Έφτασε και η δική μου στιγμή να επισκεφτώ με τον σύζυγό μου μια παιδοψυχολόγο, καθώς ως γονείς τα είχαμε βρει κυριολεκτικά μπαστούνια με την εφηβεία της κόρης μου.
Το παιδί, όπως τα περισσότερα παιδιά σε αυτή τη φάση, είχε γίνει δύστροπο, μη συνεργάσιμο, είχε ξεσπάσματα και δεν άκουγε τίποτα. Μέχρι ένα σημείο αυτό θεωρείται φυσιολογικό καθώς όλοι γνωρίζουμε πια ότι αυτά είναι τα χαρακτηριστικά της εφηβείας. Ωστόσο υπάρχει μια κόκκινη γραμμή που όταν περαστεί, νιώθεις ως γονιός που είσαι πάντα πάνω από το παιδί σου, ότι ίσως δεν κάνεις κάτι καλά. Έτσι αποφασίσαμε να επισκεφτούμε μια ειδικό.
Οι πρώτες ερωτήσεις που μας έκανε, αφού της είπαμε δυο λόγια για το ιστορικό είναι αν τηρούμε κάποια όρια στο παιδί. “Φυσικά” είπα εγώ με στόμφο, “αφού τα συζητήσουμε πρώτα”.
Όταν λέτε ότι τα συζητάτε πρώτα, τι εννοείτε με ρώτησε. “Εννοώ ότι συμφωνούμε μαζί τις ώρες τις εξόδους, το διάβασμα, τις δραστηριότητες, τις υποχρεώσεις μέσα στο σπίτι κ.λ.π”.
Και αν η μικρή δεν συμφωνεί με αυτά που εσείς ορίζετε τι γίνεται; μας ρώτησε και πάλι.
“Αν δεν συμφωνεί”, απάντησε ο σύζυγός μου, “τότε βγάζουμε την πρόταση από το τραπέζι και ψάχνουμε μια εναλλακτική”.
“Μια εναλλακτική” σχολίασε “που προφανώς βολεύει περισσότερο τη μικρή και όχι εσάς ή μάλλον δεν εξυπηρετεί το πλάνο που θέλετε να χαράξετε για εκείνη”.
Κόκκαλο και οι δύο.
“Θέλετε να μου πείτε ένα παράδειγμα;” μας ρώτησε η ψυχολόγος.
“Και βέβαια” είπαμε. “Εμείς ως γονείς για παράδειγμα δεν θέλουμε η μικρή να βγαίνει βόλτα τις καθημερινές, γιατί θεωρούμε ότι αυτό την αποσυντονίζει και την αποσπά από τις υποχρεώσεις της. Και άλλωστε υπάρχουν τα Σαββατοκύριακα γι’ αυτό. Η μικρή όμως θέλει να πηγαίνει μια βόλτα μιάμιση ώρα την ημέρα και δεν συμφωνεί με τον όρο που θέλουμε να βάλουμε. Έτσι κάναμε μια διαπραγμάτευση ώστε να βγαίνει 3 τέταρτα και όχι μιάμιση ώρα”.
“Επομένως”, απάντησε η ειδικός “δεν έγινε αυτό που εσείς επιθυμούσατε, και που είναι και σωστό, αλλά τελικά η μικρή βγαίνει βόλτα, αλλά λιγότερη ώρα”.
“Μάλιστα” απαντήσαμε. “Αφού δεν θέλει να μην βγαίνει βόλτα καθόλου και δεν καταφέραμε να τα βρούμε στη συζήτηση”.
“Ακούστε” μας είπε η ψυχολόγος. “Είναι πολύ ωραίο πράγμα και αυτό άλλωστε συστήνουμε στους γονείς, το να συζητάτε με τα παιδιά σας τα πάντα και να αποφασίζετε μαζί, όσο αυτό είναι δυνατόν, τους κανόνες ενός σπιτιού. Ωστόσο όταν αυτό δεν είναι εφικτό τότε θα πρέπει να τους επιβάλλετε.
Κοιτάξτε, συνέχισε, η έννοια της δημοκρατίας δεν μπορεί να υπάρξει σε μια οικογένεια με ανήλικα παιδιά.
Όσο δημοκρατικοί κι αν θέλουμε να είμαστε, είμαστε γονείς, είμαστε εμείς οι ενήλικες και έχουμε εμείς ευθύνη για το μεγάλωμα των παιδιών μας και για το πώς θα βγουν στην κοινωνία αύριο. Επομένως είναι αναπόφευκτο το ότι θα επιβάλλετε κάποιες φορές τους κανόνες και τα όρια, ακόμα και αν η μικρή δεν τα δέχεται, γιατί άλλωστε αυτό είναι το φυσιολογικό: η μικρή και η κάθε μικρή και μικρός να αντιτίθενται και να αντιδρούν στους κανόνες.
Θα σας πω όμως κάτι. Οι κανόνες που θα βάλετε, όσο κι αν αντιδρά, θα την “ξεκουράσουν”. Φανταστείτε τον εσωτερικό κόσμο ενός παιδιού σε αυτή την ηλικία σαν μια ρευστή ύλη η οποία διαχέεται αβίαστα προς πάσα κατεύθυνση. Αυτό δημιουργεί μια σύγχυση στο παιδί. Εσείς ως γονείς έρχεστε και βάζετε αυτή τη ρευστή κατάσταση σε μια τάξη, σε ένα “κάδρο”, σε ένα “πλαίσιο”. Έτσι, το ρευστό παραμένει ρευστό αλλά δεν σκορπίζεται παντού αλλά έχει μια αρχή και ένα τέλος, έχει ένα “από δω, μέχρι εκεί”, κι αυτό ανακουφίζει τον έφηβο, τον χαλαρώνει και τον κάνει να νιώθει ασφάλεια”.
“Και πώς ακριβώς θα το επιβάλλουμε αυτό;” ρώτησα εγώ. “Δεν είναι του στυλ μας το “αποφασίζουμε και διατάζουμε”.
“Θα το εκφράσετε με αγάπη και σταθερότητα. Άλλωστε δεν πρόκειται για τιμωρία και αυτό είναι κάτι που θα της τονίσετε. Θα της εξηγήσετε πως ως γονείς κρίνετε πως η καθημερινή έξοδος την αποσυντονίζει. Είναι λογικό να σας πει ότι δεν την αποσυντονίζει και περνάει καλύτερα έτσι. Και εγώ έτσι θα έλεγα. Τότε με σταθερότητα και ηρεμία θα της πείτε ότι λυπάστε πολύ που δεν συμφωνείτε σε αυτό, αλλά αυτοί είναι οι κανόνες της οικογένειας και στο συγκεκριμένο θέμα δεν υπάρχουν περιθώρια αλλαγής ή περαιτέρω διαπραγμάτευσης. Είναι καλό να μάθετε να το κάνετε αυτό, διότι σήμερα το πρόβλημα είναι μια απλή έξοδος τις καθημερινές, αύριο θα είναι κάτι σοβαρότερο.
Δεν γίνεται να τα συζητάμε όλα και να συμφωνούμε σε όλα με το ανήλικο παιδί μας. Μερικά πράγματα πρέπει να τηρούνται. Τελεία.
Επιστρέψαμε προβληματισμένοι στο σπίτι. Όχι γιατί δεν κρίναμε σωστά όσα μας είπε η ειδικός, αλλά γιατί βρίσκαμε “δύσκολο” να επιβάλλουμε κάτι, νιώθαμε ότι δεν θα ήμασταν δημοκρατικοί.
Στο δια ταύτα τώρα, συζητήσαμε με τη μικρή και της είπαμε ακριβώς όσα μας είχε συμβουλεύσει η ειδικός. Η μικρή έγινε έξαλλη, έβαλε τα κλάματα, είπε “μου καταστρέφετε τη ζωή”, “με κλείνετε μέσα στο σπίτι χωρίς λόγο”, “μου στερείτε τους φίλους μου” κ.λ.π. Της είπαμε ότι μπορεί να βλέπει τους φίλους της τα Σαββατοκύριακα, τους βλέπει κάθε μέρα στο σχολείο και δεν απαξιώσαμε στο ελάχιστο τα συναισθήματά της με φράσεις τύπου “έλα μωρέ πως κάνεις έτσι”, “σιγά που σου καταστρέφεται η ζωή επειδή θα είσαι σπίτι τις καθημερινές”. Εννοείται ότι τα είχα στην άκρη της γλώσσας μου, αλλά ήξερα ότι όφειλα να δείξω κατανόηση στην συγκεκριμένη αντίδραση, να τονίσω ότι καταλαβαίνω απόλυτα ότι είναι δυσάρεστο το συναίσθημα.
Το αποτέλεσμα είναι ότι οι κανόνες τηρήθηκαν με γκρίνιες εννοείται και όχι και τόσο εύκολη προσαρμογή στα νέα δεδομένα. Ένα μήνα μετά πράγματι, η μικρή είναι πιο συγκεντρωμένη στον εαυτό της, πιο συνεπής στις υποχρεώσεις της και κυρίως πιο ήρεμη – γιατί αυτό ήταν και το ζητούμενο. Και φυσικά ως γονείς μάθαμε ότι είμαστε υποχρεωμένοι σε πράγματα που θεωρούμε σωστά (με τη βοήθεια της ειδικού) να θέτουμε κανόνες και όρια, ακόμα κι αν ακούγονται δυσάρεστα, περιοριστικά κ.λ.π κι ακόμα κι αν προκαλούν αρνητικά συναισθήματα στο παιδί. Να είστε σίγουροι ότι αυτά τα αρνητικά συναισθήματα είναι πρόσκαιρα, απόλυτα φυσιολογικά κατά την περίοδο της προσαρμογής αλλά μετά υπάρχει μια ανταμοιβή για όλους.
Να τονίσω ότι ούτε εγώ ούτε ο άντρας μου είμαστε ειδικοί. Είμαστε γονείς που προσπαθούμε για το καλύτερο. Κρίνω όμως ότι είναι καλό να μοιραστώ μαζί σας αυτή τη συνεδρία, γιατί εμάς, μας ξεμπλόκαρε. Άλλωστε η ειδικός μας τόνισε το εξής:
“Θεωρώ ότι αυτό είναι το καλύτερο που έχετε να κάνετε σε αυτή την περίπτωση, ωστόσο η απόφαση είναι πάντα του γονιού”.
Διαβάστε ακόμα:
Οι «φιλελεύθεροι» γονείς δημιουργούν κανόνες καταπίεσης προς τον εαυτό τους