Είχα μία φίλη που ήταν ερωτευμένη με τη μόδα. Υιοθετούσε πρώτη τις νέες τάσεις, ντυνόταν πρωτοποριακά, πρόσθετε πάντα μία πινελιά εκκεντρικότητας στο ντύσιμό της. Εμείς, οι υπόλοιπες, αντιγράφαμε τη γκουρού και ακολουθούσαμε τα δικά της μονοπάτια. Το αισθητήριό της στο θέμα «μόδα» ήταν αλάνθαστο. Ήξερε να ξεχωρίζει τις εκατό αποχρώσεις του μπεζ- από το μπεζ της άμμου μέχρι το μπεζ κρεατί- ήξερε τι φοριέται που, ήξερε πώς να αναμειγνύει παλιά και νέα κομμάτια, ήξερε πώς να κάνει εντύπωση. Με άλλα λόγια, είχε στιλ.
Ο καιρός πέρασε, χαθήκαμε. Την βρήκα τυχαία, χρόνια μετά, και ήπιαμε έναν καφέ. Είχε αποκτήσει παιδί, πρώτη απ’ όλη την παλιά φοιτητική παρέα…
– Πως νιώθεις που έγινες μητέρα; τη ρώτησα.
Περίμενα μία απάντηση κάπως γλυκερή, φορτισμένη με συναίσθημα, με λυρικές περιγραφές της μητρότητας.
– Ένα θα σου πω, είπε. Δεν με ενδιαφέρει καθόλου το ντύσιμό μου. Έχω ξετρελαθεί με τα παιδικά ρούχα, κοιτάζω μόνο βιτρίνες καταστημάτων για παιδιά. Έχεις προσέξει ποτέ πόσο χαριτωμένα και γουστόζικα είναι τα παιδικά ρούχα;
Δεν χρειαζόταν να μου πει τίποτα παραπάνω. Μέσα από αυτές τις φράσεις είχε βγάλει όλο το συναίσθημα, είχε εκφράσει συμβολικά όλον τον πυρήνα της μητρότητας, μιλώντας για κάτι που θεωρείται επιφανειακό. Για τη μόδα.
Όταν έγινα και εγώ μητέρα, τη θυμήθηκα. Όλες οι γυναίκες ξέρουμε πόσο πολύ είναι συνυφασμένη η ζωή μας και οι αναμνήσεις μας με τα ρούχα μας. Όλες θυμόμαστε το τζην που φορούσαμε στο πρώτο πάρτι ή το φόρεμα που επιλέξαμε για το πρώτο ραντεβού με τον άντρα της ζωής μας. Όλες θυμόμαστε το φόρεμα εγκυμοσύνης που φορούσαμε όταν πήγαμε να γεννήσουμε, ή το ρούχο που φορέσαμε όταν βγήκαμε θριαμβευτικά από το μαιευτήριο, κρατώντας το μωρό μας στην αγκαλιά.
Και μετά ήρθε το παιδί.
Ήρθε το πρώτο ζιπουνάκι, που είχε για στάμπα μία καρδούλα στο στήθος, που μέσα έγραφε: ‘Baby’
Ήρθαν τα πρώτα καλτσάκια, χνουδωτά και απαλά, λιλιπούτεια, που έκρυβαν μέσα στη θαλπωρή τους τα δακτυλάκια του παιδιού μας.
Το πρώτο φουστανάκι, όλο δαντέλα και φρου-φρου, που φόρεσε το κοριτσάκι μας, εντελώς άβολο, απίστευτα δυσκολοφόρετο, αλλά που την έκανε να μοιάζει σαν να βγήκε από παραμύθι με νεράιδες.
Η πρώτη τζιν σαλοπέτα του αγοριού μας, με τα ρεβέρ ανεβασμένα, λίγο μεγαλύτερη από όσο θα‘πρεπε, για να τη φορέσει και τον επόμενο μήνα.
Ήρθαν τα μικροσκοπικά αθλητικά, που, η θέα τους και μόνο, μας έκανε να ουρλιάζουμε από στοργή. Τα πρώτα all star που έδειχναν τόσο τυπάδικα πάνω στο τυπάδικο παιδί μας. Τα πρώτα μπουφανάκια που το έκαναν να μοιάζει σαν φουσκωτός, μικρός αστροναύτης. Ήρθαν τα σκουφάκια, με τις μεγάλες φούντες, που σκέπαζαν το μέτωπό του, και αφήνανε να φαίνεται μόνο το προσωπάκι του.
Και, ναι, ξαφνικά, δεν σε νοιάζει τι θα φορέσεις ή δεν σε νοιάζει και τόσο τι θα φορέσεις. Σε νοιάζει τι θα φορέσεις στο μωρό σου. Πως θα βρεις εκείνο το ξεχωριστό ρούχο, εκείνο το ιδιαίτερο παπουτσάκι που θα αναδείξει την ξεχωριστή προσωπικότητα του παιδιού σου. Σε νοιάζει να βρεις καλτσάκια με αστεράκια για να του τα φορέσεις την νύχτα των Χριστουγέννων. Κανείς δε θα τα δει, αλλά εσύ θα ξέρεις πως το παιδί σου φορούσε αστέρια στα πόδια του τα πρώτα Χριστούγεννα της ζωής του. Σε ενδιαφέρει να του φορέσεις γαλάζιο μπλουζάκι για να πηγαίνει με το γαλάζιο των ματιών του. Να βάλεις λιλά κορδέλα στα μαύρα μαλλιά της κόρης σου. Να βρεις το πιο χαριτωμένο κοκαλάκι για να στολίσεις την κοτσίδα της.
Όχι, δεν είναι επιφανειακά όλα αυτά. Είναι μία ακόμη έκφραση της μητρικής αγάπης, ένας πολύχρωμος χαιρετισμός στη ζωή, μία σημειολογική συσχέτιση εικόνας και αναμνήσεων.
Λένε πως ό,τι είναι στη μόδα, παλιώνει. Όμως η «μόδα» που λάνσαρε το παιδί σου δεν είναι ποτέ «ξεπερασμένη». Τα ρούχα που φόρεσε κατά καιρούς και που, τώρα πια, είναι κρεμασμένα βαθιά σε ντουλάπες, πάνω σε πατάρια, μέσα σε μπαούλα, πάνω στις σοφίτες, μέσα σε κουτιά στην αποθήκη ή φορεμένα πάνω στο μικρότερο αδελφάκι του, δεν παλιώνουν ποτέ. Δεν γίνεται να παλιώσουν.
Το φορμάκι με τα λαγουδάκια, που έχεις ακόμη φυλαγμένο, σηματοδοτεί μία ολόκληρη εποχή. Έχει αγκαλιάσει το κορμάκι του παιδιού σου. Έχει κοιμηθεί και ξυπνήσει μαζί του. Είχε κολικό μαζί του. Έχει ακόμη πάνω του λεκέδες από τη φρουτόκρεμα. Είναι ένα ρουχαλάκι «ζωντανό». Γιατί μέσα στις ίνες του είναι πλεγμένες οι αναμνήσεις σου. Και όσα χρόνια και να περάσουν, θα το ξετρυπώνεις. Θα το ακουμπάς στο στήθος σου. Θα το μυρίζεις. Θα το φιλάς. Αφού μέσα του είναι ακόμη φωλιασμένη η καρδιά σου.