος είναι τόσο αργός που μοιάζει ακίνητος.
Σαν να μην υπάρχει μετά.
Σαν να είναι το τέλος του χρόνου.
Και όντως είναι το τέλος του χρόνου.
Αφού είναι η αρχή.
Kalliopi Kremastioti. Ευχαριστούμε θερμά.