Ναι, ξέρω. Η κάθε μέρα είναι κι ένας άθλος, πια.
Η ζωή, τα τελευταία χρόνια, μας έδειξε ένα πρόσωπο, που όχι να φανταστούμε δεν μπορούσαμε, αλλά ούτε οι καλύτεροι οικονομολόγοι δεν περίμεναν. Ακούγαμε για κρίση, ωραία λέγαμε, πόσο κακό μπορεί να είναι αυτό; Μέχρι που άρχισε να αγγίζει τον καθένα μας. Να αγγίζει είπα; Να στραγγίζει θα ήταν το πιο σωστό. Και να μας πετάει σωρηδόν σ’ένα πηγάδι που ακόμα δεν φαίνεται να έχει πάτο.
Στην αρχή είδαμε να μειώνονται λίγο – λίγο οι μισθοί. Είδαμε να αυξάνονται οι φόροι. Οι λογαριασμοί. Να μειώνονται κι άλλο οι μισθοί. Και μαζί μ’αυτούς κι οι συντάξεις των γονιών μας. Μετά, πολλοί και πολλές από εμάς, βρεθήκαμε χωρίς δουλειά. Στα τριάντα, σαράντα ή πενήντα μας. Αυτό ήταν το χειρότερο σενάριο που μας περίμενε.
Το πρώτο που χάσαμε, τελικά, δεν ήταν χρήματα απ’την τσέπη μας, αλλά η αίσθηση της ασφάλειας που είχε η κάθε μέρα μας.
Πώς να προγραμματίσεις οτιδήποτε όταν, για παράδειγμα, σε μία οικογένεια εργάζεται μόνο ένα άτομο χωρίς την παραμικρή βεβαιότητα ότι θα εργάζεται κι αύριο;
Δεν χρειάζεται, φυσικά, να περιγράψω το εικοσιτετράωρο της καθεμιάς ή του καθενός μας. Ούτε τον αγώνα που κάνουμε για να μοιράσουμε ένα κουτσουρεμένο ημερομίσθιο στις αυξημένες ανάγκες ενός εικοσιτετραώρου. Ούτε την γκρίνια, τη μιζέρια, το άγχος. Ή την απελπισία. Τα ζούμε δυστυχώς. Και τα βλέπουμε γύρω μας. Γνωρίζω ανθρώπους, όπως κι εσείς υποθέτω, που σταμάτησαν τα παιδιά τους από τις σπουδές. Που δεν έχουν να δώσουν ένα ευρώ χαρτζιλίκι. Που ξεπουλάνε τα πάντα. Αυτοκίνητα, σπίτια, χωράφια κι επιστρέφουν στα πατρικά τους με δυο-τρία παιδιά πια, που ό,τι και να κάνουν σήμερα τίποτα δεν φαίνεται αρκετό.
Κι αναρωτιέμαι: Πώς μεγαλώνει κανείς παιδιά σε μια τόσο γκρίζα πραγματικότητα;
Πώς να εμφυσήσεις στην επόμενη γενιά την ελπίδα που έχασες;
Πώς να διδάξεις δύναμη όταν ο ίδιος αισθάνεσαι αδύναμος να κάνεις το οτιδήποτε;
Δεν έχω απάντηση. Αλλά πρέπει να βρω. Όπως κι εσύ. Γιατί ξέρεις κάτι;
Η γενιά που έχουμε στα χέρια μας έχει ανάγκη από αγάπη, ηρεμία και χαμόγελο για να ανθίσει. Χρειάζεται πίστη για να σταθεί στα πόδια της. Έχει ανάγκη από όλα αυτά τα υλικά των ονείρων που εμείς οι γονείς τους παρέχουμε. Γι’αυτό, είναι εμείς οι γονείς που χρειαζόμαστε ψυχραιμία και καθαρή σκέψη. Μια ματιά που – ο κόσμος να χαλάσει – πρέπει να ξαναβρεί την αισιοδοξία της.
Το βάρος πέφτει στους ώμους μας, λοιπόν. Καλώς ή κακώς, εμείς οι μητέρες πρέπει να επιστρατεύσουμε τη φαντασία μας για να στήσουμε μια καθημερινότητα υποφερτή και ουσιαστική. Κάνοντας καλό πρώτα στον εαυτό μας. Ας μαζέψουμε τις δυνάμεις μας για να κάνουμε τα αδύνατα, δυνατά. Να στηρίξουμε τον κόσμο (μας) τώρα στα ζόρικα, γιατί έχουμε και παιδιά να μεγαλώσουμε, πάνω σε μια αλήθεια εξαιρετικά απλή:
Τα κρουασάν σοκολάτας μπορεί να μας τέλειωσαν, αλλά ήταν ένα ποτήρι γάλα που έθρεφε πάντα την ανθρωπότητα.