Η ανατροφή που δίνουμε στα παιδιά μας έχει άμεση συσχέτιση με την κοινωνία που ζούμε. Στην Ιαπωνία ο κοινός ύπνος είναι συνήθης πρακτική και τα παιδιά κοιμούνται κοντά στους γονείς τους μέχρι μεγάλη ηλικία. Στην Κορέα, πάλι, τα βρέφη περνούν περισσότερο από το 90% του χρόνου τους στα χέρια κάποιου ενηλίκου. Σ’αντίθεση, στις ΗΠΑ τα μωρά περνούν τα 2/3 του χρόνου τους, μόνα σε βρεφικά καθίσματα, καρότσια, καθίσματα αυτοκινήτου ή κούνιες. Οι πεποιθήσεις μας, σχετικά με το τι είναι καλό στην ανατροφή των παιδιών δεν είναι ίδιες σε διαφορετικές περιοχές του κόσμου ή/και σε διαφορετικές ομάδες στον πληθυσμό της ίδιας χώρας.
Ο τρόπος ανατροφής που επιλέγουμε δεν είναι δόγμα. Ούτε ένας τρόπος ζωής που εμείς επιβάλλουμε και σε άλλους. Ούτε στην ίδια μας την οικογένεια, αν δεν συμφωνούν όλα τα μέλη της.
Η ανατροφή των παιδιών με προσήλωση είναι μια μεγάλη δέσμευση, και δεν γίνεται μόνο από τις μαμάδες. Τα μωρά χρειάζονται αγάπη και άμεση ανταπόκριση κι από τον μπαμπά. Οι πατεράδες βοηθούν τα παιδιά τους να μεγαλώσουν κι όταν φροντίζουν τα παιδιά. Κι όταν, όμως, αγαπούν κι υποστηρίζουν την σύζυγό τους.
Οι σχέσεις προσκόλλησης, ίσως, δεν λειτουργούν, τόσο καλά, χωρίς τη συμμετοχή και τη φροντίδα του πατέρα.
Αν κι η μητέρα είναι η φυσική προτίμηση του μωρού, κατά τα πρώτα χρόνια, ο πατέρας δεν απουσιάζει. Ούτε παίρνει “ρεπό”. Ακόμα και όταν δεν φροντίζει ο ίδιος το μωρό, δημιουργεί ένα υποστηρικτικό περιβάλλον για τη μητέρα.
Πολλές μητέρες, εκτός απ’τον χρόνο και την ενέργεια που αφιερώνουν για τις ασταμάτητες ανάγκες ενός νέου μωρού (και της υπόλοιπης οικογένειας και του νοικοκυριού) παράλληλα προσπαθούν να κάνουν και όλα τα άλλα πράγματα που κάνουν οι άλλοι άνθρωποι, για να νιώσουν σαν τους άλλους ανθρώπους. Έτσι υιοθετούν ένα πολυάσχολο τρόπο ζωής πολύ σύντομα μετά τον τοκετό.
Η εξουθένωση (burnout) καραδοκεί για τις μητέρες που επιλέγουν ν’αναθρέψουν τα παιδιά τους με προσήλωση, επενδύοντας σε σχέσεις προσκόλλησης και παράλληλα δεν “θέλουν να χάσουν τον παλιό τους εαυτό”.
Από την άλλη κάποιες μητέρες έχουν τη νοοτροπία “το-μωρό-μου-έχει-τόσες-ανάγκες-που-δεν-έχω-χρόνο-ούτε-να-κάνω-ένα-ντους”. Αυτό μπορεί να στραγγίξει κυριολεκτικά τη μητέρα. Εδώ η βοήθεια του συζύγου είναι πολύτιμη. Όχι μόνο από πρακτικής, αλλά κι από συναισθηματικής άποψης. Στον θηλασμό, για παράδειγμα, που δεν μπορεί να προσφέρει ο πατέρας, μπορεί να τροφοδοτεί έμμεσα το μωρό, βοηθώντας και φροντίζοντας τη μητέρα που ταΐζει το παιδί.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι μπαμπάδες έχουν μόνο έναν υποστηρικτικό ρόλο, ούτε ότι είναι υποκατάστατα των μαμάδων.
Αντιθέτως έχουν να δώσουν τη δική τους μοναδική συμβολή στην ανάπτυξη του μωρού. Να χτίσουν τη δική τους σχέση μαζί του. Το μωρό δεν τους αγαπά περισσότερο ή λιγότερο από τη μητέρα του. Το μωρό τους αγαπά με διαφορετικό τρόπο. Η μητέρα χρειάζεται ξεκούραση, καλή διατροφή, ύπνο και βοήθεια. Χρειάζεται να καταλάβει ότι πρέπει να ζητήσει βοήθεια. Να μην αναλάβει μόνη της όλο το πρόγραμμα της οικογένειας με ένα μικρό μωρό.
Μια εξαντλημένη μητέρα ίσως δεν είναι “αρκετά καλή μητέρα”. Μια αγχωμένη και πελαγωμένη μητέρα χρειάζεται στήριξη – ένα μαγειρεμένο φαγητό ή ένα πλυντήριο είναι μια απλή συνεισφορά, αλλά τεράστια βοήθεια. Χρειάζεται επίσης χρόνο με τον σύντροφό της, και χρόνο μόνη της, και με τις φίλες και τους φίλους της. Κι οι ανάγκες αυτές είναι πολλαπλάσιες για τις ανασφαλείς μητέρες, τις νέες σ’αυτόν το ρόλο. Εκείνες που νιώθουν σιγουριά για τις επιλογές τους. Που νιώθουν ότι βρίσκονται μέσα σε έναν λαβύρινθο. Που δεν μπορούν να αποφασίσουν κι επηρεάζονται από τις γνώμες των άλλων. Κι όλες μας ξέρουμε πόσες γνώμες έχουν οι άλλοι για οτιδήποτε κάνουμε…
Κατερίνα Χρυσανθοπούλου, απόσπασμα από το βιβλίο “24 ώρες αγκαλιά”