Β α σ α ν ί ζ ο μ α ι…, λέει το γνωστό γκράφιτι πάνω στους τοίχους της Αθήνας. Κάποια μητέρα θα τα φιλοτεχνεί αυτά τα γκράφιτι… Θα ξεγλιστρά από το σπίτι, κρυφά τα βράδια, όταν όλοι πια ηρεμούν και παύουν να ζητούν το ένα και το άλλο, όταν πια ο ύπνος τους της αφήνει το περιθώριο κάποιων ωρών για να είναι επιτέλους ο εαυτός της. Κι ο… αδύναμος εαυτός της. Θα ανεβαίνει στις σκαλωσιές με κίνδυνο ζωής, θα αιωρείται πάνω από το χάος του κενού από κάτω της, για να «εκφραστεί» με το πινέλο, γιατί στην πραγματική της ζωή δεν την παίρνει να ψελλίσει παράπονο, δεν την παίρνει να πει πως κουράστηκε, δεν την παίρνει να δείξει κανενός τύπου αδυναμία.
Στην πραγματική ζωή όλοι απαιτούν να είναι δυνατή. Για να ακουμπήσουν πάνω της. Ακόμη κι αν είναι εύθραυστη λοιπόν, οφείλει να δείχνει δυνατή. Οφείλει να είναι υπεράνθρωπος – ή έστω, να δείχνει υπεράνθρωπος. Οφείλει να λύνει σιωπηλά και αποτελεσματικά τα προβλήματα, να λειαίνει τις οικογενειακές εντάσεις και αιχμές, να ισιώνει τις «στραβές γραμμές», να καμπυλώνει τις «άνοστες ευθείες». Πρέπει να είναι ταχυδακτυλουργικά δυνατή. Πρέπει να είναι δυνατή «με χάρη». Γιατί είναι γυναίκα, γιατί είναι η μάνα γη, που απορροφά τους κραδασμούς και ρουφά τα δάκρυα των άλλων, κι ας έχει μέσα της ηφαίστεια πόνου και κούρασης, έτοιμα να εκραγούν. Είναι δυνατή αυτή… Και κουκουλώνει και τον φόβο της και την έντασή της και το χτυποκάρδι της. Και φοράει και ένα μειλίχιο χαμόγελο για να τους καθησυχάσει όλους.
Δεν αρρωσταίνει ποτέ. Δεν προλαβαίνει. Κι αν τύχει και αρρωστήσει, θα ακούσει:
«Εσύ, θα τα καταφέρεις..» ή
«Δεν έχεις ανάγκη, εσύ, είσαι δυνατή, είσαι θηρίο εσύ…».
Οπότε θα πετάξει την αρρώστια στα γρήγορα από πάνω της, σαν να τινάζει τη σκόνη από τα ρούχα, θα σηκώσει το κρεβάτι στους ώμους της και θα τρέξει… Να φροντίσει, να υπηρετήσει, να εξυπηρετήσει, να σώσει, να ενθαρρύνει, να εμψυχώσει, να γιατρέψει, να επουλώσει.
Είναι δυνατή. Κι ας β α σ α ν ί ζ ε τ α ι κατά βάθος. Κανείς δεν πρέπει να το μάθει. Κανείς δεν πρέπει να το υποψιαστεί. Οφείλει να δείχνει ατσάλινη κι ας είναι μαλακή σαν ζυμάρι. Οφείλει να είναι υπεράνθρωπος. Δεν έχουν οι υπεράνθρωποι ανθρώπινες αδυναμίες. Τα κάνουν όλα και συμφέρουν. Έχουν κολλημένο στο κούτελο την ταμπέλα του δυνατού, κι έρχονται οι υπόλοιποι και ζητούν τα πάντα. Να τους κατεβάσεις τα άστρα από τον ουρανό, να τους ανεβάσεις στα άστρα να αγγίξουν τον ουρανό… Όλα τα ζητούν από τον δυνατό. Και ο δυνατός οφείλει να ανταπεξέλθει. Με τρόπο που να φαίνεται αβίαστος, χωρίς ζόρισμα, μην τύχει και «πληγωθούν» αυτοί που ζητάνε…
Απαιτεί πολύ ιδρώτα το κοστούμι της δυνατής.
Απαιτεί να το τιμήσεις. Πώς; Με το να γίνεις πιο δυνατή ακόμη! Γιατί η μητέρα είναι το μπετόν που θα πέσει στα θεμέλια, για να χτίσουν οι άλλοι τα οικοδομήματά τους. Και το μπετόν πρέπει να είναι μπετόν, όχι παίξε-γέλασε. Πρέπει να είναι σκληρό και ανθεκτικό. Αλλά, ενίοτε, να γίνεται απαλό και ευέλικτο σαν τον Τιραμόλα, με πολλαπλά χέρια σαν τη θεά Κάλι, με επτά και βάλε ζωές σαν τις γάτες (γιατί, τι θα απογίνουν οι άλλοι αν λυγίσει το ατσάλι, αν η δυνατή πάψει να είναι δυνατή;)
Πού να το πούμε και πού να το ομολογήσουμε πως έχουμε ανάγκη από κάποιον πιο δυνατό από μας; Πού να το εξομολογηθούμε πως η στολή της σούπερ δυνατής μαμάς κρύβει από κάτω κάλους και πληγές και αίμα; Είναι ντροπή τέτοια ομολογία. Έτσι μας μάθανε οι δικές μας μαμάδες. Μας μάθανε πως οι μαμάδες ΔΕΝ νιαουρίζουν.