Πάντα αναρωτιέμαι, ως γιατρός αλλά και ως άνθρωπος, πώς οι γονείς παρεμβαίνουν στη ζωή του παιδιού τους και προσπαθούν, «πάντα για το καλό του», να του τη «φτιάξουν» έτσι ώστε να είναι ευτυχισμένο – κατά τη γνώμη τους…
Τελευταία κλινική μου εμπειρία ήταν λίγες μέρες πριν, η επίσκεψη δύο γονιών μέσης ηλικίας, υψηλού κοινωνικού – μορφωτικού επιπέδου, οι οποίοι με επισκέφτηκαν για τη σχεδόν 30χρονη κόρη τους που ζει ακόμη μαζί τους, ενώ έχει και οικονομική, αλλά και κοινωνική ωριμότητα και ανεξαρτησία. Εκανε, όμως, ένα μεγάλο λάθος! Τα ’φτιαξε με έναν άνδρα 13 χρόνια μεγαλύτερό της, χωρισμένο, χωρίς παιδί, μορφωμένος επίσης, αλλά όχι της οικονομικής τάξης στην οποία βρίσκεται εκείνη και φυσικά οι γονείς της.
Τα πρόσωπά τους ήταν αναψοκοκκινισμένα, ο πατέρας με στεγνό στόμα και η μητέρα με έντονη νευρικότητα κρατούσε στα χέρια της το σημείωμα-«κατηγορητήριο» της ένοχης κόρης και του εκτεθειμένου, ανήθικου άνδρα, όπως τον χαρακτήρισε, που παρέσυρε την κόρη της σε αυτόν τον δεσμό. Ζητούσαν τη βοήθειά μου σχετικά με το τι πρέπει να κάνουν για να σταματήσουν εδώ και τώρα την «κατηφόρα» της κόρης τους.
Δεν μου έκρυψαν και τους πολέμους που έγιναν, τους λεκτικούς πυροβολισμούς καθώς και τις απειλές που εκτόξευσαν στην άτακτη κόρη. Τη στάση τους επικροτούσε και ο αδελφός της, σχεδόν πέντε χρόνια μεγαλύτερός της, παντρεμένος «επιτυχημένα», όπως σημειολογικά ανέφερε ο πατέρας. «Τη σπουδάσαμε. Της τα δώσαμε όλα. Της πηγαίναμε το νερό στο κρεβάτι και δεν της χαλάσαμε χατίρι σε καμία απαίτησή της!».
Η τραγωδία που εξελισσόταν μες στο γραφείο μου υποστηριζόταν και από τη χορωδία των προσδοκιών τους, να δουν την κόρη τους να προχωράει στη ζωή της με έναν «σωστό» άνθρωπο, άσπιλο και αμόλυντο και όχι με έναν χωρισμένο, που η κοινωνία, κατά τη γνώμη τους, τον έχει πάει στο περιθώριο. Η κόρη πρόδωσε τα ιδεώδη και έπεσε χαμηλά στα τάρταρα της ανομολόγητης αμαρτίας μέσα από αυτή τη σχέση. «Πώς τόλμησε κάτι τέτοιο;» αναρωτήθηκε με περισσή αφέλεια ο πατέρας για να συμπληρώσει και η μητέρα: «Φταίει η ελευθερία που της είχαμε δώσει!».
Δεν προλάβαινα να σκεφτώ και φυσικά να τους οριοθετήσω, ενώ κρατούσα σημειώσεις για να μην τους δω κατάματα και τρομάξω με τη σειρά μου από το θυμωμένο τους βλέμμα. Είπαν και τι δεν είπαν. Το ωραιότερο, όμως, μου το άφησαν για το τέλος: η κόρη τους έχει φύγει από το σπίτι και συμβιώνει με τον καλό της, αφήνοντας ακόμη μεγαλύτερα τραύματα και θυμό στους δικούς της.
Τι κέρδισαν άραγε αυτοί οι γονείς; Τι περιμένουν να δουν από την κόρη τους, που την έδιωξαν με τον τρόπο τους; Το έγκλημά της, να ερωτευτεί έναν άνδρα 13 χρόνια μεγαλύτερό της και χωρισμένο, την απομάκρυνε από τους γονείς της, που φυσικά οι ίδιοι την απέβαλαν από την οικογένεια με εξευτελιστικό τρόπο, ο οποίος καταγράφεται στη συνεδρία με την εξής φράση της μητέρας: «Είχε το θράσος στη γιορτή της να θέλει να τον φέρει στο σπίτι μας και μάλιστα να φάμε μαζί… στο ίδιο τραπέζι!».
Αλήθεια, πόσο ένας γονιός μπορεί να ακυρώσει το παιδί του και να το οδηγήσει να του κλείσει την πόρτα; Γιατί, όταν τα είπαν και ξεθύμαναν, τότε πραγματικά είδα την αληθινή τους δυστυχία και τον πραγματικό τους πόνο για το παιδί που με τη σειρά του τους απέρριψε. Φάνηκε πιο ώριμη από εκείνους που πίσω από το άλλοθι της «ευτυχίας της», της προκάλεσαν τόσο ψυχικό πόνο και απαξίωση, γι’ αυτόν που επέλεξε και εκείνοι τον απέρριψαν.
Στα λίγα λεπτά που έμεναν για την ολοκλήρωση της συνεδρίας μας, τους έδειξα ακριβώς αυτό που έχτισαν για την κόρη τους, δηλαδή το γύρισμα της πλάτης της και φυσικά ακόμη κι αν εκείνος δεν της αξίζει, τον έκαναν με τη συμπεριφορά τους ιδανικό στα μάτια της.
Την έσπρωξαν περισσότερο πάνω του, λέγοντας: «Αρνούμαστε τον σύντροφό σου». Τους ζήτησα γρήγορα να διορθώσουν την ακαμψία τους και την άρνησή τους και να δεχτούν και τους δυο τους ως ζευγάρι στο σπίτι τους, γεφυρώνοντας ξανά τη σχέση τους με το παιδί τους. Τους αιτιολόγησα την ανάγκη τους να συνεχίσουν να επικοινωνούν με την κόρη τους, όσο και αν διαφωνούν, και να της δείξουν ότι την εμπιστεύονται.
Από τον Θάνο Ασκητή, νευρολόγο-ψυχίατρο, πρόεδρο του Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας