Ήδη πριν από τη γέννηση του παιδιού μας, οραματιζόμαστε πολλά για την εικόνα του και το τι θα καταφέρει όταν μεγαλώσει. Οι προσδοκίες των γονιών και ιδίως της μητέρας, η οποία κυοφορεί το βρέφος μέσα στο ίδιο της το σώμα, δημιουργούν πολλά όνειρα για το νεογέννητο, τα οποία σε ένα επίπεδο είναι βοηθητικά, ωστόσο είναι δυνατό, αν είναι πολλά και πολύ αυστηρά, να μπλοκάρουν σε μεγάλο βαθμό την ομαλή ψυχοσυναισθηματική εξέλιξη του παιδιού.
Ο τρόπος που οι γονείς θα συμπεριφερθούν στο παιδί τους βρίσκεται σε απόλυτη συνάρτηση με τον χαρακτήρα τους και με τον τρόπο που οι ίδιοι έχουν αντιμετωπίσει ως τώρα τη ζωή τους και έχουν αντιληφθεί τον εαυτό τους: πολλές φορές πέφτουμε στην παγίδα να επιθυμούμε πράγματα που έχουν οι άλλοι, υποτιμώντας όσα έχουμε αποκτήσει/καταφέρει οι ίδιοι, με αποτέλεσμα να συγκρίνουμε τους εαυτούς μας και να βιώνουμε το λεγόμενο συναίσθημα της ζήλιας. Ωστόσο, αυτή η σύγκριση είναι αφενός μια κακοποιητική διεργασία του εαυτού μας και αφετέρου μια δικαιολογία για να παύσει κανείς τη δουλειά που χρειάζεται για να κατακτήσει όσα επιθυμεί στη δική του ζωή.
Ήδη από τις πρώτες ημέρες του βρέφους στη ζωή, οι γονείς κάνουν συγκρίσεις με άλλα μωρά σχετικά με το βάρος, τα γραμμάρια γάλακτος που καταναλώνει, το νυχτερινό του ύπνο κτλ. Και στη συνέχεια έρχεται το σχολείο και οι συγκρίσεις με συμμαθητές σχετικά με τους βαθμούς και τη διαγωγή, μέχρι και τις αδιάλειπτες συγκρίσεις μεταξύ των αδελφών.
Αρχικά, είναι πολύ σημαντικό να μην επηρεάζεστε από άλλους γονείς και να μη νιώθετε μειονεκτικά, σε περιπτώσεις όπως π.χ. το δικό τους παιδί κατόρθωσε να περπατήσει νωρίτερα ή να πάρει έπαινο στο ποδόσφαιρο. Κάτι τέτοιο βέβαια προϋποθέτει την πίστη στον εαυτό μας (ως γονείς) αρχικά και κατ΄επέκταση και στο σύντροφό μας, ώστε να μπορέσουμε να πιστέψουμε και στο παιδί μας, τις ικανότητες και δεξιότητες του και να αναγνωρίσουμε την αξία του, η οποία είναι μοναδική. Κάθε παιδί έχει το δικό του ρυθμό ανάπτυξης και είναι πολύ σημαντικό να τον αφουγκραστούμε και να το σεβαστούμε.
Κατ΄αυτό τον τρόπο θα αποφύγουμε ανούσιες συγκρίσεις τόσο με συνομηλίκους του, όσο και με τα αδέλφια του, μειώνοντας έτσι τόσο το δικό μας άγχος και την απογοήτευση, όσο και τα συναισθήματα άγχους, φόβου, τρόμου, υποτίμησης, απόρριψης και ματαίωσης που θα προκληθούν στο ίδιο το παιδί. Σκοπός μας δεν είναι ένα παιδί με μειωμένη αυτοεκτίμηση, έλλειψη πίστης στον εαυτό του και κατ΄επέκταση ένας επισφαλής ενήλικας, που θα αναζητά διαρκώς την επιβεβαίωση. Δυστυχώς, πολύ συχνά οι γονείς μεταφράζουν τη σύγκριση ως ένα κίνητρο για να γίνουν τα παιδιά τους καλύτερα, αλλά το μόνο σίγουρο είναι ότι επιφέρει αρνητικά αποτελέσματα και λειτουργεί αποθαρρυντικά για εκείνα.
Κομβικό σημείο αποτελεί η έννοια της αποδοχής: αποδοχή του παιδιού με τις ικανότητες, ταλέντα, επιθυμίες, κλίσεις, δεξιότητες που έχει και ενθάρρυνση στην ανάπτυξη των ήδη υπαρχόντων ή νέων με θετικό κίνητρο και με ενθάρρυνση της προσωπικής του προσπάθειας και κόπου. Αποφύγετε λοιπόν να θέτετε συγκρίσεις μεταξύ του παιδιού σας και άλλων, αντικαταστήστε τις με ρεαλιστικές προσδοκίες και συγκρίνετέ το με τον ίδιο του τον εαυτό, εστιάζοντας στα θετικά σημεία, τις δυνατότητες και αντοχές του. Στις περιπτώσεις που το ίδιο το παιδί συγκρίνεται με τους φίλους του ή με τα αδέλφια του, κάτι απόλυτα φυσιολογικό, αποθαρρύνετε το με τη στάση σας και αποφύγετε την τιμωρία.
Ας έχετε λοιπόν στο νου σας:
● Να αποφεύγετε τις ταμπέλες, π.χ. «ο έξυπνος της οικογένειας», «ο καλός μαθητής» κ.α
● Να επιτρέπετε στα παιδιά να εκφράζουν το γνήσιο συναίσθημά τους (θυμό, ζήλια, μελαγχολία, λύπη, χαρά κτλ.)
● Να αποφεύγετε τις συγκρίσεις και τις σκέψεις όπως: «μα κάνουμε το ίδιο πράγμα και είμαστε οι ίδιοι γονείς, γιατί;». Ο ρόλος των γονέων εντάσσεται σε χωροχρονικό πλαίσιο (συνθήκες), το οποίο εμπλουτίζεται από τις εμπειρίες και την προσωπική σας ιστορία.
● Να δίνετε έμφαση στην προσπάθεια και την πρόοδο που κάνει το παιδί σας, π.χ. «είσαι περισσότερο συνεπής με τα μαθήματά σου σε σχέση με την αρχή της χρονιάς», «φροντίζεις πιο πολύ το δωμάτιό σου τις τελευταίες ημέρες».