Συνομιλώντας με μια Ελληνίδα μοναχή στην Ινδία που σώζει παιδιά του δρόμου
Η γυναίκα που εδώ και 25 χρόνια αγωνίζεται για τις ζωές των κοριτσιών -αλλά και κάθε ορφανού- στο Μπακεσουάρ της Ινδίας μιλά για όλα στο LIFO.gr και στη Χριστίνα Γαλανοπούλου.
Στην καρδιά ενός από τους πιο σκληρούς τόπους απέναντι στις γυναίκες -απέναντι στο ανθρώπινο είδος, γενικώς- ζει μια παράξενη μοναχή. Είναι Ελληνίδα, τη λένε Νεκταρία και εδώ και 25 χρόνια κάνει δουλειά υπέρ των κοριτσιών στην Καλκούτα, στο Μπακεσουάρ, σε όποιο σημείο της Ινδίας εντοπίσει ορφανό και καταφέρει να το μαζέψει από τις καλύβες, απ’ τους δρόμους, από γονείς που ετοιμάζονται να το πουλήσουν ή απλώς να το πετάξουν στην τύχη του, τον ίδιο τον θάνατο.
Την ώρα που της στέλνω το email για να κουβεντιάσουμε λίγο για όλα αυτά που κάνει στο Μπακεσουάρ, δεν πιστεύω καν ότι θα μου απαντήσει η ίδια. Μου απαντά με mail, μου δίνει viber, skype και WhatsUp (!) που μπορώ να την αναζητήσω, μου γράφει τις ώρες που επιστρέφει στο δωμάτιό της και μπορεί να μιλήσει χωρίς κάποιο από τα εκατοντάδες παιδιά της “Θεοτόκου” και των άλλων 4 σχολείων που διοικεί να κρέμεται από το ράσο της.
Απαντά με φρεσκάδα νεαρής κοπέλας, όμως δεν είναι πια νέα. Η αδελφή Νεκταρία, από το Μοναστήρι του Οσίου Παταπίου είναι μια παράξενη, χαμογελαστή, αεικίνητη γυναίκα, με βραχνή φωνή και λαμπερά μάτια να γυαλίζουν πίσω από τα γυαλιά της. Είναι μονίμως στο πόδι, κοιμάται ελάχιστες ώρες κάθε μέρα και στο όνομα της προσεύχονται -από το ’90 και μετά- μερικά τσούρμα από κορίτσια που σώθηκαν από βέβαιο αφανισμό: από την πορνεία, τον καταναγκαστικό γάμο, τη σκλαβιά του αναλφαβητισμού, τον πρόωρο θάνατο ή τη δολοφονία.
Πώς βρέθηκε σ’ αυτόν τον τόπο και παραμένει για 25 χρόνια;
«Βρεθήκαμε εδώ το 1991 μαζί με τον πατέρα Ιγνάτιο. Οι πρώτες προσπάθειες είχαν ξεκινήσει το ’80 από τον πατέρα Αθανάσιο Ανθίδη στο Ραμπάκ. Οι Ινδίες υπήγοντο στη Μητρόπολη Νέας Ζηλανδίας, όταν εκοιμήθηκε ο πρώτος ιεραπόστολος στη Δυτική Βεγγάλη και τότε ήταν που είχα ζητήσει από τον πατέρα Ιγνάτιο να ανοίξει τον ελληνικό ναό μετά την ανεξαρτησία από τους Άγγλους.
» Όταν ήρθα στην Ινδία, από την Κορέα όπου βρισκόμουν, εκεί στην περιοχή που είναι ο ελληνικός ναός, το πρώτο πράγμα που αντίκρισα ήταν όλες αυτές οι απροστάτευτες γυναίκες. Κορίτσια μικρά με φουσκωμένες κοιλιές, παραπεταμένα. Να τα ρωτάς ποιος είναι ο πατέρας και να μην ξέρουν να σου απαντήσουν. Να είναι έρμαια του κάθε περαστικού. Εκεί μου γεννήθηκε η ιδέα για τη «Θεοτόκο» το ’96. Το ’99 είχαμε ήδη πάρει τα πρώτα κορίτσια υπό την προστασία μας.
» Είναι τέτοια η νοοτροπία εδώ που ο καθείς πληρώνει το κάρμα του. Στην Ινδία ζουν δυο κόσμοι. Οι εξωφρενικά πλούσιοι και οι απόλυτα φτωχοί. Αν η Καλκούτα έχει 13 εκ. πληθυσμό, τα 5 εκ. φυτοζωούν, ζωές μέσα στη λάσπη.
» Από τα πρώτα περιστατικά που με πίεσαν ψυχικά, ήταν αυτό που συνέβη με δύο αδελφές, την Ροπάλι και τη Σονάλι. Ήταν μικρούλια όταν τα πήραμε και κάποια μέρα εμφανίστηκε κάποιος που έλεγε ότι ήταν ο πατέρας τους. Και ήταν. Μας είπε ότι έπρεπε να πάρει τα παιδιά για μια μέρα, γιατί πέθανε η μητέρα τους και τους είχε αφήσει ένα κτήμα που δεν έπρεπε να το χάσουν από συγγενείς. Έπρεπε να παρουσιάσει τα παιδιά ως τους νόμιμους κληρονόμους.
Μην μπορώντας να κάνουμε αλλιώς, τις αφήσαμε να τον ακολουθήσουν, λέγοντάς του ότι την επόμενη θα έπρεπε να επιστρέψουν για να μη χάσουν το σχολείο τους. Οι μέρες πέρασαν, τα παιδιά δεν γύρισαν και όταν έστειλα τον πατέρα Ραφαήλ που εργαζόταν στο πλευρό μας να δω τι απέγιναν τα κορίτσια, μαθαίνουμε ότι τη μία, 10 χρονών κοριτσάκι, την είχε δώσει σ’ έναν ηλικιωμένο. Για γάμο… Το κατέστρεψε το παιδί, ένα έξυπνο παιδάκι, καλόγνωμο, μια κούκλα…
» Εννοείται ότι όλα αυτά που βλέπω τόσα χρόνια έχουν αντίκτυπο. Έχω κάνει πίεση και ζάχαρο. Αλλά δεν χάνω την πίστη μου. Πιστεύω πολύ στο Χέρι του και στην Πρόνοια Του. Πάντα κάτι κάνει την τελευταία στιγμή και σώζει κάτι που έχω φτιάξει –τα συσσίτια, τα ιατρεία, τις βοήθειες σε ανάπηρους και άπορους.
» Θα μαζευτώ στο δωμάτιό μου γύρω στις 11 το βράδυ και ξυπνάω στις 2.30 κάθε μέρα. Θα απαντήσω σε email μόνο για ό,τι έχει να κάνει με τα σχολεία. Στις 6.30 θα είμαι δίπλα στα παιδιά μαζί με τις δασκάλες να τα ετοιμάσουμε για το σχολείο που ξεκινά στις 8.00. Δεν προλαβαίνω να φάω. Πολλές φορές κοιμάμαι με το φαΐ στο στόμα. Οι αδελφές μου στο μοναστήρι μου γράφουν “απάντησε, στείλε μόνο ένα ok να ξέρουμε ότι είσαι καλά”».
» Από το Νοέμβριο του 1999 που πήραμε τα πρώτα κοριτσάκια μέχρι σήμερα, στα 18 αυτά τελευταία χρόνια, έχουν μεγαλώσει κοντά μας και τα περισσότερα αποκατασταθεί καλά 400 παιδιά. Είναι μια σταγόνα στον ωκεανό, αλλά όπως έλεγε και η Μητέρα Τερέζα “δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά, αλλά ας κάνει ο καθένας αυτό το λίγο που μπορεί, είναι καλύτερα από το τίποτα”».
Έχει δει παιδιά να πεθαίνουν στα χέρια της, να μην τα καταφέρνουν. Αποκαλεί τον εαυτό της «τρελή μοναχή» που από το τίποτα, βλέπει τις προσπάθειες της να μετουσιώνονται σε κάτι απτό.
Μου λέει ότι την ακριβώς επόμενη μέρα είχε να κάνει βαριά, αλλά χαρούμενη δουλειά. Είχε ψώνια, μαγειρέματα και στολισμό για τον γάμο μιας κοπέλας, που υπήρξε από τα πρώτα μικρά του ορφανοτροφείου. Μεγάλωσε εκεί, σπούδασε και τώρα φτιάχνει τη δική της οικογένεια και η αδελφή Νεκταρία είναι στο πλευρό της. Πολλά από αυτά τα κορίτσια επιστρέφουν στα σχολεία και στο Ορφανοτροφείο ως δασκάλες αυτή τη φορά και είναι οι καλύτερες που μπορούν αυτά τα ιδρύματα να βρουν, γιατί είναι παιδιά που μεγάλωσαν και πάτησαν γερά στα πόδια τους εκεί.
Μέχρι στιγμής η Ιεραποστολή της οποίας ηγείται είναι υπεύθυνη για:
– Τα συσσίτια στην Καλκούτα. «Αυτό σημαίνει μεσημεριανό φαγητό για τυφλούς, ανάπηρους και άστεγους και πρωινό –γάλα και μπισκότα- για τα άστεγα παιδάκια. Με ρωτάνε πώς και δεν τα έχω περιορίσει, καθώς η οικονομική κρίση στην Ελλάδα έχει επηρεάσει τρομερά και τις δωρεές. Έλα, όμως, που την τελευταία στιγμή βρέθηκε ένας άνθρωπος από Ελλάδα και έστειλε 5.000 ευρώ και δεν τα έκοψα;! Αυτό λέω εγώ Χέρι του Θεού έστω και την τελευταία στιγμή», μου λέει καταχαρούμενη…
– Τη δωρεάν ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη στα πέντε ιατρεία της Ιεραποστολής. – Τη λειτουργία των πέντε σχολείων της ιεραποστολής στα χωριά, όπου υπάρχουν ορθόδοξες εκκλησίες και κοινότητες.
– Τη λειτουργία του αγγλικού σχολείου στον χώρο του ορφανοτροφείου θηλέων, όπου φοιτούν τα ορφανά παιδιά και όχι μόνον.
«Δεν μου αρέσει η λέξη ορφανοτροφείο. Να σας πω τη μαύρη αλήθεια, προτιμώ το hostel. Υπάρχουν τρομερές διακρίσεις και θέλω τα παιδιά που είναι εδώ να μπορούν να κυνηγήσουν ένα λαμπρό μέλλον χωρίς σκιές. Σε hostels βάζουν τα παιδιά τους εσωτερικά και οι πλούσιοι. Και με νοιάζουν τα κορίτσια, να έχουν ένα μέλλον πέρα από τις λασποκαλύβες, να ξέρουν ότι κανείς δεν μπορεί να τις πετάξει κάπου αβοήθητες», εξηγεί με φωνή που για πρώτη φορά σπάει.
Έχει δει παιδιά να πεθαίνουν στα χέρια της, να μην τα καταφέρνουν. Αποκαλεί τον εαυτό της «τρελή μοναχή» που από το τίποτα, βλέπει τις προσπάθειές της να μετουσιώνονται σε κάτι απτό. Απέναντί της έχει τις κάστες, τα έμφυλα στερεότυπα –πιο εχθρικά απ’ όσο μπορεί να αντέξει ο πιο ανθεκτικός Δυτικός-, την ισοπεδωτική φτώχεια, την ινδική γραφειοκρατία, όλα κόντρα…
Για να είμαι απολύτως ειλικρινής, ποτέ δεν πίστεψα στο ιεραποστολικό έργο, ποτέ δεν πίστευα στους ανθρώπους του Θεού. Το πείσμα της, όμως, ανάκατο με λίγο θράσος, είναι εντυπωσιακό. Είναι σχεδόν παραλογισμός ότι μετά από όλα αυτά –που δεν είναι και λίγα- ξεκίνησε την ανέγερση ενός –μάλλον θηριώδους για τα δεδομένα της περιοχής- σχολείου.
Και πάλι παίζει με τον χρόνο κόντρα –γιατί το σχολείο για να πάρει άδεια, πρέπει να είναι έτοιμο έως την άνοιξη του 2018- και με τα λεφτά που δεν υπάρχουν (!) για την ανέγερσή του. Η τρέλα, το θράσος, η πίστη της «έψησαν» δύο εργολάβους που έχουν ήδη «σηκώσει» δύο ορόφους, χωρίς αμοιβή, ή για την ακρίβεια με αμοιβή που θα έχουν να λαβαίνουν, όταν ευοδωθούν τα παρακάλια της.
Με τις προδιαγραφές που το ονειρεύεται για να στεγάσει τάξεις, εργαστήρια, αίθουσες με υποδομή ευρωπαϊκών σχολείων, το κόστος αυτού του σχολείου ανέρχεται στο 1,5 εκ. δολάρια. Για να γίνει ακόμη πιο αντιληπτό το νούμερο, ας αναφερθεί εδώ ότι το ορφανοτροφείο χρειάζεται 600.000 ρουπίες τον μήνα (γύρω στα 8.000 ευρώ)… Τι ακριβώς κάνει αυτή η γυναίκα εκεί πέρα; Απολύτως ευτυχισμένη μου λέει ότι την επομένη, αν τη χρειαστώ για κάποιο στοιχείο παραπάνω, θα αργήσει να απαντήσει γιατί θα είναι με τα κορίτσια στον ελληνικό ναό της Καλκούτας και θα αργήσει.
«Κάθε παιδάκι θέλει την ώρα του. Θέλει να ξέρει ότι είσαι μαζί του. Ότι το αγαπάς. Ότι δεν θα φύγεις. Καταλαβαίνεις;». Τι να χρειαστώ; Έχουμε τα πάντα και φυσικά το καταλαβαίνουμε αργά, μπορεί και ποτέ, κυνηγώντας μικρότητες.
Πηγή: www.lifo.gr