“Έλα, μπορείς να σηκώσεις το κεφάλι σου και να κοιτάξεις τώρα. Η κόρη σου είναι χρυσή ολυμπιονίκης»…
Ναι, στο άκουσμα του ελληνικού ύμνου δάκρυσα ξανά, όπως το κάνω από μικρό παιδί κάθε φορά που βλέπω τη γαλανόλευκη να κυματίζει στον πιο ψηλό ιστό του κόσμου. Ναι, δεν περίμενα ποτέ ότι θα παρακολουθούσα καρφωμένος στην τηλεόρασή μου αγώνα σκοποβολής, την ίδια ώρα που στο διπλανό κανάλι θα υπήρχε μετάδοση του ποδοσφαιρικού ευρωπαϊκού σούπερ καπ. Και ναι, στην τελευταία εύστοχη βολή της Κορακάκη πετάχτηκα από τη θέση μου και παραλίγο να φωνάξω «γκολ», όπως ούρλιαζα το 2004 στις μυθικές κεφαλιές του Άγγελου Χαριστέα.
Ειλικρινά, όμως, αν με ρωτήσετε σήμερα το πρωί “ποια θα είναι η εικόνα που θα σου μείνει αξέχαστη”, θα σας πω η στιγμή που ο προπονητής της Γερμανίδας αθλήτριας σκουντάει στοργικά τον ώμο του Τάσου Κορακάκη και τον ενημερώνει ότι η κόρη του έχει μόλις αναδειχτεί χρυσή ολυμπιονίκης. Και εννοείται η εικόνα που ακολούθησε μερικά δευτερόλεπτα αργότερα όταν ο πατέρας άνοιξε την πελώρια αγκαλιά του για να υποδεχτεί την μικρή του Άννα…
Το απόλυτο όνειρο που περιμένει να ζήσει κάθε πατέρας παιδιού που κυνηγάει να διακριθεί στον δύσκολο και απαιτητικό κόσμο του αθλητισμού. Πόσοι καταφέρνουν να το ζήσουν; Το 1%; Άντε… πλουσιοπάροχα το 2%!
Δεν σας κρύβω ότι παρακολουθώντας τις δηλώσεις της Άννας Κορακάκη και την αναφορά στο ρόλο που έπαιξε ο πατέρας της στην αναρρίχηση της προς την κορυφή του κόσμου, το μυαλό μου στράφηκε αυτόματα σε όλους αυτούς τους «ήρωες μπαμπάδες» που αφιερώνουν ολόκληρη τη ζωή τους στην προσπάθεια των δικών τους παιδιών να κατακτήσουν τις δικές τους κορυφές, τα δικά τους αθλητικά Έβερεστ.
Και αφήνω στην άκρη τον προπονητή και μέντορα Τάσο Κορακάκη. Μένω μόνο στον πατέρα. Στον άνθρωπο που πρέπει από το ξεκίνημα της πορείας ενός παιδιού στον αθλητισμό να αποτελεί – ιδιαίτερα μέχρι τα χρόνια της ενηλικίωσής του – το φάρο που θα του φωτίζει το δρόμο προς την επιτυχία.
Στον άνθρωπο που πρέπει να είναι πάντα εκεί να πιάσει το χέρι του παιδιού του και να το σηκώσει μετά από μια αποτυχία. Που πρέπει να είναι πάντα εκεί να το προσγειώσει και να το επαναφέρει στον ίσιο δρόμο, όταν τα μυαλά του πάνε να φουσκώσουν μετά από μια επιτυχία. Που πρέπει κάποια στιγμή να αντιληφθεί ότι υπάρχουν πιο καταρτισμένοι άνθρωποι από τον ίδιο να βοηθήσουν το παιδί του…
Στον άνθρωπο που έχει περάσει ατελείωτα βράδια άυπνος, μη γνωρίζοντας αν η δική του συμπεριφορά βοηθάει ή καταστρέφει το παιδί του. Γιατί κανόνας δεν υπάρχει. Κάθε παιδί διαθέτει τη δική του ξεχωριστή προσωπικότητα, το δικό του χαρακτήρα.
Πρέπει να του φωνάξεις όταν διαπιστώνεις ότι βρίσκεται εκτός τροχιάς; Πρέπει να το επικροτείς, ανεξαρτήτως της δικής σου άποψης; Μήπως οι φωνές σου οδηγήσουν σε υπερβολική πίεση που θα λυγίσει τους ώμους του; Μήπως τα… χάδια σου το οδηγήσουν στην αυτοκαταστροφή;
Έβλεπα τα δακρυσμένα μάτια του Τάσου Κορακάκη και στο μυαλό μου υπήρχε η αγωνία που κυριεύει τη σκέψη των περισσότερων γονιών που παλεύουν μέρα – νύχτα για να δουν τα όνειρα των παιδιών τους να πραγματοποιούνται.
Ναι, είναι όλοι τους ήρωες! Μοναχικοί ήρωες που πρέπει καθημερινά να έρχονται αντιμέτωποι με αντιξοότητες, προβλήματα, απορίες και πολλές φορές με τον ίδιο τους τον εαυτό!
Και φαντάζομαι ότι από χθες το βράδυ, όπως ακριβώς υπήρξαν πολλά παιδιά που άντλησαν αυτοπεποίθηση από το ιστορικό επίτευγμα ενός 20χρονου κοριτσιού, υπήρξαν και πολλοί πατεράδες που οπλίστηκαν με περίσσεια δύναμη για να συνεχίσουν να στηρίζουν τα όνειρα των παιδιών τους. Άλλοι θα καταφέρουν να δουν τα παιδιά τους να μεγαλουργούν, άλλοι όχι. Θα είναι, όμως, πάντα εκεί!
Υ.Γ. Η σημερινή γενιά των σαραντάρηδων φιλάθλων πρέπει να αισθανόμαστε η πιο ευλογημένη από κάθε άλλη στην Ελλάδα. Έχουμε ζήσει τα πάντα. Το ’87 του Γκάλη, το 2004 του Ζαγοράκη, το 2006 της Σαϊτάμα, τα χρόνια του Πύρρου. Θεωρώ, όμως, ότι συναίσθημα σαν αυτό που σου προκαλεί η ανάκρουση του εθνικού μας ύμνου σε Ολυμπιακούς Αγώνες, δεν υπάρχει άλλο. Ένα συναίσθημα που μας κάνει να τρέχουμε στις διακοπές μας να βρούμε μια τηλεόραση για να παρακολουθήσουμε σκοποβολή, τάε κβο ντο, τζούντο, κωπηλασία, ενόργανη, καταδύσεις, αθλήματα των οποίων πολλές φορές αγνοούμε ακόμη και την ύπαρξή τους. Και ίσως σήμερα, περισσότερο από ποτέ, έχουμε την ανάγκη να αισθανθούμε περήφανοι για μια χώρα που κάθε μέρα μας απογοητεύει ολοένα και περισσότερο…
Γράφει ο Αλέξανδρος Σόμογλου