Στους λόγους που οδήγησαν στη χορήγηση τρίτης δόσης εμβολίου κατά του κορονοϊού, αναφέρθηκε και σήμερα η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, Μαρία Θεοδωρίδου.
Όπως είπε, έντεκα φορές μικρότερο κίνδυνο να μολυνθούν με τον ιό, έχουν άτομα που έλαβαν τρίτη δόση και 20 φορές μικρότερο κίνδυνο για νόσηση.
Μίλησε για μια κρυφή και επώδυνη πανδημία που αναδεικνύεται από μελέτες με τίτλο “η ορφάνια από την covid”. Σε κάθε 4 θανάτους ενηλίκων ένα παιδί χάνει το γονιό του, δείχνει έρευνα επιδημιολόγου του CDC. Σε 15 μήνες 120.000 παιδιά στις ΗΠΑ έχασαν έναν γονέα κι άλλα 25.000 παιδιά έχασαν τον άνθρωπο που φρόντιζε για την ύπαρξή του.
Κάτι τέτοιο, πρόσθεσε η κυρία Θεοδωρίδου, δείχνει την ανάγκη πρόληψης, ενώ το βαρύτερο τίμημα αφορά σε παιδιά των ευάλωτων ομάδων. Πρόκειται για ένα διαφορετικό σύνδρομο long covid, με μεγάλη διάρκεια, διάρκεια ζωής.
Χιλιάδες παιδιά θα φέρουν το τραύμα απώλειας των γονιών τους και αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη της πρόληψης και τη διατήρηση της ψυχικής τους υγείας, είπε η κ. Θεοδωρίδου.
Αναφέρθηκε δε για άλλη μια φορά στη σημασία του εμβολιασμού και κάλεσε όλους να εμβολιαστούν.
CDC: Ποιες επιπτώσεις κρύβει η ορφάνια ενός παιδιού
Η ζωή των παιδιών αλλάζει οριστικά από την απώλεια μητέρας, πατέρα ή παππού και γιαγιάς, που παρείχαν σπίτια και κάλυπταν τις βασικές ανάγκες και τη φροντίδα τους.
Η απώλεια ενός γονέα συγκαταλέγεται στις δυσάρεστες εμπειρίες της παιδικής ηλικίας που συνδέονται με προβλήματα ψυχικής υγείας, βραχύτερη εκπαίδευση, χαμηλότερη αυτοεκτίμηση, επικίνδυνες σεξουαλικές συμπεριφορές κινδύνου και αυξημένο κίνδυνο κατάχρησης ουσιών, αυτοκτονίας, βίας, σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης.
“Τα παιδιά που αντιμετωπίζουν ορφάνια ως αποτέλεσμα του COVID είναι μια κρυφή, παγκόσμια πανδημία που δυστυχώς χτύπησε τις Ηνωμένες Πολιτείες”, δήλωσε η Susan Hillis, ερευνήτρια του CDC και κύριο στέλεχος της μελέτης.
“Όλοι μας -ειδικά τα παιδιά μας- θα νιώσουμε τον σοβαρό άμεσο και μακροπρόθεσμο αντίκτυπο αυτού του προβλήματος για τις επόμενες γενιές. Η αντιμετώπιση της απώλειας που έχουν βιώσει αυτά τα παιδιά -και εξακολουθούν να βιώνουν- πρέπει να είναι μία από τις κορυφαίες μας προτεραιότητες και πρέπει να ενσωματωθεί σε όλες τις πτυχές της αντιμετώπισης έκτακτης ανάγκης, τόσο τώρα όσο και στο μέλλον μετά την πανδημία”.
Η μελέτη ήταν μια συνεργασία μεταξύ των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), Imperial College London, Harvard University, Oxford University και University of Cape Town, Νότια Αφρική. Δημοσιεύθηκε στο τεύχος 7 Οκτωβρίου του περιοδικού Pediatrics, με επικεφαλής από κοινού το CDC’s COVID Response και Imperial College London και εν μέρει χρηματοδοτούμενο από το Εθνικό Ινστιτούτο για την Κατάχρηση Ναρκωτικών (NIDA), μέρος των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας (NIH), καθώς και το Imperial College London.