Η Καλύτερη, Χειρότερη Εμπειρία της Ζωής μου
Αν μπορούσα να ζήσω τη ζωή μου από την αρχή, θα χαλάρωνα περισσότερο.
Θα ήμουν πιο απερίσκεπτη απ’ ό,τι σ’ αυτήν τη ζωή.
Θα ανέβαινα σε περισσότερα βουνά,
θα κολυμπούσα σε περισσότερα ποτάμια και
θα έβλεπα περισσότερα ηλιοβασιλέματα.
Θα είχα περισσότερα πραγματικά προβλήματα και λιγότερα πλασματικά.
Βέβαια, έχω ζήσει κι εγώ τις στιγμές μου,
και αν έπρεπε να ξαναζήσω, θα φρόντιζα να είναι περισσότερες.
Μάλιστα θα προσπαθούσα να ζω μόνο σπουδαίες στιγμές, τη μια μετά την άλλη.
Και θα μάζευα περισσότερες μαργαρίτες.
Ναντίν Στερ, 89 ετών
Οι περισσότεροι δεν ανακαλύπτουν πιο είναι το πραγματικό νόημα της ζωής μέχρι που έρχεται η ώρα να πεθάνουν.
Τότε, όταν έρχονται αντιμέτωποι με τη θνητή τους φύση, αφυπνίζονται και αντιλαμβάνονται τα βαθύτερα νοήματα της ζωής και συνειδητοποιούν όλα όσα δεν έζησαν. Η ζωή μπορεί να είναι σκληρή από αυτήν την άποψη. Πολύ συχνά, ενδέχεται τα δώρα που μας χαρίζει να μη γίνονται αντιληπτά παρά μόνο στο τέλος. Όταν είμαστε νέοι και έχουμε όλη τη ζωή μπροστά μας, αντί να ζούμε, έχουμε την τάση να αναβάλλουμε.
«Του χρόνου θα περνώ περισσότερη ώρα στη φύση ή θα γελάω περισσότερο ή θα αγαπώ περισσότερο. Του χρόνου θα περνώ περισσότερη ώρα με τα παιδιά μου και θα διαβάσω τα σπουδαιότερα έργα της λογοτεχνίας. Του χρόνου θα δω περισσότερα ηλιοβασιλέματα και θα δημιουργήσω καλύτερες φιλίες. Όμως, τώρα, έχω άλλα πράγματα να κάνω».
Αυτά είναι τα συνηθισμένα ρεφρέν της εποχής στην οποία ζούμε.
Ε λοιπόν, προσωπικά αυτό που έμαθα είναι ότι, αν δεν αρχίσεις να ενεργείς στη ζωή σου, συνήθως ενεργεί η ζωή για λογαριασμό σου. Οι μέρες γίνονται βδομάδες και οι βδομάδες μήνες και, προτού το αντιληφθείς, η ζωή τελειώνει.
Το δίδαγμα λοιπόν είναι σαφές:
Πάψτε να ζείτε αφήνοντας τα πράγματα στην τύχη, και αρχίστε να ζείτε σχεδιάζοντας τη ζωή σας. Ξαναμπείτε στο παιχνίδι και αναλάβετε δράση για να δημιουργήσετε την πλουσιότερη πραγματικότητα, που βαθιά στην καρδιά σας γνωρίζετε ότι είστε προορισμένοι να δημιουργήσετε. Ξεκινήστε να ζείτε τη ζωή σας σήμερα όπως θα θέλατε να την είχατε ζήσει όταν πλέον θα βρίσκεστε λίγο πριν τον θάνατο.
Ή για να παραφράσω τον Μαρκ Τουέιν, ζήστε τη ζωή σας έτσι που ακόμη και ο νεκροθάφτης να κλάψει στην κηδεία σας.
Ζούμε σε έναν πολύ παράξενο κόσμο.
Μπορούμε να στείλουμε έναν πύραυλο στην άλλη άκρη του κόσμου με εξαιρετική ακρίβεια, αλλά δυσκολευόμαστε να διασχίσουμε τον δρόμο όταν είναι να γνωρίσουμε τον νέο μας γείτονα. Περνάμε περισσότερο χρόνο μπροστά στην τηλεόραση από ό,τι με τα παιδιά μας. Λέμε ότι θέλουμε να αλλάξουμε τον κόσμο, αλλά δεν είμαστε πρόθυμοι να αλλάξουμε τον εαυτό μας. Έπειτα, όταν η ζωή μας βρίσκεται πια στη δύση της και αφήνουμε στον εαυτό μας χρόνο για να σκεφτεί, διακρίνουμε φευγαλέα τις χαρές που θα μπορούσαμε να είχαμε ζήσει, την καλοσύνη που θα μπορούσαμε να είχαμε προσφέρει, και το είδος του ανθρώπου που θα μπορούσαμε να είχαμε γίνει, όμως πλέον είναι πολύ αργά. Όταν οι περισσότεροι από μας αφυπνίζονται και συνειδητοποιούν το νόημα της ζωής, είναι πλέον ώρα να κλείσουν τα μάτια τους για πάντα.
Ευτυχώς, η δική μου αφύπνιση ήρθε νωρίτερα.
Πετούσα για το Σαν Φρανσίσκο, όπου θα έδινα μια ομιλία σχετικά με την επιτυχία της BraveLife.com σε ένα συνέδριο τεχνολογίας. Παραλίγο να χάσω την πτήση μου λόγω μιας μεγάλης χιονοθύελλας, η οποία είχε παραλύσει το μεγαλύτερο μέρος της πόλης, σταματώντας την κυκλοφορία. Αφού τελικά επιβιβαστήκαμε στο αεροπλάνο, εγώ και οι συνέταιροί μου καθίσαμε στις θέσεις μας στην πρώτη κατηγορία και, πίνοντας ένα ποτήρι καλό κρασί, συζητούσαμε πώς θα χειριζόμασταν την παρουσίαση που μας είχε ανατεθεί να κάνουμε. Συζητήσαμε για περίπου τριάντα λεπτά όταν, νιώθοντας εξουθενωμένη ύστερα από μια γεμάτη μέρα στο γραφείο, ζήτησα από τους συνεργάτες μου να με συγχωρέσουν που άφηνα τη συζήτηση στη μέση και προσπάθησα να κοιμηθώ.
Ξαφνικά, με ξύπνησε η φωνή του πιλότου που ακουγόταν από τα μεγάφωνα.
«Ο καιρός είναι πολύ κακός, κυρίες και κύριοι, και φαίνεται ότι θα χειροτερέψει κι άλλο. Παρακαλώ, βεβαιωθείτε ότι η ζώνη ασφαλείας σας είναι καλά σφιγμένη γύρω από τη μέση σας και βάλτε τα προσωπικά σας τραπεζάκια στην όρθια θέση», είπε δίνοντας τις γνωστές οδηγίες.
Παρότι ο πιλότος έκανε ό,τι μπορούσε για να ακουστεί ήρεμος, η φωνή του τον πρόδωσε και άρχισα να αναρωτιέμαι μήπως αντιμετώπιζε κάποιο πολύ σοβαρότερο πρόβλημα. Η καρδιά μου ξεκίνησε να χτυπά δυνατά καθώς συνέχισε να μιλά. «Η κακοκαιρία μας δημιουργεί μεγάλες δυσκολίες εδώ στο πιλοτήριο. Και πάλι, παρακαλώ κρατήστε τις ζώνες σας ασφαλισμένες και θα σας ενημερώσουμε για την καταιγίδα προς την οποία κατευθυνόμαστε όταν γνωρίζουμε περισσότερα».
Ξαφνικά, τα φώτα της καμπίνας έσβησαν και ενεργοποιήθηκε ο φωτισμός έκτακτης ανάγκης.
Το αεροπλάνο άρχισε να κουνιέται βίαια και τα πιάτα να πέφτουν στο πάτωμα. Οι αναταράξεις, οι οποίες στην αρχή ήταν υποφερτές, σύντομα έγιναν πολύ έντονες και άρχισαν να μου ανακατεύουν το στομάχι. Κοίταξα τον συνέταιρό μου τον Τζακ – έμοιαζε πολύ με τον Γουόρεν Μπίτι στα νιάτα του και, όπως κι εγώ, είχε δύο παιδιά. Συνήθως χειριζόταν την πίεση με εξαιρετική χάρη, τώρα όμως ήταν εμφανώς τρομοκρατημένος με όλα όσα συνέβαιναν και είχε αρχίσει να αναπνέει ακανόνιστα και να πανικοβάλλεται. Τρέμοντας άρπαξε το χέρι μου και ξεστόμισε με δυσκολία τέσσερις λέξεις πουδεν θα ξεχάσω ποτέ: «Κάθριν, νομίζω ότι πέφτουμε».
Είναι δύσκολο να σας περιγράψω τι ένιωσα τα επόμενα λεπτά. Ήξερα πως ο Τζακ είχε δίκιο, αλλά, παραδόξως, με κατέκλυσε ένα παράξενο αίσθημα γαλήνης και αποδοχής. Σφίγγοντας δυνατά το χέρι του, έκλεισα τα μάτια μου και σκέφτηκα τα παιδιά μου. Η καρδιά μου λύγισε καθώς μου ήρθε στον νου η εικόνα του γελαστού προσώπου του Πόρτερ.
Θυμήθηκα τις πρώτες λέξεις και τα πρώτα βήματα αυτού του υπέροχου παιδιού.
Τον είδα να γελάει μέσα στο δεντρόσπιτο που του είχε φτιάξει ο Τζον στην αυλή, να μασουλάει ένα καρότο βουτηγμένο στο φυστικοβούτυρο, ένα κολατσιό που, όπως μας έλεγε, θα τον έκανε σούπερ ήρωα όταν μεγάλωνε. Είδα τη Σαρίτα να πηδάει πάνω κάτω στο κρεβάτι της χαχανίζοντας και τραγουδώντας παιδικά τραγούδια όσο πιο δυνατά μπορούσε. Και έπειτα είδα τον Τζον να χαλαρώνει στη βεράντα της πίσω αυλής δίπλα στην ψηστιέρα, που αστειευόμενος έλεγε ότι αγαπούσε περισσότερο από μένα, πίνοντας μια παγωμένη μπίρα Corona με μια φέτα λεμόνι στο πάνω μέρος του μπουκαλιού.
Έπειτα, σχεδόν σε αργή κίνηση, είδα και τους τέσσερίς μας στις μόνες διακοπές που είχαμε κάνει όλοι μαζί οικογενειακώς. Είχαμε πάει στον Καναδά, περνώντας από τα Βραχώδη Όρη. Το ενδιαφέρον όμως ήταν ότι από τις εκατοντάδες σκέψεις που μου ήρθαν στο μυαλό τις τελευταίες εκείνες στιγμές προτού το αεροπλάνο συντριβεί, ούτε μία δεν ήταν για μένα ή για τη δουλειά μου. Υποθέτω ότι είναι αλήθεια αυτό που οι σοφότεροι από μας λένε εδώ και αιώνες: στο τέλος της ζωής σου θα συνειδητοποιήσεις ότι τα πράγματα που θεωρούσες σημαντικά ήταν στην πραγματικότητα ασήμαντα, ενώ όλα εκείνα που θεωρούσες ασήμαντα και επουσιώδη ήταν στην πραγματικότητα ουσιώδη και σημαντικά.
Στο ναδίρ της ζωής μου, αντικρίζοντας τον θάνατο κατάματα, δεν σκέφτηκα ούτε τα χρήματα που έβγαζα, ούτε το αυτοκίνητο που οδηγούσα, ούτε τον επαγγελματικό τίτλο που αναγραφόταν στην κάρτα μου. Η σκέψη μου δεν πήγε στα κέρδη που είχε σημειώσει η εταιρεία μας ή στα εξώφυλλα τον περιοδικών στα οποία είχα εμφανιστεί. Το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήταν η οικογένειά μου και πόσο πολύ τους αγαπούσα, πόσο θα μου έλειπαν και πόσο πολύ μετάνιωνα που δεν τους είχα αφιερώσει περισσότερο χρόνο. Ο πατέρας μου συνήθιζε να λέει ότι ποτέ κανείς που πέθανε δεν πήρε μαζί του τα υπάρχοντά του.
Το μόνο που μπορούμε να πάρουμε μαζί μας είναι οι αναμνήσεις μας, οι αναμνήσεις των Πραγμάτων Που έχουν Πραγματικά Σημασία. Αντιμέτωπη με τον θάνατο, κατέληξα στην απόλυτη συνειδητοποίηση: το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή μου ήταν η οικογένειά μου.
Η σοφία του γονέα, Robin Sharma, εκδόσεις Διόπτρα (απόσπασμα)