O Κάρολος Ντίκενς θα ήταν πανευτυχής με τόσες πηγές έμπνευσης. Η καθημερινότητα του σύγχρονου, «μικροδιαχειριζόμενου» παιδιού προσομοιάζει σε αυτήν του ανήλικου εργάτη κλωστοϋφαντουργίας στο Λονδίνο του 19ου αιώνα.
Ξύπνημα από τα άγρια χαράματα, άπειρες εργατοώρες, εγκλωβισμός σε ένα τοξικό περιβάλλον εργασίας, ελάχιστη φυσική άσκηση, ελάχιστος ύπνος, μεγάλες προσδοκίες (από εμμονικούς, υπεραπασχολημένους, ενίοτε και «βάναυσους» όταν πρόκειται για υψηλές ακαδημαϊκές επιδόσεις ενηλίκους), μια εν γένει βικτωριανού τύπου ανατροφή (πειθαρχία και ανηλεής πίεση για αυξημένη παραγωγικότητα).
Και βέβαια, μια χαμένη παιδική ηλικία. Τα παιδιά είναι σήμερα τόσο υπερφορτωμένα και στρεσαρισμένα, που οι ειδικοί στρέφονται σε αυτό που τα τελευταία χρόνια ανακουφίζει burnt-out «μεγαλοκαρχαρίες» του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Google, της Swiss National Bank κ.ο.κ.: τoν διαλογισμό. Σε πρόσφατο τεύχος του, το αμερικανικό περιοδικό «Time» φιλοξενούσε εκτενές άρθρο με τίτλο «The Mindful Classroom» (σε ελεύθερη απόδοση, «Η τάξη της ολοκληρωτικής προσοχής», εκ του «mindfulness», του εξαιρετικά δημοφιλούς τύπου διαλογισμού που στοχεύει στο «εδώ και τώρα»). Το άρθρο συνοδεύει φωτογραφία με κοριτσάκια της Ε’ Δημοτικού, σε δημόσιο σχολείο του Λούισβιλ στο Κεντάκι, να αυτοσυγκεντρώνονται (με έναν «χαιρετισμό στον ήλιο») μπροστά σε ειδικά για γιόγκα στρώματα. Αν όλα πάνε καλά, το μάθημα διαλογισμού θα γίνει υποχρεωτικό σε όλα τα σχολεία της πόλης.
Σύμφωνα με το άρθρο του «Τime», «το γεγονός ότι το mindfulness διεκδικεί τη θέση του δίπλα στα Μαθηματικά στο δημοτικό σχολείο φανερώνει κάτι για τα επίπεδα του στρες σήμερα στον παιδικό εγκέφαλο. Όλο και συχνότερα οι εκπαιδευτικοί πιστεύουν ότι ο διαλογισμός μπορεί να αποτελέσει ένα αντίδοτο στις τρεις μεγαλύτερες προκλήσεις για την ψυχική υγεία των παιδιών: το άγχος, τη δυσκολία συγκέντρωσης και το bullying». Μέχρι στιγμής, το πείραμα πηγαίνει ανέλπιστα καλά (παρά τις αντιδράσεις κάποιων γονέων που αντιμετωπίζουν τον διαλογισμό σαν βουδιστικό… βουντού). Τα αμερικανάκια που παρακολουθούν μαθήματα διαλογισμού – η ηλικία εκκίνησης είναι τα τέσσερα έτη – εμφανίζουν χαμηλότερα επίπεδα άγχους και ποσοστά ΔΕΠ-Υ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητας), κοιμούνται καλύτερα, ενώ έχουν βελτιωμένους βαθμούς στα Μαθηματικά.
Η μύηση μαθητών του δημοτικού στον διαλογισμό είναι ενδεικτική της εναγώνιας προσπάθειας (τουλάχιστον όσον αφορά την επιστημονική και εκπαιδευτική κοινότητα) να «θεραπευτεί» το εξ απαλών ονύχων workaholic παιδί. Όσο για τους γονείς ανά τον πλανήτη, δεν έχουν πλέον καμία δικαιολογία. Οι περισσότεροι έχουν πλήρη επίγνωση ότι τα παιδιά τους είναι «φρικαρισμένα» από την υπερβολική δόση στρες.
Όσο για την Ελλάδα της κρίσης, παρά τις αναγκαστικές περικοπές στο οικογενειακό μπάτζετ, η κατάσταση είναι λίγο-πολύ η ίδια.
Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι ένας στους τρεις εφήβους αναφέρει ότι αισθάνεται πιεσμένος στο σχολείο, σύμφωνα με την πανελλήνια «Ερευνα για τις συμπεριφορές που συνδέονται με την υγεία των εφήβων μαθητών» που εκπόνησε το 2014 το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ).
Οι γονείς δεν μπορούν πλέον να επικαλούνται άγνοια. Αυξημένες κρίσεις πανικού (κυρίως την τελευταία εξαετία) στους μαθητές της Γ’ Λυκείου, φροντιστήρια που παρέχουν υποχρεωτική συνεδρία με ψυχολόγο, μαθητές της Ε’ Δημοτικού που κοιμούνται στις 11.30 μ.μ. («Μα πού να προλάβει νωρίτερα, αφού είχε και γερμανικά και βόλεϊ»), «γυμνασιάκια» που κάνουν φουλ ιδιαίτερα («για να μπορέσουν να λύσουν όλες τις απορίες τους») κ.ο.κ. Δεν υπάρχει χώρος για παιδική ηλικία.
Ένα εργασιομανές γονεϊκό «εγώ» καραδοκεί και – ήδη από το κατώφλι του παιδικού σταθμού – φαντασιώνεται Χάρβαρντ και bonus.
Γράφει η Λένα Παπαδημητρίου