Επιχείρηση βάπτιση – η υπερβολή στο μεγαλείο της

Η κόρη μας είχε ήδη χρονίσει όταν αποφασίσαμε να τη βαπτίσουμε. Ήταν πια αναγκαίο. Είχαμε εξαντλήσει τα χαϊδευτικά ονόματα ( ‘καρδιά μου’, ‘ γαλανομάτα μάγισσα’, ‘διάβολε’, ‘Ταλιμπάν’) και, επίσης, το παιδί αρνιόταν να απαντήσει στο πολύ βολικό «Ψιτ!». Επιπλέον η γιαγιά γκρίνιαζε: «Θα πεθάνω και δε θα ακούσω το όνομά μου…».

Ξεκινήσαμε, αθώοι και άδολοι, να κλείσουμε ημερομηνία για Εκκλησία. Θέλαμε να βαπτίσουμε το παιδί σε ένα χώρο με «μυστηριακούς κραδασμούς», με «ιδιαίτερη» ενέργεια, οπότε καταλήξαμε σε μία γνωστή Μονή της Αθήνας. Τότε, τα “θέλω” ήταν απενοχοποιημένα διότι η κρίση δεν είχε έρθει ακόμα. Σχεδιάζαμε να κάνουμε τη βάπτιση Ιούνιο, ήταν Μάρτιος. Αποδείχτηκε πως είχαμε αργήσει. Οι «κρατήσεις» γινόταν μήνες πριν. Μην πω πως μόλις γέννησα, έπρεπε να τρέξω με τα νυχτικά να κλείσω στη συγκεκριμένη Μονή ημερομηνία γιατί ήταν η «σταρ των σταρ» στις εκκλησίες για βαπτίσεις. Τελικά, με παρακάλια και μια μικρή δωρεά για τα ορφανά, κλείσαμε μία ημερομηνία τον Σεπτέμβριο.

Μέσα καλοκαιριού και στα πρόθυρα εμφράγματος, άρχισα να τρέχω για τις προετοιμασίες.

Βήμα 1ο : Προσκλητήρια. Ο τυπογράφος μου ξεκαθάρισε πως ήθελε τουλάχιστον σαράντα μέρες για να τα τυπώσει, ο δε μικρότερος αριθμός δεν μπορούσε να είναι κάτω από εκατό. Δηλαδή και τρεις προσκλήσεις να ήθελες, που λέει ο λόγος, έπρεπε να τυπώσεις εκατό. Διάλεξα μια σχετικά φθηνή πρόσκληση, με τέλεια γραμματοσειρά. «Καλύτερα να βάλουμε άλλο χαρτί…» πρότεινε ο τυπογράφος, «να έρθει να δείξει…». «Εννοείται!» συμφώνησα, «μία φορά βαπτίζουμε το παιδί μας, κάντε ό,τι πιο όμορφο…», «Αφήστε το πάνω μου» είπε ο τυπογράφος σατανικά.

Βήμα 2ο : Φωτογράφος. Η καλλιτέχνης σκοτείνιασε: «Ωχ, δεν γίνεται στις 7/9, έχω γάμο», «Μα εμείς θέλουμε εσένα, κάνεις ωραίο φωτοσόπ…», «Τότε, να αλλάξετε την ημερομηνία…» Τι να’ κανα; Έτρεξα στη Μονή, παρακάλεσα τον ιερέα ( θυμάμαι που έκλαψα και λίγο), μετέφερα την ημερομηνία στις 19/9. Πήρα τον τυπογράφο. « Ιιιιιιιι!» φώναξε άγρια εκείνος. «Τώρα μου το λες;;;; Έχει ήδη φύγει η παραγγελία για τις 7, ήρθες αργά» «Μα μόλις προχθές…» άρχισα εγώ. «Είναι αργά, λέμε!» με έκοψε εκείνος. Τελικά, συμφώνησε να αλλάξει την ημερομηνία, αφού θα πλήρωνα κάτι παραπάνω για την …ταλαιπωρία.

Βήμα 3ο : Βαπτιστικά ρούχα. Τόσο φουρό και τόση χλιδή δεν είχα ξαναδεί σε τόσο μικροσκοπικά ρουχαλάκια. Τι διαμαντάκια, τι πούλιες, τι πούπουλα… Τα παπούτσια κόστιζαν το βάρος τους σε χρυσάφι. Και λαμπάδα. Ασορτί με το ρούχο. Έξτρα φουρό και διαμαντάκια. Έξτρα φούσκωμα στον λογαριασμό. Και μαρτυρικά. Ασορτί με ρούχο, λαμπάδα, παπούτσια. Και μπουκάλι για το λάδι: Με σιρίτια, με χρυσές κλωστές, με φουρό κι αυτό. Αυτά έπρεπε να μπουν στο «Κουτί της Νονάς». Το φτηνότερο; 300 ευρώ! «Α, και σαπούνι για να πλύνει η νονά τα χέρια…» είπε η πωλήτρια. Μας έδειξε πανάκριβα σαπουνάκια που είχαν – διαπίστωσα με φρίκη- σχήμα…μωρού. (Αν κάρφωνες και τις καρφίτσες των μαρτυρικών πάνω του, είχες έτοιμο το βουντού…) «Για το παιδί μας το καλύτερο…» είπε η νονά ψύχραιμα (είναι γιατρός, ψημένη στα επείγοντα και στις λαχτάρες της ζωής), και έδωσε ένα απίστευτο ποσό – για προκαταβολή!- στο ταμείο.

Βήμα 4ο. Η δεξίωση. «Τι, δε θα κάνετε δεξίωση;;» ρώτησε η πεθερά μου. «Θα κάνετε και θα παρακάνετε, σε τόσες βαπτίσεις πήγα και πήγατε, πως θα ανταποδώσουμε, θα μας πουν τσιφούτηδες. Για το εγγόνι μου, μόνο το καλύτερο! Να κλείσετε αίθουσα, με πισίνες, με γκαζόν, με οθόνη- γίγαντα να παίζει φωτογραφίες της μικρής, όπως είχε η Κική στην εγγονή της. Πως θα ξεντροπιαστώ στο σόι; Θα πληρώσω εγώ τη δεξίωση!» Μόλις ακούσαμε τη μαγική πρόταση, τρέξαμε να κλείσουμε ένα κτήμα. Αμ, δε! Δεν υπήρχε ούτε κοτέτσι για τις 19. Ο υπεύθυνος μας πρότεινε τις 26/9. « Μα η βάπτιση είναι στις 19!» « Ε, ας την αλλάξετε, δεν έχω άλλη ημερομηνία». Ξανά στη Μονή ( κλάματα, παρακάλια, δωρεά), ξανά στον τυπογράφο ( συγνώμες, παρακάλια), ξανά στη φωτογράφο ( κλάματα, παρακάλια) για να βρούμε βολική για όλους ημερομηνία.

Βήμα 5ο: Στολισμός. Μέχρι τη βάπτιση ήμουν άσχετη με λουλούδια. Ήξερα τα τριαντάφυλλα, άντε σε βαρύ κέφι θυμόμουν και τις ορχιδέες. Η ανθοπώλης ανέλαβε να με μυήσει. Στολισμός κολυμπήθρας με γιρλάντα από λουλούδια σε χρώμα που θα ταίριαζε με τα βαπτιστικά. «Τι!» ανέκραξε. «Φούξια φόρεμα;;; Πού θα βρω φούξια λουλούδια κατακαλόκαιρο; Θα πρέπει να τα παραγγείλω από Ολλανδία». «Καλέ, μη σκάτε!» είπα εγώ. «Βάλτε άσπρα..» Η ανθοπώλης αντέδρασε: «Έχουμε κι ένα όνομα στην αγορά, κυρία μου. Το άσπρο δε θα δείχνει καλά στις φωτογραφίες». Χώθηκε κι η πεθερά: «Μόνο το καλύτερο για το παιδί μας!». Συμφώνησα με τα φούξια εξ Ολλανδίας λουλούδια, σε τιμή που μου ‘φερε ζαλάδα. Με την ίδια τιμή, πετούσα πενήντα δίσκους γαρίφαλα στο πιο ακριβό ξενυχτάδικο και άφηνα και όνομα στη νύχτα. Μην πω πως αγόραζα ολόκληρο θερμοκήπιο… Αλλά, τι θα έμπαινε έξω από την Εκκλησία; Σκεπτόμενη πονηρά είπα: « Να βάλουμε μόνο δύο ελιές σε γλάστρα, σε μίνιμαλ σικ, στην Ελλάδα είμαστε, να ταιριάζει με την πέτρα της Μονής». Η ειδικός συμφώνησε: «Ναι, αλλά θα σπείρουμε εδώ και εκεί φούξια κορδελάκια να σεταριστούν με το φόρεμα». Καλέ, ναι εκεί θα τα χαλούσαμε; Πόσο να στοίχιζαν μερικά φιογκάκια; Οι ταπεινές ελιές, τα φιογκάκια, τα κεριά με τα φούξια λουλουδάκια για τη δεξίωση, τα φούξια μπαλόνια σε σχήμα μαργαρίτας και η γιρλάντα για κολυμπήθρα στοίχισαν όσο ένα μηνιάτικο. Βάλαμε κάρτα με δόσεις και φύγαμε ζεματισμένοι.

Βήμα 6ο: Μπομπονιέρες. Κάτι φτηνό που να φαίνεται κομψό. Αλλά πόσα κουφέτα; Μονός αριθμός, οπωσδήποτε, πάνω από 7 κουφέτα, για να μην μας πουν τσιγγούνηδες, με αμύγδαλο και επικάλυψη σοκολάτας- με τίποτα Smarties, είναι φτηνιάρικο- και με στολιδάκι που να μένει στον καλεσμένο. «Ασημένιο!» πετάχτηκε η πεθερά. Α, ναι, και μπομπονιέρες για τα παιδάκια, θα περιμένουν τα καημένα. Τελικά οι φθηνές, αλλά σικ, μπομπονιέρες εξελίχθηκαν σε πολύ ακριβές. Πράγμα καθόλου σικ, αν με ρωτάτε.

Βήμα 7ο: Τούρτα. Η τούρτα, με το περίτεχνο σχέδιο, ήταν τόσο ακριβή που μετά από μας ο ζαχαροπλάστης έκανε την τύχη του και παντρεύτηκε και πασίγνωστο μοντέλο. Κάναμε ποδαρικό, όχι αστεία… (και προικίσαμε το μοντέλο). Τα κεράσματα για την εκκλησία, ευτυχώς, τα πλήρωσε η πεθερά. Υπέροχα, με ένα φούξια Α πάνω στο γλάσο. Τον μήνα μετά τη βάπτιση τρώγαμε μόνο τα παστάκια που περίσσεψαν, για να κάνουμε απόσβεση.

Βήμα 8ο: Μπουφές. «Οπωσδήποτε ποικιλία ψαριών, μεσημέρι θα είναι, με ζέστη, δεν πάει κρέας, θα βαρύνουν οι καλεσμένοι» είπε η πεθερά. Για να μην βαρύνουν οι καλεσμένοι, βάρυνε η τσέπη μας. Τόσο, που όταν ο μετρ μας είπε το τελικό ποσό ανά άτομο, μείναμε σε αφασία για μερικά λεπτά ( μίνι εγκεφαλικό, στα σίγουρα). Το μάξι εγκεφαλικό το πάθαμε όταν ο μετρ μας είπε και για το παιδικό μενού (απαραίτητο, κυρία μου, ξέρετε κανένα παιδί να τρώει ψάρι;) και για τη τιμή του κρασιού, και της ροζ σαμπάνιας, με την οποία υποδέχονται τους καλεσμένους στην είσοδο. «Ας δώσουμε δροσερό νεράκι…» πρότεινα και ο μετρ έκλεισε απαξιωτικά και με πάταγο τους καταλόγους. «Δεν μπορώ να δουλέψω έτσι, κυρία μου» είπε. Η πεθερά δαγκώθηκε και άρχισε να τον παρακαλεί να μας δεχτεί ξανά, παρά τη θρασύτατη εναντίωσή μου στο πρωτόκολλο του «Κτήματος Τάδε». Καθώς, εξαντλημένοι, κάναμε το προσχέδιο για τα τραπέζια των καλεσμένων, ο άντρας μου είπε σιγανά: «Δεν ζει και ο Ιωάννης ο Πρόδρομος να τη βαπτίσει στον Ιορδάνη να τελειώνουμε… Απλά και φθηνά…»

Τελικά, όλα πήγαν καλά. Την είπαμε Αρετή. Είναι εξυπνούλα και χαριτωμένη. Ευτυχώς, γιατί είναι άπροικη. Ξοδέψαμε όλη την προίκα της για να τη βαπτίσουμε. «Ναι, αλλά τι βάπτιση… Τι βάπτιση…!!!» παραμιλάει ακόμη, ευτυχισμένη, η πεθερά.

Ακολούθησε το TheMamagers στο Instagram

Διαβάστε περισσότερα

Best of network