Τα οφέλη, αλλά και οι προκλήσεις, που προκύπτουν για μία εργαζόμενη μάνα στο σπίτι έχουν συζητηθεί πολύ, αν και πρόκειται για ένα είδος εργασίας, που συχνά παραβλέπεται – και κακώς. Μετά από δύο χρόνια ως εργαζόμενη μάνα στο σπίτι, έχω να πω, πως το συγκεκριμένο project δεν είναι παιδική χαρά. Το αντίθετο θα έλεγα.
Καταρχάς είμαι με τις πιτζάμες και τις φόρμες κάθε μέρα, όλη μέρα.
Δουλεύω με την κρέμα ημέρας ακόμη στο πρόσωπο και λαδωμένα μαλλιά, φορώντας τις βαμβακερές, μαλακές πιτζάμες μου. Τα πλεονεκτήματα είναι εμφανή εδώ. Εκτός από την απόλυτη άνεση, μπορώ να περνάω το χρόνο που θα αφιέρωνα στον καλλωπισμό μου, χουζουρεύοντας στο κρεβάτι ή φροντίζοντας τα παιδιά.
Το μειονέκτημα είναι ότι γίνομαι το αρχέτυπο της μητέρας που δεν φεύγει ποτέ από το σπίτι.
Είναι αλήθεια πως είναι, κάπως, καταθλιπτικό για μια γυναίκα, η βασική, καθημερινή της ενδυμασία ν’αποτελείται από τζιν, μπλουζάκι και φυσικά, ρόμπα και παντόφλες. Γιατί, κακά τα ψέματα, όταν πηγαίνεις στη δουλειά, αναγκάζεσαι να ντυθείς και νιώθεις και λίγο πιο καλά με τον εαυτό σου.
Το να δουλεύεις με φόντο τα ουρλιαχτά δεν είναι και ο καλύτερος τρόπος συγκέντρωσης.
Σίγουρα οι φωνές των παιδιών μου με κάνουν ευτυχισμένη. Όταν περνάνε καλά, ξεπερνάω ευκολότερα το εργασιακό στρες, αλλά και το γεγονός ότι δεν περνάω όλη την ημέρα μαζί τους. Ποιος μπορεί, όμως, να συγκεντρωθεί όταν τον διακόπτει συνέχεια η φράση “μαμά έλα λίγο”. Γιατί τα παιδιά μου, δεν ξέρω για τα δικά σας, δεν είναι πάντα ήσυχα και χαρούμενα. Τσακώνονται, ουρλιάζουν, πέφτουν, κλαίνε και γίνονται ανεξέλεγκτα. Όσο ανακουφιστικό είναι το γέλιο τους, τόσο τρομερό είναι το κλάμα τους. Πολλές φορές, διακόπτω ό,τι κάνω για να ελέγξω την κατάσταση και να επιβάλλω την τάξη.
Από την άλλη, όταν δουλεύω μόνη, δεν μοιράζομαι το χώρο μου με κανέναν. Συνεπώς, οργανώνω τον χώρο μου όπως θέλω. Επιλέγω όποια εικόνα θέλω για την επιφάνεια εργασίας του Η/Υ μου (με την εικόνα ενός σκύλου που γλείφει την οθόνη για παράδειγμα) χωρίς ντροπή και φόβο. Και φυσικά, δεν υπάρχει κανένας να κατακρίνει την ατέρμονη λαιμαργία μου για τις διάφορες–συνήθως παχυντικές-λιχουδιές.
Όταν, όμως, συνηθίζω σ’έναν ακατάστατο χώρο, όπου κινούμαι και κάθομαι όπως μου αρέσει, συχνά αισθάνομαι αμήχανα, όταν συναναστρέφομαι άλλους ανθρώπους, εκτός του οικείου περιβάλλοντός μου.
Μερικές φορές νιώθω άβολα κι άλλες πιάνω τον εαυτό μου να κάνει πράγματα που θα’κανα μόνο όταν βρίσκομαι στο σπίτι, όπως να στρίβω μια τούφα απ’τα μαλλιά μου ή να ξύνω επίμονα τ’αυτί μου. Ας μην αναφερθώ στα παραπανίσια κιλά που με φορτώνουν οι λιχουδιές, καθώς το ψυγείο απέχει δύο βήματα απ’το γραφείο.
Καταλήγω, λοιπόν, ότι ως εργαζόμενη μάνα στο σπίτι έχω πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα και απ’τον κόσμο της μητρότητας και απ’τον κόσμο της εργασίας. Ουσιαστικά, δεν εγκαταλείπω ποτέ κανέναν από τους δύο.
Δεν έχω διάλειμμα από την καθημερινότητα του σπιτιού, αλλά ούτε και τα παιδιά είναι προσκολλημένα πάνω μου συνεχώς.
Όσο εκείνα παίζουν, εγώ γυμνάζω το μυαλό μου δουλεύοντας στο διπλανό δωμάτιο. Παράλληλα, συνεισφέρω οικονομικά στην οικογένεια, χωρίς την «ενοχή» ότι περνάω χρόνο μακριά απ’τα παιδιά μου. Αφού μπορώ να τρέξω δίπλα τους, όποτε φωνάξουν “μαμά”. Άλλο αν αυτό γίνεται ανά πεντάλεπτο.
Από την άλλη, ως εργαζόμενη μάνα στο σπίτι, οι κοινωνικές επαφές μου περιορίζονται στο facebook. Δεν νιώθω και τόσο γυναίκα, όταν είμαι όλη μέρα αμακιγιάριστη και με τη φόρμα μέσα στο σπίτι. Ναι, θα’θελα πολύ να δουλεύω σ’ένα γραφείο όπου για 8 ώρες θ’άκουγα τη λέξη “μαμά” μόνο απ’το τηλέφωνο.
Γράφει η Λήδα Φαραζή, αναγνώστρια