Το διαζύγιο, ως θεσμός των καιρών μας, φαίνεται πως «χτυπά την πόρτα» σε ζευγάρια που είναι σε γάμο για 20-30 χρόνια! Κι ενώ θα περίμενε κανείς πως δύο άνθρωποι που’χουν μοιραστεί τη ζωή τους για ένα τόσο πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα δεν έχουν λόγο να χωρίσουν, τα στοιχεία έρχονται να το διαψεύσουν. Απ’τα στοιχεία της Συμβουλευτικής Γραμμής Σεξουαλικής Υγείας προκύπτει πως ένας μεγάλος αριθμός ζευγαριών προχωρεί σε λύση του γάμου, μετά από 22 χρόνια, κατά μέσο όρο, κοινής συμβίωσης.
Το Ινστιτούτο Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας, με πρόεδρο τον Dr. Θ. Ασκητή, πραγματοποίησε έρευνα σχετικά με τους αιτιολογικούς παράγοντες που ωθούν ένα ζευγάρι με τόσο μακρόχρονη σχέση στο χωρισμό.
Παρακάτω παρουσιάζονται οι πιο συχνοί αιτιολογικοί παράγοντες σύμφωνα με τα στοιχεία του Ινστιτούτου:
– Ένα ποσοστό 33% αναφέρει πως ο κορεσμός και η ρουτίνα είναι που τους ωθούν στο διαζύγιο.
Η κάθε μέρα είναι ίδια με την άλλη και όλες οι μέρες γίνονται σταδιακά ίδιες. Δημιουργούνται αισθήματα απογοήτευσης και μοναξιάς. Η αρχική αμφιβολία μετατρέπεται σε βεβαιότητα για το ότι τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει, μ’αποτέλεσμα η απομάκρυνση κι η απόσταση ολοένα να μεγαλώνει. Πολύ συχνά οι σύντροφοι παραπονιούνται ότι έχουν κουραστεί ψυχολογικά, ότι αισθάνονται άδειοι και ότι ή σχέση δεν τους ευχαριστεί πλέον.
– Το 29% αναφέρει πως το γεγονός ότι τα παιδιά έχουν φύγει απ’το σπίτι είναι καθοριστικής σημασίας για την απόφασή τους.
Μετά από 30 χρόνια γάμου τα παιδιά έχουν φύγει απ’το γονεϊκό σύστημα. Έτσι οι γονείς δεν έχουν το κίνητρο να μείνουν μαζί, προκειμένου να τα μεγαλώσουν και να τα φροντίζουν. Θεωρούν πλέον, ότι είναι ικανά να διαχειριστούν το διαζύγιο, ενώ η απουσία των παιδιών απ’το σπίτι, φέρνει, συχνά, στην επιφάνεια το συναισθηματικό κενό μεταξύ των συντρόφων.
– Το 16% αναφέρει πως η απιστία οδηγεί στο διαζύγιο.
Και πράγματι στη μέση ηλικία τόσο ο άνδρας όσο και η γυναίκα χαρακτηρίζονται από φιληδονία. Βλέποντας πως τα χρόνια περνούν αισθάνονται την ανάγκη να ξανανιώσουν. Η ανασφάλεια που φέρνει ο χρόνος με το πέρασμά του, δημιουργεί την ανάγκη της επιβεβαίωσης, ότι ακόμα «μετράω». Έτσι, οδηγείται κανείς στη δημιουργία μιας άλλης σχέσης που τον κάνει να νιώθει αρεστό/ή. Εξάλλου, στην ηλικία αυτή το σεξ παραμένει σημαντικό και για τα δύο φύλα, ως στοιχείο ευχαρίστησης, χαράς και επιβεβαίωσης.
– Η σεξουαλική απομάκρυνση οδηγεί ένα ποσοστό 13% σε χωρισμό.
Πολλά ζευγάρια παραπονιούνται για την αλλαγή στη σεξουαλική τους ζωή, που, σε κάποιες περιπτώσεις, μεταβάλλεται δραματικά, έτσι ώστε δεν είναι σπάνιο κάποιοι ν’απέχουν σεξουαλικά.
– Οι συγκρούσεις,
– η φθορά της καθημερινότητας,
– η ύπαρξη ενός σεξουαλικού προβλήματος που συνδέεται με την αύξηση της ηλικίας,
– η ψυχική απομάκρυνση,
– η σχέση που πλέον είναι «δεδομένη» και δε χρειάζεται να προσπαθήσεις γι’αυτήν,
οδηγούν τους συντρόφους σε μια σχέση που το σεξ δεν έχει χώρο.
– Υπαρξιακού τύπου προβλήματα είναι ικανά να οδηγήσουν ένα ζευγάρι στο χωρισμό, όπως αναφέρει ένα ποσοστό 9%.
Η υπαρξιακή-εσωτερικού τύπου-κρίση που περνά κανείς όσο μεγαλώνει και κάνει έναν απολογισμό ζωής, δημιουργεί:
– ερωτηματικά,
– ανασφάλεια,
– φόβο και
– την ανάγκη να «προλάβει» να ζήσει όσα δεν έκανε, να ευχαριστηθεί.
Εξάλλου, τα προβλήματα υγείας είναι συχνά, σ’αυτήν την ηλικιακή περίοδο και δημιουργούν αίσθημα ανεπάρκειας και ψυχολογικής πίεσης.
Στη σύγχρονη εποχή τα κοινωνικά δρώμενα «επιτρέπουν» το διαζύγιο, το οποίο σε παλαιότερες εποχές ήταν συνυφασμένο με τον κοινωνικό στιγματισμό. Η σημερινή κοινωνία είναι πιο απελευθερωμένη, το «επιτρέπει». Απ’την άλλη, το γεγονός ότι ο μέσος όρος ζωής των ανθρώπων έχει αυξηθεί, κατά πολύ, συγκριτικά με παλαιότερα, δίνει τη δυνατότητα να μπορεί να ξαναφτιάξει και πάλι τη ζωή του κάποιος στα 50 ή 60 του χρόνια.
Γράφει ο Θάνος Ασκητής