Ο όρος τοξικότητα δεν είναι τυχαίος ούτε μεταφορικός. Δεν είναι μεταφορικός επειδή κάθε δυσάρεστο συναίσθημα επιδρά και μεταβάλλει την βιοχημεία του σώματος. Δυστυχώς το υπάρχον ιατρικό μοντέλο που κυριαρχεί είναι κατακερματισμένο σε ειδικότητες χωρίς να λαμβάνει συνήθως υπόψη όχι μόνο το όλον του σώματος αλλά και η σύνδεσή του με το συναίσθημα, λες και το σώμα είναι μηχανή από εξαρτήματα.
Υπάρχουν σχέσεις που μπορούν να μας αρρωστήσουν. Μιας και μιλάμε για το σώμα, το σώμα δίνει άμεσα μήνυμα όταν έρχεται σε επαφή με κάτι επικίνδυνο. Κι όπως το στομάχι αντιδρά στην κακή τροφή ή το δηλητήριο, έτσι κι οι τοξικές συμπεριφορές βιώνονται στα σπλάχνα, αλλά καθώς η συνήθεια και η μάθηση παρεμβαίνουν, δεν παρατηρούμε αυτές τις ενοχλήσεις στο σώμα. Ώσπου να καταλήξουν σε ασθένειες. Και πάλι σπάνια θα συνδεθεί μία κακή σχέση με την ασθένεια στο νου των ανθρώπων…Είναι πολύ πιθανόν κι εμείς να έχουμε συμπεριφορές τοξικές προς τους άλλους συμπεριφορές που προέρχονται από μάθηση, αλλά κι από φόβο και ανασφάλεια. Όπως και νά’χει οι “τοξικές” συμπεριφορές είναι συνήθως αυτόματες-χωρίς να υπάρχει πρόθεση, δηλ. συνειδητότητα- αφού τις περισσότερες φορές έχουν εγγραφεί ως οικεία σχήματα λόγω μάθησης ή τραυματικής εμπειρίας στις πρώτες σχέσεις με τους γονείς. Σε γενικές γραμμές θα λέγαμε ότι όσο πιο ώριμος είναι ένας ψυχισμός τόσο λιγότερο τοξική συμπεριφορά εκφράζει.
Ας δούμε όμως μερικές τοξικές συμπεριφορές που είναι αρκετά συχνές και μάλιστα αναπαράγονται από τα μήντια κυρίως μέσα από τα τηλεοπτικά σήριαλ. Αν και ο κυριότερος φορέας μετάδοσης ή παραγωγής τους παραμένει η οικογένεια από την οποία προερχόμαστε.
-Μία τέτοια συμπεριφορά που προέρχεται από ανασφάλεια είναι η ανάγκη της άσκησης ελέγχου πάνω στον άλλο, αλλά κι απέναντι στο κάθετί. Ζηλεύει υπερβολικά, θέλει να μαθαίνει τα πάντα, να διεισδύει σε κάθε ιδιωτικό χώρο, να ασκεί εξουσία. Εκτός από το ότι είναι αδύνατο να συμβεί κάποιος να ελέγξει τα πάντα καταστρέφει και τις σχέσεις του. Φυσικά και δεν είμαστε φτερά στον άνεμο και ορίζουμε τη ζωή μας, γνωρίζοντας ωστόσο ότι το αύριο στην πολυπλοκότητά του παραμένει στην σφαίρα του αγνώστου.
-Κάποιοι τύποι επιμένουν για το δίκιο που έχουν λες και θα ήταν συμφορά γιαυτούς μία αλλαγή στάσης. Είναι αυτοί που δεν ακουν τον συνομιλητή τους, που μέσα τους κρύβεται ο σπόρος του φανατισμού που τυφλώνει και κωφαίνει. Αυτοί που θέλουν να έχουν πάντα δίκιο. Παρανοϊδές άγχος μήπως ο άλλος εισέλθει μέσα, διεισδύσει στο μυαλό μας και μας το αλλάξει. Δεν αντιλαμβάνονται την έννοια της συ-ζήτησης (=μαζί ψάχνουμε). Κάκιστοι συνομιλητές και εξαιρετικά βαρετοί αφού στερούν την ευκαιρία της κοινής περιπέτειας μέσω του διαλόγου.
-Αυτός που ρίχνει το φταίξιμο στον άλλο. Που ρίχνει την ευθύνη στον άλλον μην αντιλαμβανόμενος την πολυπλοκότητα του συστήματος που λέγεται σχέση και το δικό του μερίδιο ευθύνης αλλά και του πλαισίου.Δεν καταλαβαίνουν ότι μία σχέση την κάνουν τουλάχιστον δύο άνθρωποι κι ότι και οι δύο έχουν κοινή ευθύνη για το πώς πάει αυτή η σχέση και την συνδιαμορφώνουν εφόσον παραμένουν μαζί.
-Το συνεχές παράπονο κι η γκρίνια… Στηρίζεται στην προσωπική ιστορία του ανθρώπου, ιδιαίτερα μάλιστα φαίνεται να σχετίζεται με το πρώτο στάδιο ζωής και την σχέση με την μητέρα. Σε όποιον κι αν απευθύνεται όταν ασκείται γίνεται μία σαδιστική πράξη. Σαδιστική πράξη των αδυνάτων ή αυτών που θεωρούν τους εαυτούς τους αδύνατους σε σχέση με τον άλλο.
-Αυτός που στολίζει με χαρακτηρισμούς και κρίνει τον άλλον την ώρα της συζήτησης. Π.χ. Τον αποκαλεί “τεμπέλη”, “κακό”, “ανώριμο” κλπ. Είναι μετά οι ίδιοι που χαρακτηρίζουν τον σύντροφο ή το παιδί τους αδιάφορο (η αδιαφορία γίνεται ασπίδα προστασίας) και παραπονιούνται ότι δεν τους ακούει ο άλλος όταν μιλούν χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι έχουν συμβάλλει τα μάλα στην κώφωση του συντρόφου. Αντίθετα, μπορεί κανείς να στοχεύσει στο πώς ο ίδιος αισθάνεται κι όχι να στολίζει τον άλλο με διάφορα κοσμητικά επίθετα.
-Ο ανασφαλής που ζητά συνεχή επιβεβαίωση. Ψυχοφθόρο για τον άλλον αλλά και για τον ίδιο και πολύ κουραστικό.
-Η συνεχής καχυποψία. Κατά βάση απαισιόδοξος αυτός ο τύπος, δεν αφήνεται στην σχέση. Περισσότερο βλέπει τον άλλον ως εν δυνάμει εχθρό παρά εν δυνάμει φίλο.
-Ο τύπος που κάνει και μοιράζεται μόνο αρνητικές σκέψεις. Ο ίδιος έχει περισσότερο ή λιγότερο υποβόσκουσα κατάθλιψη και μάλλον δεν το έχει καταλάβει, αλλά κάνει τη ζωή δύσκολη και στους γύρω του.
-Στον αντίποδα του προηγούμενου, τοξική είναι και η απουσία ενσυναίσθησης, συμπόνιας όταν πράγματι χρειάζεται. Όταν απουσιάζει η ικανότητα να μπαίνει κάποιος στα παπούτσια του άλλου για να τον καταλάβει και συχνά χαρακτηρίζεται από ωμότητα και κυνισμό.
-Αυτός που το παίζει θύμα και λέει το πόσο θυσιάζεται για τους άλλους. Φυσικά τοξική συμπεριφορά καθώς προϋποθέτει ότι ο άλλος είνιαι θύτης. Και δεν υπάρχει θύμα και θύτης χωρίς την ύπαρξη, τουλάχιστον, ψυχολογικής βίας.
-Αυτός που διακατέχεται από ανηδονία. Δεν επιτρέπει στον εαυτό του την χαρά και την απόλαυση. Κινείται μόνο στην σφαίρα της υποχρέωσης και χαλάει και την χαρά του άλλου.
-Αυτός που δεν λέει με λόγια άμεσα αυτό που αισθάνεται ή επιθυμεί,αλλά περιμένει τον άλλον να το μαντέψει. Συνήθως ο άλλος όταν δεν καταφέρει να μαντέψει, κατηγορείται ότι πάσχει από έλλειψη κατανόησης ή γίνεται στόχος (συνήθως παθητικής) επιθετικότητας.
-Αυτός που αντί να συζητήσει αυτό που τον ενοχλεί “κρατάει μούτρα“. Από τις πιο συχνές μορφές παθητικής επιθετικότητας που είναι απόλυτα προϊόν μάθησης και ταύτισης με κάποιο σημαντικό πρόσωπο από την γονεϊκή οικογένεια.
–Η υπερβολή στην συναισθηματική έκφραση. Μπορεί να είναι θυμός και απώλεια ελέγχου, ή ανησυχία που εκφράζεται με πανικό. Ο αγγλικός όρος “drama queen” είναι κατάλληλος για να χαρακτηρίσει αυτά τα άτομα συνήθως, καθώς αυτή η απόλυτη δραματικότητα, ή μάλλον αν μιλήσουμε κλινικά εκδραμάτιση, δεν μπορεί να την αντέξει κάποιος για πολύ.
Υπάρχουν σχέσεις και άνθρωποι που μας κάνουν και νοιώθουμε καλά. Ωστόσο, ελλοχεύει ο κίνδυνος η ενόχληση να μην προέρχεται πάντα από τον άλλο, αλλά ίσως από δικές μας ανασφάλειες και προβλήματα ψυχικά που τα καταλαβαίνει κανείς συνήθως από την εμπειρία, ιδιαίτερα όταν η ίδια μορφή σχέσης επαναλαμβάνεται περισσότερες φορές. Πάντως σε κάθε περίπτωση πρέπει ο καθένας να ρωτήσει τον εαυτό του τι είναι αυτό το οποίο τον ενοχλεί. Να διαχωρίσει αν είναι δικό του το πρόβλημα ή του άλλου. Ξέρω, δεν είναι πάντα εύκολο αλλά είναι μία αρχή.