Η βραβευμένη Αφγανή δημοσιογράφος Μαριάμ Ναμπάβι γράφει από την Καμπούλ για τους Financial Times ένα αποκαλυπτικό κείμενο για το φόβο που νιώθουν οι γυναίκες στη χώρα της.
H Μαριάμ Ναμπάβι έχει ακόμα φωνή και την δανείζει, με κίνδυνο της ζωής της, σε κάθε Αφγανή που έχασε την δική της. Είναι η φωνή της γυναίκας που “πνίγεται” και “χάνεται” στο Αφγανιστάν.
Η φωνή μιας δημοσιογράφου που δεν ξέρει αν θα υπάρξει αύριο, αν θα ξημερώσει η επόμενη μέρα για εκείνη και όλες τις Αφγανές γυναίκες, αν θα υπάρξει η ίδια ξανά τυχερή και ξυπνήσει ένα πρωί για να πάει στην δουλειά της:
«Δεν έχω βγει από το σπίτι μου εδώ και σχεδόν 60 ώρες. Πώς μπορώ, αν αυτό που συμβαίνει στη χώρα μου είναι αληθινό; Πριν από αυτό, ο τρόμος του καθεστώτος των Ταλιμπάν υπήρχε μόνο στις ιστορίες της οικογένειάς μου και στις σελίδες των βιβλίων. Τώρα, μιλώντας πρακτικά, είναι η κυβέρνησή μας. Έτσι ακριβώς, το μέλλον μου ξαναγράφεται.
Την Κυριακή ήμουν στο γραφείο όπου εργάζομαι ως δημοσιογράφος που ειδικεύεται σε κοινωνικές υποθέσεις, ιδιαίτερα σε γυναικεία θέματα, όταν διαδόθηκε η είδηση ότι οι Ταλιμπάν έφτασαν στην Καμπούλ, κάνοντας τους συναδέλφους μου και εμένα να βρεθούμε σε κατάσταση πανικού. Κλείσαμε γρήγορα τους λογαριασμούς μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έτσι ώστε αν το γραφείο μας δεχόταν έφοδο, τα προσωπικά μας δεδομένα να είναι προστατευμένα.
Καθώς φύγαμε προς τη σχετική ασφάλεια των σπιτιών μας, οι μερικώς αποκλεισμένοι δρόμοι της Καμπούλ θύμιζαν σκηνή της Αποκάλυψης και έπρεπε να περπατήσω αρκετά χιλιόμετρα. Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι καλοντυμένες, σύγχρονες γυναίκες που έσπευσαν να κάνουν το ίδιο. Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι σκόρπια γυναικεία παπούτσια, εγκαταλελειμμένα βιαστικά από τις γυναίκες που τα φορούσαν.
Κάθομαι λοιπόν εδώ, νιώθοντας αιχμάλωτη.
Δεν ξέρω τι θα μου κάνουν οι Ταλιμπάν αν με ταυτοποιήσουν ως γυναίκα δημοσιογράφο που έχει γράψει εκατοντάδες αναφορές εναντίον τους.
Γνωρίζουμε ότι μετά την κατάληψη άλλων επαρχιών, οι Ταλιμπάν άρχισαν να ερευνούν τα σπίτια και να αρπάζουν τα έγγραφα κυβερνητικών υπαλλήλων, πρώην τζιχαντιστών διοικητών, δυνάμεων ασφαλείας και δημοσιογράφων.
Έχω ήδη κρύψει τα δικά μου έγγραφα. Έχω καταστρέψει όλες τις φωτογραφίες που θα μπορούσαν να αποδείξουν ότι είμαι δημοσιογράφος. Και έχω θάψει το μετάλλιο που έλαβα από τον πρώην πρόεδρο Ασράφ Γκάνι μετά την διάκρισή μου ως δημοσιογράφου της χρονιάς.
Ο μόνος τρόπος για να ενημερωθώ για το τι συνέβαινε έξω ήταν να παρακολουθώ τις εξελίξεις στο Facebook και το Twitter. Για κάποιο διάστημα, το αφγανικό τηλεοπτικό κανάλι μετέδιδε μόνο τραγούδια, Κοράνι ή θρησκευτικά ποιήματα. Δημοφιλή κανάλια, όπως το Tolo News και το Ariana News, απλώς μετέδιδαν επαναλήψεις.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μου έδειξαν το βάθος της τραγωδίας που συνέβη στην Καμπούλ: το βίντεο από το αεροδρόμιο όπου συρρέουν άνθρωποι με την ελπίδα να φύγουν από τη χώρα, οι αναφορές για αρκετά άτομα που σκοτώθηκαν. Μου είπαν ότι ένας φίλος που εργάζεται για αμερικανικό μέσο ενημέρωσης μεταφέρθηκε αεροπορικώς με την οικογένειά του, αλλά δεν ξέρω πού οδηγήθηκαν.
Οι Ταλιμπάν άρχισαν τώρα τις επιδρομές σε σπίτια στην Καμπούλ, συμπεριλαμβανομένων των σπιτιών των δημοσιογράφων. Οι δυνάμεις των Ταλιμπάν πραγματοποίησαν επίσης έρευνες στο γραφείο του Tolo News (ειδησεογραφικό κανάλι του Αφγανιστάν), στην περιοχή Βαζίρ Ακμπάρ Καν. Ο διευθυντής του, Σαάντ Μοσένι έγραψε στο Twitter ότι όλοι οι εργαζόμενοι είναι ασφαλείς.
Για εμάς τις γυναίκες, η κατάσταση είναι η πλέον ατυχής.
Σε μηνύματα οι φίλες μου με ρωτούν τι πρέπει να κάνουν. Οι Ταλιμπάν έχουν πει ότι μπορούμε να πάμε στη δουλειά μας αν φοράμε το ισλαμικό χιτζάμπ, ένα πέπλο ολόσωμο. Ωστόσο, μετά την κατάληψη της πόλης Χεράτ στο δυτικό Αφγανιστάν, ενώ είπαν ότι το πανεπιστήμιο θα παρέμενε ανοιχτό στη συνέχεια απέτρεψαν τις φοιτήτριες και τις καθηγήτριες να εισέλθουν στην πανεπιστημιούπολη.
Δεν είναι ακόμη σαφές τι θα συμβεί με τα σχολεία και τα πανεπιστήμια στην Καμπούλ, καθώς βρίσκονται σε καλοκαιρινές διακοπές μιας εβδομάδας. Κανείς δεν ξέρει τι θα αποφασίσουν τώρα οι Ταλιμπάν. Κανείς δεν γνωρίζει τι θα αποφασίσουν οι Ταλιμπάν μετά από μια εβδομάδα.
Ακόμα κι αν δεν σκοτώνουν γυναίκες σαν εμένα που έχουν δουλέψει για πολλά χρόνια και έχουν υψώσει τη φωνή τους, αν αναγκαστούμε να μείνουμε σπίτι και να χάσουμε την ανεξαρτησία μας, έτσι κι αλλιώς είμαστε νεκρές.
Καλώ τη διεθνή κοινότητα, τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και όλες τις χώρες που μπορούν να εργαστούν σε αυτές τις κρίσιμες συνθήκες να αποτρέψουν την επιστροφή των γυναικών του Αφγανιστάν στη σκοτεινή εποχή των οικογενειακών μου ιστοριών.
Εμείς, οι γυναίκες του Αφγανιστάν πιστεύουμε ότι οι Ταλιμπάν δεν θα αλλάξουν ποτέ και υπό τον έλεγχό τους θα υποφέρουμε. Αυτό που λένε δεν ήταν ποτέ το ίδιο με αυτό που κάνουν».