Γονείς σαν και εσένα και μένα, που το πρωί φτιάχνουν πρωινό στα παιδιά τους, τα στέλνουν σχολείο, τα παίρνουν τηλέφωνο να δουν ότι έφτασαν, μια μέρα, σαν όλες τις άλλες χάνουν το παιδί τους σε μια συναυλία. Όχι σε πεδίο μάχης, όχι σε πόλεμο. Απλά σε μια συναυλία. Όταν εκείνο έκλεινε την πόρτα για να πάει να χορέψει, να γελάσει και να διασκεδάσει με τους φίλους του, αυτοί οι γονείς το ξεπροβόδισαν με χαρά, με την λέξη “καλά να περάσεις” στα χείλη. Μπορεί να είπαν και “πρόσεχε” ή να το ψιθύρισαν, δεν έχει σημασία. Αλλά τι να κάνει ένα μικρό, τοσοδούλικο “πρόσεχε” απέναντι σ’έναν τέτοιο κίνδυνο που’ναι έξω απ’τα μέτρα μας, που κατοικεί μόνο μέσα σ’άρρωστα μυαλά; Ποια συμβουλή σου, απ’όλες αυτές που’δωσες μπορεί να πιάσει τόπο μπροστά σε τούτη την ανείπωτη φρίκη. “Μη μιλάς σε αγνώστους”, “μακριά από ουσίες”, “μην πιεις”, “πρόσεχε τις παρέες σου”, “ζακέτα να πάρεις” κτλ.
Όλες οι νουθεσίες σου αφορούν μια απλή έξοδο, μια καθημερινότητα, ένα ποτό σε ένα μπαρ και δεν έχουν θέση σε ένα στοχευμένο τρομοκρατικό χτύπημα με θύματα νέους.
Ποιος γονιός θα μπορούσε να φανταστεί ότι μεγαλώνει αντί για παιδιά, εχθρούς ενός άρρωστου μυαλού που έχει μεταφέρει τον παράλογο πόλεμό του μέσα σε μια συναυλία που απευθύνται σε νέους, σε παιδιά της Δύσης, του ίνσταγκραμ, του σνάπτσατ, που για τον θύτη πρέπει να πεθάνουν επειδή νομίζει πως τα “έχουν όλα”.
Διαβάζεις και ακούς στα μίντια ότι εκατοντάδες θεατές, στην πλειοψηφία τους νέα παιδιά, εγκαταλείπουν το στάδιο τρέχοντας και ουρλιάζοντας.
Δεκάδες γονείς, που θα μπορούσες να είσαι εσύ στη θέση τους, μαθαίνουν τα νέα και αρχίζουν να τ’ αναζητούν σε κατάσταση αλλοφροσύνης, άλλοι επιτόπου, άλλοι ανεβάζοντας φωτογραφίες τους στα σόσιαλ μίντια εκλιπαρώντας για πληροφορίες.
Έτσι, μέσα στους κινδύνους που απειλούν το παιδί σου, το “μην μιλάς σε ξένους” φαντάζει αστείο.
Τώρα η γραφική “ζακέτα” πρέπει να είναι αλεξίσφαιρη, ατσάλινη, σαν τις στολές που φορούν οι σούπερ ήρωες στις ταινίες.
Τώρα πρέπει να αφήσεις κατά μέρος τα “απλά”, πρέπει να μιλήσεις για την διεθνή τρομοκρατία.
Αλλά δεν χρειάζεται. Τα παιδιά ξέρουν. Το ίδιο και η κόρη μου. Και σου απαντούν: “και τι θα γίνει δηλαδή; Θα κρυβόμαστε; Δεν θα μπούμε ποτέ σε αεροπλάνο; Δεν θα πάμε ποτέ σε μια συναυλία; Σε έναν αγώνα;». Το ένστικτο της επιβίωσης, της μάνας που θέλει να παρέχει όσο το δυνατόν μπορεί μεγαλύτερη ασφάλεια στο παιδί της απαντά «Όχι, θα το αποφύγουμε για λίγο καιρό». Εννοείται ότι η απάντησή μου γίνεται στάχτη μπροστά στο αίμα που βράζει. «Ωραία, ας μην πάμε ούτε στο mall, ούτε σινεμά, ούτε στην παραλία. Και εκεί μπορεί να γίνει τρομοκρατική επίθεση».
Δεν της απαντώ, διότι πολύ θα ήθελα, να της πω «ναι, δεν θα πηγαίνουμε σε μέρη όπου συνωστίζεται κόσμος. Δεν θα μπαίνουμε στο μετρό. Δεν θα πάμε σε συναυλίες φέτος το καλοκαίρι».
Πως όμως μπορώ να της πω όλα αυτά; Να την τρομάξω; Να την φοβίσω τόσο πολύ ώστε να τρέμει και την σκιά της; Να φοβάται να ζήσει;
Θέλω να ζήσει την ζωή της με ασφάλεια. Με σύνεση.
Ναι, πολύ θα ήθελα να της προσφέρω όμορφες εμπειρίες. Παλιά θα ήταν θέμα χρημάτων. Τώρα είναι θέμα ασφάλειας.
Είναι ώριμο με όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας να εκθέτουμε τα παιδιά μας σε κίνδυνο; Άλλοι θα πουν ότι «σιγά, σε μας θα τύχει;» Πράγματι τόσος κόσμος συνεχίζει να ταξιδεύει, να πηγαίνει σε μεγάλες συναυλίες, στα γήπεδα, στα θέατρα, σε πελώρια εμπορικά κέντρα.
Δεν μπορείς να ζεις με τον φόβο των τρομοκρατών.
Ο φόβος είναι από μόνος του τρομοκράτης. Καταστρέφει ζωές, πνίγει συναισθήματα, καλλιεργεί τέρατα.
Κανένας γονιός δεν ξέρει τι να κάνει πια μπροστά σε αυτήν την λαίλαπα. Είμαστε ανήμποροι. Μόνο να ευχόμαστε να μην ξανασυμβεί σε κανένα παιδί του κόσμου ανάλογη τραγωδία, κι ας μην πιστεύουμε ότι θα πιάσει αυτή η ευχή. Όχι στις μέρες μας.
Γράφει η Τζώρτζια Βρεττού
Διαβάστε επίσης:
Μία συγγνώμη στους γονείς μου για όσες φορές άργησα να γυρίσω…