Γονείς που δουλεύουν όλη την εβδομάδα. Βρέφη και τρίχρονα που πηγαίνουν καθημερινά στον παιδικό σταθμό. Όλοι γυρνούν στο σπίτι κατάκοποι. Κάποιες μέρες, δεν υπάρχουν ούτε αυτά τα 48λεπτα για τη μάνα, προκειμένου να τα αφιερώσει ολοκληρωτικά στην οικογένεια. Όχι, δεν πέφτει με τα μούτρα στο τάμπλετ. Πέφτει με τα μούτρα στις δουλειές. Να μαγειρέψει το βραδινό, να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα, να βάλει πλυντήρια, να κάνει μπάνιο τα παιδιά, να κοιμηθούν νωρίς. Διότι την άλλη μέρα, πάλι από τις εφτά το πρωί θα είναι στο πόδι.
Άντε, λίγο να ξεκουραστούμε, λίγο να δούμε τα παιδιά, να πάμε σε κάποια παραλία, φεύγει το καλοκαίρι. Γονείς γεμάτοι άγχος να προλάβουν. Γονείς γεμάτοι τύψεις που δεν περνούν πολλές ώρες με τα παιδιά τους, γιατί απλά, εργάζονται. Και πού οδηγούνται οι ενοχικοί γονείς, οι γεμάτοι τύψεις; Στην αντίπερα όχθη. Ανοχή από την ενοχή.
Τρέχουν στις παραλίες, τρέχουν στις παιδικές χαρές, έτοιμοι να εκπληρώσουν κάθε επιθυμία των μικρών παιδιών τους. Τα παιδιά αντιλαμβάνονται την αδυναμία τους και ζητούν όλο και περισσότερα. Και ξέρουν να το κάνουν τόσο καλά. Λίγο με την γκρίνια και τη φωνή, λίγο με το κλάμα, κρατούν δυο γονείς σε εγρήγορση.
“Αφήστε τα παιδιά να παίξουν λίγο στην άμμο, δίπλα στη θάλασσα. Θα τα βλέπουμε από τις ξαπλώστρες. Δυο βήματα μας χωρίζουν” τολμώ και λέω. “Έλα μωρέ τα καημένα, δεν τα βλέπουμε και πολύ όλη την εβδομάδα” μου απαντούν. Και οι τύψεις ζωγραφίζονται στο πρόσωπο τους.
Κι εδώ πιάνω την λέξη κλειδί. “Δεν τα βλέπουμε”. Και πέφτουμε από πάνω τους με τα μούτρα. Πολλές φορές τους κόβουμε και το οξυγόνο. Δηλώνουμε παρόντες στα κουβαδάκια και στα καστράκια και χτίζουμε μαζί τους, ανοίγουμε λακκούβες για να φτιάξουμε πισίνες. Αυτά, εναγωνίως, κοιτούν δεξιά και αριστερά τ’άλλα παιδιά που παίζουν με συνομήλικά τους κι εμείς, σαν ένα αόρατο τείχος, εμποδίζουμε ακόμα και την οπτική επαφή.
Τα κλείνουμε στον κύκλο των τύψεών μας. Στις ενοχές μας, επειδή απλά δουλεύουμε. Και κάπου εκεί, ξεκινά ο εκνευρισμός.
“Δεν μου έφτιαξες καλά τον πύργο. Φτιάξε άλλον. Κρυώνω. Πεινάω. Φέρε μου νερό με το κουβαδάκι. Θέλω να μου φτιάξεις μια πισίνα. Κοίτα, με γέμισες με άμμο, δεν μπορώ, πάμε σπίτι…”.
Και πανικόβλητοι, τρέχουμε να χτίσουμε κάστρα, να παραγγείλουμε τοστ, να προσέχουμε μην πασπαλιστεί με άμμο. Με το ένα χέρι φτυαρίζουμε και με τ’άλλο κρατάμε το τοστάκι. Τα κάνουμε όλα. Όλα όσα ζητούν οι μικροί μας θησαυροί. Γιατί πιστεύουμε πως αν δεν κάνουμε τα πάντα, δεν θα νιώσουν ότι τα αγαπάμε. Καταργούμε τα όρια, ικανοποιούμε κάθε τί πριν καν το ζητήσουν, για να ξεπλύνουμε τις τύψεις που κακώς νιώθουμε. Για να νιώσουμε καλύτερα.
Και κάπως έτσι, δημιουργούμε κακομαθημένα, γεμάτα ένταση, παιδιά. Τα αποκλείουμε από παρέες που σίγουρα θα έκαναν αν δεν τα «περικυκλώναμε». Γιατί τα παιδιά έχουν έναν μοναδικό τρόπο να συναναστρέφονται με αλλά παιδιά της ηλικίας τους και να συνεννοούνται μόνο με τα μάτια. Σίγουρα θα’χετε γίνει μάρτυρες παιδιών που παίζουν, μιλούν και γελούν με τον δικό τους τρόπο. Κι ας είναι κι από διαφορετικές χώρες, κι ας μην ξέρει το ένα τη γλώσσα του άλλου. Έχουν τον μαγικό τρόπο, αυτόν που μας κάνει να αναρωτιόμαστε “μα πώς συνεννοούνται;”
Ναι, μας λείπουν πολύ, επειδή δουλεύουμε.
Άλλο αυτό κι άλλο να νιώθουμε ενοχές και τύψεις. Οι ενοχικοί γονείς ξεπερνούν κάθε όριο. Στην πραγματικότητα εξιλεώνονται -έτσι νομίζουν, έτσι νιώθουν- κάνοντας υπερβολές. Εκπληρώνοντας υπερβολικές απαιτήσεις των μικρών τους, ικανοποιώντας όλα τα θέλω τους. Άνευ ορίων. Πνίγοντας την ανεξαρτησία του μικρού παιδιού. Καταπατώντας τη μικρή του ελευθερία.
Όμως, το κλισέ “η ποιότητα μετράει και όχι η ποσότητα” δεν είναι και τόσο κλισέ. Ούτε είναι άλλοθι για τους σκληρά εργαζόμενους γονείς. Τα παιδιά ζητούν ποιότητα στον χρόνο που θα τους αφιερώσουμε. Θέλουν να είμαστε πραγματικά εκεί, πραγματικά μαζί τους, ακόμη κι αν είναι για λίγο. Και ναι. Η υπερβολική ασχολία μας, κουράζει το παιδί. Δεν του αφήνει χώρο να δημιουργήσει. Να εκδηλωθεί. Να αναπτύξει τις ικανότητες του. Να τρέξει η φαντασία του. Να γίνει ένας μικρός εξερευνητής. Ένας μεγάλος δημιουργός.
Και το παιχνίδι συνεχίζεται στην παραλία.
Κάστρα χτίζονται, κάστρα γκρεμίζονται. Μαμάδες γεμίζουν, εναγωνίως, τα κουβαδάκια με άμμο βιαστικά. Πατεράδες κρατούν μικρά ποτιστηράκια και κουβαλούν νερό. Και τα πιτσιρίκια; Τα πιτσιρίκια απλά παρατηρούν τους μεγάλους που τους έχουν πάρει όλα τα παιχνίδια. “Μη, μην το γκρεμίσεις τώρα που το τελειώνουμε. Κοίτα ποσό ωραίο έγινε το καστρ…” και πριν προλάβει να τελειώσει την φράση του ο πατέρας, ο πιτσιρικάς σηκώνεται και τσαλαπατά το οικοδόμημα όλο νεύρα.
Η επιστροφή στο σπίτι, βρίσκει τα παιδιά ξεκούραστα, αφού δεν έπαιξαν ελεύθερα στην παραλία, αλλά και νευρικά, να ορμούν στο δωμάτιό τους και να πετάνε τριγύρω όλα τα παιχνίδια τους. Έχουν πολλές δυνάμεις ακόμα.
Οι γονείς αποκαμωμένοι, σωριάζονται στον καναπέ.
Γράφει η Τζώρτζια Βρεττού
Διαβάστε επίσης:
6 λάθη που κάνουμε με τον σύντροφό μας και βλάπτουν τα παιδιά μας