Πολλές φορές νιώθω ότι δεν μεγαλώνω το παιδί μου μόνη μου με τον σύζυγό μου, αλλά ότι σέρνω, κυριολεκτικά στην πλάτη μου τη γνώμη όλης της οικογένειας.
Μια γνώμη για την οποία δεν έχουν ερωτηθεί κι όμως, επιμένουν να διατυπώνουν, ξανά και ξανά. Ίσως να μην περίμενα ποτέ ότι η ίδια μου η μάνα θα’ταν αυτή που θα’χε πάντα άποψη επί παντός επιστητού, αλλά, τελικά, είναι εκείνη που καθημερινά “έρχεται” φορτωμένη με πληροφορίες που έχει διαβάσει, ακούσει ή συζητήσει με τις φίλες της, έτοιμη να μου τις καταθέσει.
Και δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα αν αυτό όλο είχε βοηθητική πρόθεση κι όχι διορθωτική. Καθώς κάθε έξωθεν πληροφορία αποδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι κάτι δεν κάνουμε καλά εμείς, ενώ όλοι εκεί έξω γνωρίζουν πολύ καλύτερα από εμάς.
Αν είχα επιφορτίσει τη μητέρα μου με το καθήκον να κρατάει τα παιδιά, ίσως να εκνευριζόμουν λιγότερο. Ίσως έδινα κι ένα ελαφρυντικό. Ίσως να έκανα πίσω στη φράση:
-Δηλαδή, είμαι καλή μόνο για να σου κάνω την μπέιμπι σίτερ;
Ούτε αυτό, όμως, συμβαίνει. Της έχω εξηγήσει εκατομμύρια φορές ότι αυτό που κάνει με πληγώνει, με αποσυντονίζει και δεν με βοηθά. Αντιθέτως, με ωθεί σ’έναν κυκεώνα σκέψεων κι αμφιβολιών αν είμαι “αρκετή”. Τίποτα απ’αυτά δεν πιάνουν τόπο.
Το δεύτερο άτομο το οποίο, πραγματικά, με μπλοκάρει είναι η άλλη μας γιαγιά, η πεθερά μου. Αν και δεν την αντιμετώπισα ποτέ σαν κακή πεθερά (γιατί δεν είναι άλλωστε), αλλά σαν γιαγιά μας, σαν τη μητέρα του συζύγου μου που σέβομαι κι εκτιμώ, παθαίνω βέρτιγκο κάθε φορά που έρχεται στο σπίτι να μας επισκεφτεί. Κάνει εμετό το μωρό; Δεν του “χτύπησα” καλά την πλατούλα να ρευτεί.
Κλαίει το μωρό; Δεν το έχω αλλάξει ή δεν έχω βάλει τη σωστή κρέμα κι έχουν “ανάψει τα μπουτάκια του”.
Είναι πολύ ζωηρό το παιδί; “Ε, βέβαια, πως να μην είναι όταν επικρατεί πανζουρλισμός μέσα στο σπίτι;”
Έχει πυρετό το μωρό; “θα κατάπιε κάποια τρίχα από το σκύλο και έπαθε μόλυνση”.
Οποιαδήποτε πληροφορία έχει καταγραφεί στο dna της απ’τα δικά της παιδικά χρόνια, τη γιαγιά της και τη μητέρα της, έχει μπλεχτεί όμορφα με τις σύγχρονες μεθόδους. Αποτέλεσμα; Να’χει δημιουργηθεί ένας αχταρμάς μέσα της, τον οποίον οφείλω ν’αποκρούω κάθε φορά.
Τ’άλλα άτομα που μου κάνουν τη ζωή δύσκολη είναι οι θείες, ξαδέρφες, νονοί και σόγια που’χουν πάντα κάτι να πουν.
Ότι δεν ψήλωσε πολύ. Ότι τα δικά τους παιδιά έλεγαν την άλφαβήτα στην ηλικία του δικού μου. Ότι κακώς έκανα και δεν θήλασα τον μεγάλο μέχρι τα 6 του χρόνια, γι’αυτό είναι νευρικό το παιδί. Ότι δεν πρέπει να τον βοηθάω να διαβάζει γιατί έτσι δεν θα μάθει να δουλεύει. Γιατί δεν τον κουρεύω θα νομίζει ότι είναι κορίτσι. Γιατί δεν τρώει όλο του το φαγητό, μήπως έβαλα πιπέρι… και δεν έχει τελειωμό όλο αυτό.
Δεν ξέρω αν όλα αυτά συνέβαιναν και παλιά. Ίσως και ναι. Ίσως κι οι μητέρες να μην αντιδρούσαν. Είναι, όμως, γεγονός πως, πλέον, δεχόμαστε σχόλια για τη γονεϊκότητά μας απ’την περίοδο της εγκυμοσύνης.
Δεν ξέρω γιατί οι άνθρωποι νιώθουν ότι δικαιούνται να σχολιάσουν μια μητέρα και τον τρόπο που ανατρέφει τα παιδιά της. Δεν ξέρω γιατί (είτε έχουν παιδιά είτε δεν έχουν) δεν καταλαβαίνουν ότι οι υποδείξεις, οι συμβουλές κι οι παρατηρήσεις δεν βοήθησαν καμιά μητέρα. Αντιθέτως την εκνεύρισαν. Δεν ξέρω, επίσης, γιατί δεν αρκούνται στο γεγονός ότι υπάρχουν ειδικοί για ν’απευθυνθούμε, αν θέλουμε να ρωτήσουμε οτιδήποτε, απ’το φαγητό και τον ύπνο ενός παιδιού, μέχρι το πώς ν’αντιμετωπίσουμε τις κρίσεις του.
Μια μητέρα, νύχτα-μέρα, ακόμα κι ασυνείδητα κάνει την πιο στυγνή κριτική στον εαυτό της. Το κατηγορητήριο που εξαπολύει καθημερινά στον εαυτό της είναι βαρύ. Κάθε μέρα αναρωτιέμαι αν δουλεύω πολύ, αν δεν δουλεύω πολύ. Αν μαγειρεύω υγιεινά. Αν είμαι μάνα ελικόπτερο, μάνα φιλελεύθερη, μάνα καταπιεστική. Αν μου ταιριάζει το attachement parenting, Αν είναι ok να μην δοκιμάσω τον μάρσιπο. Αν πρέπει να διαβάζω τον μικρό. Τι είδους συνέπεια να ακολουθήσω στα ξεσπάσματά του. Αν είναι σωστό που βαριέμαι στις παιδικές χαρές και τα πάρτι και τόσα πολλά που οι μάνες ξέρετε καλύτερα απ’τον καθένα.
Όλος αυτός ο οικογενειακός περίγυρος που μπλοκάρει την ηρεμία μιας μητέρας πρέπει ν’απομακρυνθεί.
Ή με κάποιον τρόπο να μπει στη θέση του. Με ευγένεια, με χιούμορ, με μια ήρεμη συζήτηση. Δεν πρέπει να σέρνουμε, σαν μπάλες κατάδικου, την κριτική ανθρώπων που θα’πρεπε να μας στηρίζουν (μιας και μιλάμε για την οικογένειά μας) κι όχι να μας κατακεραυνώνουν. Μας φτάνει ο εαυτός μας γι’αυτό κι ο κύκλος των αφριζόντων μαμάδων εκεί έξω, στον οποίο, επίσης, θ’αναφερθώ λίαν συντόμως.