5 μικρές, αλλά συγκινητικές, ιστορίες που έχει διηγηθεί ο Θάνος Μικρούτσικος από τη ζωή του

Ο Θάνος Μικρούτσικος ήταν ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες της νεότερης ελληνικής μουσικής σκηνής. Στην διάρκεια του μαγικού του ταξιδιού στη μουσική έχει δώσει πολλές συνεντεύξεις. Από αυτές συλλέξαμε 5 μικρές ιστορίες που συγκινούν.

Ένα βράδυ, περπατούσα με το σκυλί που ακούς τώρα να γαβγίζει, το ωραιότατο λυκόσκυλό μου, τη Σίλα (ΣΙ και ΛΑ, πάλι νότες) και βλέπω στον απέναντι τοίχο του δρόμου τρεις πιτσιρικάδες να γράφουν ένα σύνθημα. Ήταν μία κοπέλα και δύο αγόρια. Τους πλησίασα αρχικά, για να τους ψιλομαλώσω. Όταν έφτασα τόσο κοντά ώστε να διαβάσω τι έγραφαν, τους φίλησα. ‘Μόνος σου μπορεί να τρέξεις γρήγορα, μαζί όμως μπορεί να πάμε μακριά‘. Αυτό είναι ένα μότο που εγώ ακολουθώ, το λέω, το προτείνω“.

“Η θεία μου τότε, σφόδρα ερωτευμένη με τον άντρα της και μην μπορώντας να αποδεχθεί την απώλειά του, έκλεισε τα πιάνα παρότι ήταν σπουδαία πιανίστρια. Είχε σπίτι της τρία πιάνα με ούρα“. “Μία ημέρα, το 1951, εγώ τεσσάρων χρονών επισκέφθηκα τη θεία μου στο νεοκλασικό της το οποίο σημειωτέον όπως όλα τα νεοκλασικά, είχε πολλές σκάλες. Της θείας μου είχε 62 σκαλιά. Το θυμάμαι γιατί της είχα πάει γλυκό του κουταλιού της γιαγιάς μου που έμενε περίπου 30 μέτρα μακριά και με περίμενε στο κεφαλόσκαλο για να με ανεβάσει. Όταν την πλησίασα, με πήρε αγκαλιά και μου είπε: ‘Θανασάκη, σήμερα αποφάσισα να παίξω για σένα’, εκ των υστέρων έμαθα ότι είχε κλείσει τα πιάνα. Μου είπε αυτήν την κουβέντα και κάθισε στο πιάνο. Άρχισε να παίζει ένα κομμάτι που αργότερα έμαθα ότι ήταν Σούμπερτ. Γυρίζει σε κάποια στιγμή προς το μέρος μου, και βλέποντάς με να την κοιτώ αποσβολωμένος, μου λέει ‘τώρα θα παίξεις εσύ’. Με καθίζει στο πιάνο και βάζει το δεξί μου χέρι στα πλήκτρα του. Από πάνω του, τοποθετεί το δικό της και αρχίζει να καθοδηγεί το κάθε μου δάχτυλο ώστε να παίξει την αρχική μελωδία. Το ηλεκτρικό ρεύμα που με διαπέρασε τότε, με διαπερνά μέχρι σήμερα”.

«Στο Μέγαρο, κορίτσι 15 χρόνων, τρίτη Γυμνασίου, με κοιτάει μετά στα καμαρίνια, με πιάνει από τον ώμο, με σφίγγει, με μάτια που έτρεχαν δάκρυα χωρίς λυγμούς, με σφίγγει και μου λέει τη φράση “είσαι ο ήρωάς μου”. 72 χρόνων εγώ, έτσι; “Είσαι ο ήρωάς μου” και γυρίζει και μου δείχνει ένα δικό της τατουάζ, “χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία”. Εγώ αμίλητος. Κάνει έτσι και μου δείχνει κι άλλο τατουάζ, πιο δίπλα, “κατάκτησε το αδύνατον”. Και άντε να μου πεις να φοβηθώ τον καρκίνο. Πώς να τον φοβηθώ; Είμαι ευτυχισμένος με τη ζωή να έχω “ακουμπήσει” τέτοια πράγματα. Δεν υπήρχε περίπτωση να βάλω τρικλοποδιά στη ζωή και να εκλιπαρήσω ποιο, τι και γιατί».

«Η Ρόζα μας παίδεψε πολύ στο στούντιο. Δεν μπορούσαμε να βρούμε τον τρόπο που θα έπαιζαν τα τύμπανα. Ήμαστε έξι ώρες και προσπαθούσαμε να βρούμε κάτι που θα με ικανοποιούσε. Ντράμερ ήταν ο σπουδαίος μουσικός Νίκος Καπηλίδης. Δεν ήθελα τα τυπικά χτυπήματα του ζεϊμπέκικου. «Σοβαρολογείτε;» μου λέει. «Απολύτως» του απαντάω. Βγάζει το πουκάμισο και ζητάω αν υπάρχει στο στούντιο καμιά προβιά για να φορέσει! Προβιά, βέβαια, δεν βρήκαμε, αλλά λέω στον Καπηλίδη να σκεφτεί ότι είναι ένας Βίκινγκ και να παίξει το κομμάτι όπως θα έπαιζε το ζεϊμπέκικο ένας Βίκινγκ. Τα κατάφερε απόλυτα. Όποιος προσέξει τα χτυπήματα της ντραμς σε αυτό το κομμάτι, θα καταλάβει τι εννοώ».

«Με συγκινεί ότι η πιτσιρικαρία εντάσσεται (και όχι επιφανειακά): παίζω τον Καββαδία στην Κύπρο σε έναν πολύ µεγάλο χώρο, σε ένα γυµναστήριο 6.000 θέσεων στη Λευκωσία. Τραγουδάει ο Θηβαίος τον «Λύχνο του Αλλαδίνου». Πριν από δέκα χρόνια έγινε αυτό. Εγώ παίζω και δεν τον κοιτάω. Κάποια στιγµή τον ακούω στο κενό ανάµεσα σε δύο φράσεις του να µου σφυρίζει. Οπότε γυρίζω και µου λέει: «Κοίτα». Σηκώνοµαι και βλέπω τρία παιδιά –αποκλείεται να ήταν πάνω από 16 χρόνων– που έχουν βγάλει τις µπλούζες τους και τι έχουν κάνει τατουάζ; «Την ανεξήγητη γραφή να λύσω πολεµώ»! Να έγραφαν στίχο από τον «Γουίλι» ή το «Μαχαίρι», να πεις ότι πήραν τα δύο πιο γνωστά κοµµάτια και χαράκτηκαν ένα βράδυ που ήπιαν και µια µπίρα παραπάνω…».

Ακολούθησε το TheMamagers στο Instagram

Διαβάστε περισσότερα

Best of network