Δεν θα ψηφίσει το νομοσχέδιο για τη συνεπιμέλεια η βουλευτής της ΝΔ Μαριέττα Γιαννάκου, αν ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας δεν προχωρήσει σε αλλαγές, όπως η βουλευτής της πλειοψηφίας κατέστησε σαφές, μιλώντας νωρίτερα σήμερα στην Ολομέλεια.
Ισχυρές ενστάσεις διατύπωσε επίσης και ο Όλγα Κεφαλογιάννη, η οποία δεν θα ψηφίσει επίσης το νομοσχέδιο γιατί όπως υποστήριξε στην τοποθέτησή της στη Βουλή, οι ρυθμίσεις που προωθούνται διχάζουν αντί να ενώνουν. Από τη πλευρά της ΝΔ, ενστάσεις για την σαφήνεια άρθρων του νομοσχεδίου εξέφρασε και ο βουλευτής, Μανούσος Βολουδάκης.
Συγκεκριμένα, η κ. Γιαννάκου είπε στην τοποθέτησή της ότι “ουδείς αμφισβητεί το δικαίωμα της κυβέρνησης να προτείνει αλλαγές σε ορισμένες διατάξεις του Οικογενειακού Δικαίου, που έχουν διαρκέσει 38 χρόνια τώρα. Εδώ και μήνες περίμενα ένα καθαρό σχέδιο νόμου που να αποσαφηνίζει καλύτερα την αυθεντική βούληση του συντάκτη. Οι δικές μου προτάσεις ήταν πολύ πιο πριν γνωστές. Κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων της επιτροπής τις ανέφερα αναλυτικά. Το μόνο που δεχθήκατε, από τις τροπολογίες που καταθέσαμε, ήταν μερικώς αυτό που σας αναφέραμε στην τροπολογία για το άρθρο 3 του νομοσχεδίου, περί σύγχυσης στην κατοικία ανηλίκου. Τίποτα άλλο. Καμία ουσιαστική αλλαγή. Επιμένετε σε κάτι που θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα, από αυτά που θέλει να επιλύσει”, είπε η βουλευτής της ΝΔ.
Παράλληλα προσέθεσε, απευθυνόμενη στον υπουργό: “Κατηγορήσατε όλους όσοι κάναμε προτάσεις, ότι δεν ενδιαφερόμαστε για το συμφέρον του παιδιού και πως παίρνουμε θέση υπέρ του ενός ή του άλλου γονέα. Τη Δευτέρα βέβαια ήταν το αποκορύφωμα. Στο ραδιόφωνο “Πρώτο Θέμα” κατηγορήσατε εμένα και την κυρία Κεφαλογιάννη πως οι ενστάσεις μας προέρχονται από προσωπικά βιώματα. Σας ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον σας κύριε υπουργέ, αλλά μόνο αυτό δεν συμβαίνει”.
“Οι ενστάσεις μας προέρχονται από την κοινή λογική και τη γνώση της επιστήμης. Ως παλαιό μέλος της ΝΔ, θέλω να σας πω ότι έχω εκπλαγεί ειλικρινά. Διότι μέσα στο ναό της Δημοκρατίας εσείς, αμφισβητήσατε το δικαίωμα των βουλευτών να λένε ελεύθερα τη γνώμη τους. Δεν καταθέσαμε όμως εμείς το σχέδιο νόμου κύριε υπουργέ. Εσείς το πράξατε. Το κείμενο σας φανερώνει τη γονεοκεντρική του λογική. Οι περισσότερες διατάξεις που υπάρχουν φανερώνουν πως δεν έχουν διαμορφωθεί με γνώμονα και επίκεντρο το παιδί, αλλά με τις επιθυμίες των γονέων. Το σημαντικό σε αυτό το σχέδιο νόμου όμως δεν πρέπει να είναι οι γονείς αλλά τα δικαιώματα των παιδιών”, συμπλήρωσε.
Στις παρατηρήσεις της σε επιμέρους διατάξεις του νομοσχεδίου, η Μαριέττα Γιαννάκου ανέφερε: “Είμαι κατά της οριζόντιας επιβολής τεκμηρίου χρόνου, στην επικοινωνία του παιδιού με τους γονείς του. Είμαι κατά και της υποχρεωτικότητας και είμαι κατά των γενικών οριζόντιων τεκμηρίων”.
“Καλό είναι να απευθυνόμαστε στην επιστημονική κοινότητα, η οποία αναδεικνύει αυτό που λέει η κοινή λογική. Τα παιδιά έχουν ανάγκη και από τους δύο γονείς. Δεν υπάρχει λογικός άνθρωπος που το αμφισβητεί αυτό. Δεν πρέπει να υπάρχει όμως οριζόντια και άκαμπτη ρύθμιση της επιμέλειας των παιδιών”, είπε η κυρία Γιαννάκου και τόνισε ότι το “εξίσου” στη γονική μέριμνα υπαινίσσεται χρονική διάρκεια και μειωμένη διατροφή, “αν και την καθημερινότητα πρέπει να διαχειρίζεται εκείνος που έχει την επιμέλεια”.
“Το ζήτημα που πραγματεύεται το σχέδιο νόμου είναι κοινωνικό, επιστημονικό και, σε τελευταία ανάλυση, ηθικό κύριε υπουργέ. Οι υποχρεωτικές ποσοστώσεις δεν ταιριάζουν με τη ρύθμιση κοινωνικών πραγματικοτήτων και οικογενειακών θεμάτων και καταλήγουν συνήθως σε αντίθετα αποτελέσματα”, είπε η πρώην υπουργός.
Σε σχέση με τη στάση της στην ψηφοφορία, η βουλευτής της ΝΔ ξεκαθάρισε: “Πολύ φοβούμαι ότι το σχέδιο νόμου θα δημιουργήσει περισσότερες δικαστικές προσφυγές και εντάσεις και από τη στιγμή που δεν αλλάζει το “εξίσου”, το 1/3 και το “οριστική” (σ.σ. η διάταξη που προβλέπει οριστική απόφαση του δικαστηρίου στις περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας), εγώ δεν μπορώ να το ψηφίσω”.
Δεν ψηφίζει ούτε η Όλγα Κεφαλογιάννη
Νομικές αστοχίες, ανέφικτες πρακτικά προβλέψεις που θα οδηγήσουν σε αδιέξοδα και δικαστικές προσφυγές, περιλαμβάνει το νομοσχέδιο για τη συνεπιμέλεια, σύμφωνα με όσα ανέφερε, μιλώντας νωρίτερα στην Ολομέλεια, η βουλευτής της ΝΔ Όλγα Κεφαλογιάννη η οποία επέμεινε ότι το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης έχει γονεοκεντρικό και όχι παιδοκεντρικό χαρακτήρα.
“Η Νέα Δημοκρατία είναι μια δύναμη φιλελεύθερη, δύναμη προόδου και μεταρρυθμίσεων. Που ξέρει να σέβεται αξίες, που γνωρίζει να ακούει, να συνθέτει, να ενώνει. Γι΄αυτό και μπορεί να επιτυγχάνει μεγάλες πλειοψηφίες. Να κυβερνάει για το καλό του τόπου, να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη του λαού, όπως ακριβώς συμβαίνει με αυτή την κυβέρνηση”, ανέφερε η Όλγα Κεφαλογιάννη και προσέθεσε: “με αυτές τις αρχές έχουμε μάθει να πολιτευόμαστε. Εκτιμάμε τον ρόλο που μας ανέθεσαν οι πολίτες, με την ψήφο τους, υπερασπιζόμενοι θεμελιώδεις αξίες και γι΄αυτό θέλουμε να κρινόμαστε. Για την πολιτική μας, τις θέσεις μας τη γενικότερη στάση μας. Προσωπικά, στο παρελθόν έχω υποστηρίξει κατά συνείδηση, σοβαρές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, όπως ήταν το Σύμφωνο Συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια. Που στόχευαν πραγματικά, στην προάσπιση ατομικών δικαιωμάτων”, τόνισε.
“Όχι όμως από προσωπικά βιώματα κύριε υπουργέ. Αλλά από το ήθος που διδάσκει η ιστορία μας, να μην μιλάμε ποτέ προσωπικά, μόνο πολιτικά, και φυσικά από τις αρχές που επιβάλλει η πίστη μας σε μια σύγχρονη, φιλελεύθερη, δημοκρατική κοινωνία. Η πεποίθηση μας είναι ότι είμαστε εδώ, για να προχωράμε μαζί, συνθέτοντας για ένα τόσο σπουδαίο θέμα όσο αυτό του νομοσχεδίου. Γι΄αυτό και οι τροπολογίες που καταθέσαμε από κοινού με την κ. Γιαννάκου, αποσκοπούν στη διόρθωση μιας λογικής που εσφαλμένα αποτυπώθηκε στο νομοσχέδιο”, ανέφερε επίσης.
Η κυρία Κεφαλογιάννη δεν παρέλειψε να αναγνωρίσει ότι “η τελική ευθύνη ανήκει στον υπουργό Δικαιοσύνης”, υπογράμμισε όμως ότι το νομοσχέδιο “αντί να ενώνει, διχάζει. Αντί να λύνει δημιουργεί προβλήματα. Αντί να συνθέτει, στήνει εμμονικά συνθέσεις που δεν υπηρετούν τον σκοπό του, που είναι το συμφέρον των παιδιού”.
To νομοσχέδιο για τη συνεπιμέλεια
Με το νομοσχέδιο εισάγονται μεταρρυθμίσεις στο ισχύον νομικό πλαίσιο αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων μετά τη διακοπή της κοινής συμβίωσης. Οι κυριότερες μεταβολές εστιάζονται στα ακόλουθα σημεία:
-θεσπίζεται υποχρέωση ενημέρωσης από τον γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο, προς τον άλλο γονέα, αναφορικά με την επίδοση και το περιεχόμενο εγγράφων τα οποία αφορούν το παιδί.
-με έγγραφη συμφωνία ή κοινή ψηφιακή δήλωση (ισχύος τουλάχιστον 2 ετών με δυνατότητα παράτασης) ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη γονική μέριμνα, τον τόπο διαμονής του παιδιού, τον γονέα με τον οποίο θα διαμένει κλπ.
-προβλέπεται ότι η άσκηση της γονικής μέριμνας, προς το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, εξυπηρετείται με την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων, στην ανατροφή και τη φροντίδα του.
-παρέχεται η δυνατότητα προσφυγής των γονέων σε διαμεσολάβηση, για την εξεύρεση κοινά αποδεκτών λύσεων, κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας.
-θεσπίζεται η από κοινού και εξίσου άσκηση γονικής μέριμνας από τους δύο γονείς, στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή λύσης ή ακύρωσης του συμφώνου συμβίωσης (κατά τα ισχύοντα ρυθμίζεται από το δικαστήριο). Οι γονείς μπορούν, με έγγραφη βεβαίωση που θα έχει ισχύ τουλάχιστον 2 ετών που παρατείνεται αυτοδίκαια, να ρυθμίζουν διαφορετικά την κατανομή της γονικής μέριμνας.
-στην περίπτωση παιδιού που γεννήθηκε χωρίς γάμο, αποκτά γονική μέριμνα και ο πατέρας την οποία ασκεί από κοινού με τη μητέρα, στην περίπτωση που το παιδί αναγνωρίζεται εκούσια ή δικαστικά, με αγωγή που άσκησε ο πατέρας.
-θεσπίζεται η υποχρέωση κάθε γονέα να διαφυλάσσει και να ενισχύει τη σχέση του τέκνου με τον άλλο γονέα, τους αδελφούς του, καθώς και με την οικογένεια του άλλου γονέα, ιδίως όταν οι γονείς δεν ζουν μαζί ή ο άλλος γονέας έχει αποβιώσει.
-οι αποφάσεις για την ονοματοδοσία του παιδιού, το θρήσκευμα, ζητήματα υγείας και εκπαίδευσής του, όταν η επιμέλεια ασκείται από τον ένα γονέα ή έχει γίνει κατανομή της μεταξύ των γονέων, λαμβάνονται από τους δύο γονείς από κοινού.
-παρέχεται η δυνατότητα στον οποίο δεν έχει ανατεθεί η άσκηση επιμέλειας, να ζητά από τον άλλο γονέα πληροφορίες για το πρόσωπο και την περιουσία του παιδιού.
-καθιερώνεται ελάχιστος χρόνος επικοινωνίας, με φυσική παρουσία του παιδιού με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει μαζί, ο οποίος ορίζεται στο 1/3 του συνολικού χρόνου, με ειδικότερες προβλέψεις ώστε να μην διαταράσσεται η καθημερινότητα του παιδιού. Επιτρέπεται ο αποκλεισμός ή ο περιορισμός της επικοινωνίας μόνο για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους (ακαταλληλότητα του γονέα).
-απαριθμούνται ενδεικτικά οι περιπτώσεις που συνιστούν κακή άσκηση της γονικής μέριμνας (υπαίτια μη συμμόρφωση ή παράβαση δικαστικών αποφάσεων ή συμφωνιών των γονέων, διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του παιδιού με τον άλλο γονέα, αδικαιολόγητη άρνηση του γονέα να καταβάλει διατροφή που επιδικάστηκε, καταδίκη του γονέα, με οριστική δικαστική απόφαση, για ενδοοικογενειακή βία ή για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας) για τις οποίες το δικαστήριο διατάσσει κάθε άλλο πρόσφορο μέτρο.
-καταρτίζεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, ειδικό μητρώο οικογενειακών διαμεσολαβητών.
-οι υποθέσεις τού υπό ψήφιση νόμου εκδικάζονται από δικαστές που έχουν παρακολουθήσει επιτυχώς τα ειδικά σεμινάρια επιμόρφωσης στην Εθνική Σχολή Δικαστών.
Κατά το στάδιο της επεξεργασίας του νομοσχεδίου, στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, υπέρ του νομοσχεδίου τάχθηκε η ΝΔ. Κατά του νομοσχεδίου τάχθηκαν ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΜέΡΑ25. Το Κίνημα Αλλαγής, το ΚΚΕ και η Ελληνική Λύση δήλωσαν επιφύλαξη για την Ολομέλεια.
Διατάξεις του νομοσχεδίου έχουν βρεθεί στο επίκεντρο κριτικής και των βουλευτών της ΝΔ Μαριέττας Γιαννάκου και Όλγας Κεφαλογιάννη οι οποίες μάλιστα με δέκα κοινές τροπολογίες που έχουν καταθέσει, ζητούν τροποποιήσεις στον πυρήνα του σχεδίου νόμου.
Η κυβέρνηση έχει δηλώσει ανοιχτή σε νομοτεχνικές βελτιώσεις.