Είναι κι αυτές οι μαμάδες με τα θλιμμένα μάτια.
Τις καταλαβαίνεις από την στάση του σώματος. Όταν περιμένουν στο αυτοκίνητο, σφίγγουν με χαμένο βλέμμα, καμπουριάζοντας στο τιμόνι. Ενώ, δεν ξέρω πως, αλλά νιώθεις το σφίξιμο στο στομάχι τους, μέσα από τα ρούχα που, συνήθως, σακουλιάζουν πάνω τους.
Στις γιορτές κλαίνε και στις ενημερώσεις για την σχολική επίδοση δεν σε κοιτούν στα μάτια. Δεν είναι από ντροπή. Είναι γιατί δεν ξέρουν από πού να το πιάσουν και αν αξίζει τον κόπο να πουν σε μια ξένη ή μια κοινή γνωστή γνωστών τα οικογενειακά τους.
Είναι και από περηφάνια να μην τις λυπηθείς.
Είναι αυτές οι μαμάδες που αν τις συναισθανθείς και τους σφίξεις ζεστά το χέρι θα το τραβήξουν ξαφνιασμένες απ’την ζεστασιά. Θα την πάρουν, όμως, μαζί τους σαν μήνυμα πως είσαι εκεί και καταλαβαίνεις. Αυτό άλλωστε θέλεις.
Είναι αυτές οι μαμάδες που επεξεργάζονται το διαζύγιο.
Που γυρίζουν αργά τη νύχτα μια – μια ανάποδα τις γαμήλιες φωτογραφίες εξαφανίζοντας θύμησες.
Που, σχεδόν, νιώθεις την ενέργεια από τη βοή στο κεφάλι τους.
Είναι αυτές που ακόμα παλεύουν με την στυφή απογοήτευση και την τελική απόφαση ως την αποδοχή.
Το καταλαβαίνεις στα χλωμά τραβηγμένα πρόσωπα, στα απεριποίητα μαλλιά και σε κείνο το βλέμμα που δεν εστιάζει… ούτε στα ίδια τα παιδιά.
Τα παιδιά που αναρωτιούνται για την σιωπηλή μαμά.
Για τη μαμά που έχει μείνει μόνο τεράστια τρομαγμένα αδιάβαστα θλιμμένα μάτια.
Που κουλουριάζεται τα μεσημέρια στο κρεβάτι σαν να πονάει και είναι πάντα αργοπορημένη στα εξωσχολικά. Που δεν αντιδρά στα ερεθίσματα με θέρμη και δεν τη νοιάζει για την κουζίνα που της μοιάζει. Παραιτημένη. Ούτε για τα τετράδια που μένουν τσαλακωμένα και τα βιβλία που δεν ελέγχονται.
Ευτυχώς για αυτά, τα παιδιά έχουν δυο εργαλεία της ηλικίας ανεκτίμητα:
– τη διαφυγή στον παιδικό κόσμο με ήρωες από πλαστελίνη ή μεγκαπίξελ και
– τη φαντασία.
Την ίδια φαντασία που ενώ στα παιδιά λειτουργεί σαν βάλσαμο αντιπερισπασμού, στον κόσμο των μεγάλων μεγεθύνει μόνο τα προβλήματα και καθηλώνει.
Είστε, λοιπόν κι αυτές. Οι μαμάδες του προαναγγελθέντος διαζυγίου.
Εσείς.
Σας αναγνωρίζω. Στην αρχή το παλέψατε με οικογενειακά τραπέζια και καλέσματα. Ύστερα με κάποιες εκδρομές και σύντομες δίαιτες. Μετά γίνατε επιθετικές.
Κάποιες θέλατε εσείς να το διαλύσετε κυνηγώντας νέες χίμαιρες, κάποιες απλά μια μέρα ξυπνήσατε μόνες.
Θέλω, όμως, να πω κάτι σε όλες.
Όσο σκοτεινά και να είναι τώρα τα πράγματα.
Όσο κι αν η απελπισία σας πνίγει στο μικρό σας αυτοκίνητο μέχρι να χτυπήσει το κουδούνι και να φορέσετε το χαμόγελο.
Όσο κι αν τα θλιμμένα μάτια σας έχουν κάνει κύκλους και οι κλειδώσεις των δαχτύλων σας ασπρίζουν κάθε φορά από το σφίξιμο της έντασης.
Όσο κι αν τα παιδιά σας είναι ένας μικρός καθρέφτης του τι επικρατεί στο σπίτι και στο μυαλό σας.
Όσο κι αν η μαυρίλα είναι παντού απλωμένη.
Θα περάσει.
Και θα το καταλάβω και τότε από την χαλάρωση στο πρόσωπο και το αβίαστο χαμόγελο που θα το ξαναβρείτε. Από τη φούστα σας που θα ανεμίζει στο ανάλαφρο περπάτημα σας λες και έφυγαν 30 κιλά από πάνω σας. Κιλά θλίψης, ματαίωσης και στεναχώριας.
Αυτά τα τοξικά κιλά φορτώνει ένα διαζύγιο στους λεπτούς φιλντισένιους ώμους κάθε γυναίκας που ντύθηκε για μια μέρα πριγκίπισσα. Κι ας χάνεται συνέχεια βάρος. Βαραίνει η ψυχή.
Θα περάσει, σας λέω και θα το καταλάβω κι από το παιδί. Που θα βρει τον εαυτό του γιατί «πέρασε η αρρώστια από τη μαμά».
Γατί γύρισε στη ρουτίνα του.
Γιατί έχει πάλι ό,τι χρειάζεται στην τσάντα του. Όχι γιατί φρόντισε η μαμά, αλλά γιατί η μαμά είναι καλά και τώρα το παιδί μπορεί να κάνει κι άλλα πράγματα. Να προχωρήσει.
Είστε, λοιπόν κι εσείς! Οι μαμάδες που θα ανθίσετε και πάλι σαν ακριβά αρωματισμένα λουλούδια και σας παρακολουθώ διακριτικά με αγάπη.
Ένα μόνο σας εύχομαι. Με αγάπη αυτό:
Να ανθίσετε από μια τρελή, αλλόκοτη, καθηλωτική αγάπη.
Για τον εαυτό σας πρώτα από όλα. Γιατί σας αξίζει για όλο αυτό το σκοτάδι που βιώνετε μόνες. Το σκοτάδι που θα περάσει.